27η Σεπτεμβρίου 1943: Δευτέρα πρωί. Από το ύψωμα του δάσους «Γαλατά» οι Γερμανοί βομβαρδίζουν ακατάπαυστα τη θέση «Σκάλα της Παραμυθιάς» και το χωριό Σέλλιανη. Ώρα 11η π.μ. Ο γιατρός Λευτέρης Βαλασκάκης έρχεται στο σπίτι μου. Πηγαίνουμε στο Καφενείο, κοντά στο δάσος «Γαλατά» του Σωφρόνη Μαρτίνη, όπου μας περιμένει ο Υπομοίραρχος κ. Κορυζής με το συμπατριώτη Προκόπη Μιχ. Μητσιώνη, Προϊστάμενο του ταχυδρομείου (Τ.Τ.Τ.). Πηγαίνοντας σιγά, σιγά κατά την στροφή «Άγιος Φανούριος» του «Γαλατά», έχουμε στη συντροφιά μας τον λαμπρό Σχολάρχη Απόστολο Χρυσοχόου, που γαλούχησε αρκετούς νέους της πόλεώς μας και της Επαρχίας και τώρα εργάζεται Γραμματεύς της ιερής Μητροπόλεως Παραμυθιάς. Ο Υπομοίραρχος κ. Κορυζής, μας λέει: «έχω πληροφορίες ότι τη νύχτα θα ‘χουμε συλλήψεις. Καλόν είναι όσοι μπορούν να μη κοιμούνται σπίτια τους. Με εχεμύθεια (γιατί δεν αποκλείεται να μη συμβεί τούτο και πρώτος εγώ θα έχω τις περισσότερες ευθύνες) ας μεταδοθεί αυτή η πληροφορία μου και ο καθένας ας αναλάβει τις ευθύνες του». Πραγματικά, ως το απόγευμα δίνονταν αυτή η πληροφορία, μερικοί μάλιστα που ειδοποιήθηκαν από εμάς είχαν μάθει πολύ νωρίτερα αυτή την είδηση. Κατά το ηλιοβασίλευμα πηγαίνω με τρόπο στο σπίτι της θείας μου (αδελφής της μητέρας μου) Τούλας Φ. Φίλη, όπου και φιλοξενούμαι, για διανυκτέρευση κλπ. Τα ξαδέλφια μου Πήλιος και Αλέκος Φίλης, ζωέμποροι, βρίσκονται σε γειτονικά χωριά.
30η Σεπτεμβρίου 1943: Αυτή την κόλαση που ζούμε από την 18/9/1943 σήμερα και ιδιαίτερα των ημερών 27, 28 και 29 του μηνός ποιά πέννα μπορεί να την περιγράψει; Και πρέπει να θυμόμαστε! Γι’ αυτό στο σπίτι της θείας μου Τούλας Φ. Φίλη που εξακολουθώ να κρύβομαι (και να φιλοξενούμαι) με τρεμάμενο χέρι καταγράφω τα γεγονότα των βαρβάρων χιτλερικών που νέκρωσαν την ιδέα, ξερίζωσαν τη αξία, δολοφόνησαν την ψυχή, σκίασαν την ομορφιά, κήδεψαν την ελπίδα του παρόντος και του μέλλοντος και αναδείχτηκαν τέρατα της κολάσεως.
Βράδυ, ώρα 11 της 27 Σεπτεμβρίου 1943. Πέφτουν φωτοβολίδες. Είναι το σύνθημα για τη σύλληψη στα σπίτια τους ή και αλλού, των Χριστιανών κατοίκων της Παραμυθιάς. Οι συλλήψεις γίνονται από ομάδες Μωαμεθανών επικεφαλής των οποίων είναι Γερμανοί ένας υπαξιωματικός και ένας στρατιώτης. Ακούγονται κροταλίσματα θυρών, γρήγοροι βηματισμοί, κραυγές γυναικών και παιδιών, οδυρμοί, βρισιές, απειλές. Χάος ήθους, δικαιοσύνης και τιμής. Οι στυγεροί δολοφόνοι, προσπαθούν να συλλάβουν όλους τους Χριστιανούς που περιλάμβανε ονομαστικά η κατάσταση που συνέταξε ο Μαζάρ Ντίνος με του αιμοβόρους ομοθρήσκους του συνεργάτες. Τα φώτα κινούνται σ’ όλα τα σημεία της μικρής μας πόλεως. Μερικά πλησιάζουν κατά την Ηλεκτρική Εταιρεία. Λίγο πιο κάτω, μοναδικό σπίτι (θέση Μανώπουλου) είναι της θείας μου, όπου κρύβομαι, με τη βοήθεια της ξαδέλφης μου Καλυψώς ανεβαίνω στο ταβάνι του παλιού αυτού αρχοντικού σπιτιού και κρύβομαι στο βάθος του. Αγωνιώ … Αργά πέφτουν ξανά φωτοβολίδες. Είναι φανερό πως δίνεται το σύνθημα της λήξεως των συλλήψεων. Εξακολουθούν οι θρήνοι των συγγενών των συλληφθέντων. Αλλά και όλοι μας θρηνούμε. Μέσα μας κινείται το αίσθημα για αντίσταση. Αλλά που και πως;
Σήμερα, πρωί της 30-9-1943 γύρισε από τα χωριά που ήταν για δουλειές ο ξάδελφός μου Αλέκος Φίλης! Οι πληροφορίες του ήταν ότι συνελήφθησαν, από τους 56 που ήταν γραμμένοι στην Κατάσταση του Μαζάρ Ντίνου, οι 53, οι οποίοι από το βράδυ της 27-9-1943 κρατήθηκαν στα υπόγεια του Δημοτικού Σχολείου, φρουρούμενοι. Το μεσημέρι ήλθε και ο άλλος ξάδελφός μου Πήλιος Φίλης, που ήταν κι εκείνος για δουλειές στα χωριά. Οι δικές του πληροφορίες ήταν οι εξής: 1) Ότι με την εντολή των Γερμανών, από κρατούμενους κατοίκους των χωριών ανοίχτηκαν σε χωράφι του Τσαμάτου στη θέση «Άγιος Γεώργιος» τρεις μεγάλοι τάφοι, 2) Ότι από τους πενήντα τρεις (53) συλληφθέντες, όπως ανωτέρω, αφέθηκε ελεύθερος το μεσημέρι της 28-9-1943 ο υποδηματοποιός κ. Κ….. (για τον οποίον ιστόρησα σε προηγούμενες σελίδες), ο οποίος αμέσως γύρισε στο σπίτι του, 3) Ότι το απόγευμα της ίδιας (28-9-1943) μέρας για τη συμπλήρωση (προφανώς) του αριθμού των συλληφθέντων, λόγω της απολύσεως του ανωτέρω κ. Κ….., συνελήφθη ο Γυμνασιάρχης κ. Κων/νος Σιωμόπουλος, που κρατήθηκε στο Δημοτικό Σχολείο με τους άλλους κρατούμενους, και 4) Ότι, επίσης την ίδια μέρα μουσουλμάνοι Παραμυθιώτες πήγαν σε διάφορα σπίτια των συλληφθέντων, ενημέρωσαν τους δικούς τους ότι την άλλη μέρα οι κρατούμενοι θα μεταφέρονταν εξόριστοι σε άλλους τόπους, έλαβαν από τους συγγενείς τούτων χρήματα, ρουχισμό και τρόφιμα, τα οποία ιδιοποιήθηκαν. Το χέρι μου τρέμει. Θρηνώ την εκτέλεση στο χάραμα της 29ης Σεπτεμβρίου 1943 από τις Γερμανικές Αρχές Κατοχής, ενώ εκατοντάδες ένοπλοι μουσουλμάνοι τσάμηδες παρευρίσκονταν και φύλαγαν όλο τον γύρω χώρο – 49 Προκρίτων Παραμυθιάς. Ποτέ δεν περιμέναμε ότι σε τέτοιες καταστάσεις θα μπορούσαν να βγούνε άνθρωποι κάποιας αξίας, από το Γένος των Χιτλερικών Γερμανών αλλά τόσο σκοτεινοί, θηριώδεις, τέρατα απανθρωπιάς και κακουργίας πως βγήκαν; Κι αυτοί οι κτηνώδεις μουσουμάνοι τσάμηδες, συμπατριώτες πώς να κριθούν;
Γερμανοί φασίστες του Χίτλερ, κακούργε Σβάρτς Αυστριακές Φρούραρχε Παραμυθιάς, και σεις συμπατριώτες μουσουλμάνοι, διαπράξατε ένα μεγάλο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΓΚΛΗΜΑ στη μικρή μας πόλη. Γίνατε δολοφόνοι κάθε έννοιας τιμιότητας και ανθρωπιάς. Η ήττα και η συντριβή σας πλησιάζει. Η δίκη σας από τους νικητές θα φτάσει πιστεύουμε σ’ όλους όσους από σας εγκληματίσατε. Και τότε;
Θρηνώ και θυμάμαι! Κάποτε είχα διαβάσει ότι ο Γκαίτε είπε στον Έκερμαν: «Εμείς οι Γερμανοί, είμαστε ένας λαός του χθες». Ακόμα διάβασα ότι ο Νίτσε σημείωσε: «Καλλιεργηθήκαμε … τα τελευταία εκατό χρόνια. Μόνο θα πρέπει να περάσουν περίπου δύο αιώνες ακόμα, ώστε να μπορεί να ειπωθεί για τους Γερμανούς, ότι πέρασαν πάρα πολλά χρόνια από τότε που ήταν βάρβαροι.
Τώρα, εγώ, ο νέος των 22 χρόνων, ψυχικά τραυματισμένος από τραγικούς θανάτους αδελφών μου, βυθισμένος στη δυστυχία, αλλά πάντα ιδεολόγος και ανθρωπιστής, σημειώνω σ’ αυτές τις σελίδες μου το πιστεύω μου για σας τους σημερινούς χιτλερικούς Γερμανούς: «Είστε δολοφόνοι των ιδανικών, κοινοί εγκληματίες. Είστε βάρβαροι!»
2 Οκτωβρίου 1943: Ο συμβολαιογράφος Γάκης Βαλασκάκης, που κρύφτηκε όταν το βράδυ της 27-9-1943 πήγαν στο σπίτι του για να τον συλλάβουν, και που ακόμα κρύβεται, μου στέλνει με την ξαδέλφη μου Ελένη Φίλη σημείωμά του, όπως γράψω σ’ αυτό τη γνώμη μου αν συμφωνώ ή όχι στο να παρουσιαστούμε στα Γραφεία της Ιερής Μητροπόλεώς μας, όπως σχετικά ειδοποιεί όσους κρύβονται ο νέος Μητροπολίτης κ. Δωρόθεος. Απαντώ αρνητικά, όπως και ο ίδιος ο Γ. Βαλασκάκης σημείωσε για λογαριασμό του στο σημείωμά μου.
7 Οκτωβρίου 1943: Από το Γερμανικό Φρουραρχείο ανακοινώνεται ότι θα χορηγηθούν άδειες ταξιδιού στους Χριστιανούς της πόλεώς μας, αφού υποβάλλουν σχετικές αιτήσεις.
9 Οκτωβρίου 1943: Με φορτηγό αυτοκίνητο φεύγουμε για τα Ιωάννινα εφτά (7) νέοι και η ξαδέλφη μου Καλυψώ Φίλη. Μέσα μου νιώθω μια βαθιά και απέραντη συγκίνηση για όλα όσα αποχωρίζομαι. Οι θυμήσεις όμως μου ανήκουν και το συνειδητοποιώ ότι θα ‘ναι πάντα ζωντανές.
12 Οκτωβρίου 1943: Αναλαμβάνω υπηρεσία στην Οικονομική Εφορία Δωδώνης (έδρα τα Ιωάννινα). Επί τέλους, είμαι μόνιμος δημόσιος υπάλληλος!
25 Οκτωβρίου 1943: Συμπτωματικά συναντώ στην πλατεία στο Στέλιο Σιωμόπουλο, το γιό του Γυμνασιάρχη μου, που είναι μαθητής στη ΣΤ’ τάξη του Οκταταξίου Γυμνασίου και διαμένει με τον θείον του Τάκη Σιωμόπουλο, φιλόλογο. Μου διηγείται την τραγωδία του αμέσως μετά την εκτέλεση του πατέρα του. Τον πήρε για μέρες στο σπίτι της η Μαρία Χήρα Θεμ. Ρίγγα, στη συνέχεια η οικογένεια του Τσαρουχά Κων/νου (Τάκη) Καλαμπάκου και στην συνέχεια ο Μητροπολίτης Δωρόθεος.
Νοέμβριος 1943: Στα «Χάνια» των Ιωαννίνων και σε άλλα οικήματα, διαμένουν συμπατριώτες μουσουλμάνοι που υπερπλούσιοι (τώρα, λόγω των ληστειών και εγκλημάτων τους) ασκούν το εμπόριο του λαδιού, ξηρών καρπών κ.α. Δαπανούν σε φτηνές διασκεδάσεις πολλά χρήματα. Τους αποφεύγουμε οι εδώ Χριστιανοί Παραμυθιώτες. Μας δίνεται η πληροφορία, ότι έχουν καταγράψει τις διευθύνσεις όλων των Χριστιανών Θεσπρωτών που διαμένουν στα Ιωάννινα. Έτσι με τον αδελφό μου Βαγγελάκη εγκαταλείπουμε το δωμάτιο που μέναμε στην οδό Πουλίου Δράκου 10 και νοικιάζουμε ένα χαμόσπιτο στα «Λακώματα» (οδός Αγίου Κοσμά). Η φροντίδα μας είναι να μεταφέρουμε από την Παραμυθιά τους γονείς μας.
Τέλη Νοεμβρίου 1943: Ύστερα από ταλαιπωρίες στην Ορεινή Άρτα, φτάνει στα Ιωάννινα η αδελφή μου Θοδωρούλα με τα ορφανά τέκνα της, τον Τάσο, ηλικίας 5 ετών και την Ιωάννα, ηλικίας περίπου 2 ετών. Από τον προηγούμενο μήνα ήλθαν από την Παραμυθιά και οι γονείς μας. Είμαστε, όσοι έχουμε πια απομείνει μαζί, ενωμένοι με ανείπωτη δυστυχία.
Δεκέμβριος 1943: Στην Οικονομική Εφορία Ιωαννίνων συγκεντρώθηκαν και οι υπάλληλοι των εφοριών Κόνιτσας, Δελβενακίου, Αγνάντων, Παραμυθιάς, Ηγουμενίτσας, και Πάργας, που δεν λειτουργούν. Υπηρετώ στο τμήμα του συμπατριώτη και οικογενειακού φίλου Αποστόλη Στρουγγάρη. Γρήγορα ενημερώνομαι στα δύο αντικείμενα που είχα και έτσι είναι έτοιμος να φύγει για την Αθήνα, όπου μετατέθηκε.
Παραμονή της αναχωρήσεώς του. Γευματίζουμε στο εστιατόριο «Γκουγιάνου», αφού δέχτηκε να πληρώσω εγώ τα έξοδα του φτωχικού φαγητού μας. Κάποια στιγμή μου λέει: «Εδώ στην Εφορία είναι οργανωμένοι άλλοι στο ΕΑΜ και άλλοι στο ΕΔΕΣ. Φρόντισε να κρατηθείς μακριά τους». Του απαντώ: «Μα αυτό κάνω δεν μπορώ να καλοπιαστώ και από χαρακτήρα». Μεταξύ μας κυριαρχεί η σιωπή! Κάποτε συνεχίζει: «Ήμουνα, όπως ξέρεις, αδελφικός φίλος του αδελφού στου Μιχαλάκη. Αγαπώ και σέβομαι όλη την οικογένειά σου. Εσύ ήσουνα ο πιο μικρός και ο πιο ευαίσθητος. Τα τόσα βιβλία σε έχουν ωριμάσει γρήγορα. Ένα μόνο πρόσεξε: να μη βλέπεις τον άλλον, όπως η εσωτερικότητά του θα ήθελε να είναι. Ο Έλληνας είναι ζηλόφθονος, και αφάνταστα κακός προκειμένου για ομότεχνο ή συνάδελφο. Να προσέχεις!»
Μένω άφωνος και τον θαυμάζω. Εκείνος συνεχίζει: «πρόσεξε περισσότερο τους δύο ομοβάθμους σου, που λέγεται ότι διορίστηκαν από τις Ιταλικές Αρχές Κατοχής στα Ιωάννινα. Υπηρέτησαν και οι δύο τους από τις πρώτες μέρες της κατοχής διερμηνείς τους σε επίκαιρες θέσεις. Ο ένας, ο Κερκυραίος, πήρε μετάθεση για την Αθήνα και φεύγει. Δεν μας απασχολεί και εύχομαι να μη ξανασυναντηθούμε κανένας μας μαζί του. Ο άλλος όμως, ο κ. Κ….. που είναι απόφοιτος της Ρουμανικής Σχολής Ιωαννίνων και από τα πιο ενεργά μέλη του ΕΔΕΣ, είναι από τον χαρακτήρα του, ο πιο επικίνδυνος. Όσο μπορείς, μακριά του».
Πώς να σκεφτώ άσχημα για τον άνθρωπο με την ευγενική έκφραση προσώπου και συμπεριφοράς; Από την πρώτη γνωριμία μας τον έβαλα στην καρδιά μου. Σιωπώ…. Ο Αποστ. Στρουγγάρης δίνει απάντηση στη σιωπή μου λέγοντας: «Δε φτάνει στην οικογένειά σου ο άδικος θάνατος του Δημοσθένη από αθλιότητες συναδέλφων του; Μην είσαι εύπιστος!» Του απαντώ: «Η ευπιστία αποτελεί την εσωτερική ανωτερότητα του ατόμου που θέλει να βλέπει τον κάθε άνθρωπο…». Εκείνος με διακόπτει λέγοντας: «Τέλος στη συζήτηση. Πρόσεχε την ευπιστία σου. Πρόσεχε τον φθονερό!!»
Χωριζόμαστε μπροστά στο κέντρο «Μαλάμου» της κεντρικής πλατείας. Με αργά βήματα φτάνω στο κέντρο «Κουραμπάς», όπου παραμένω, παραγγέλνοντας ένα καφέ. Προσπαθώ να ξεχωρίσω όλα και να καταλήξω σε θέσεις. Μου έρχεται στη μνήμη μια παλιά προσευχή: «Κύριε, σώσε μας, από τον φθόνο, το μίσος, την πονηρία, καθώς και από όλες τις ανοικτιρμουσύνες». Θυμάμαι, ότι την προσευχή αυτή την είχε περιλάβει ο Λούθηρος στο Ευχολόγιό του. Ακόμα θυμάμαι, ότι στο περιθώριο του βιβλίου που είχα διαβάσει τ’ ανωτέρω, σημείωσα: «Κύριε, σώσον με, εκ πάντων τούτων».
Αγωνίζομαι με τον εαυτό μου. Οι κλασσικοί συγγραφείς μας δίδαξαν, ότι: «όταν φθονείς είναι αδύνατον ν’ αγαπάς». Πλησιάζω να δικαιώσω τον Αποστ. Στρουγγάρη. Αλλά και πάλι μήπως κάνει λάθος; Τι να σκεφτώ και που να καταλήξω;
Έτος 1944
Οικογενειακώς έχουμε επανασυνδεθεί με τις οικογένειες των Εβραίων της Παραμυθιάς που είναι εγκαταστημένες και αυτές στα Ιωάννινα. Σε νοικιασμένα καταστήματα της οδού Λόρδου Βύρωνος ασκούν το εμπόριο λιανικής πωλήσεως λαϊκών υφασμάτων.
17 Ιανουαρίου 1944: Ο Σίων Μπακόλας μου ζητάει να παρέμβω στον αρμόδιο αξιωματικό Χωροφυλακής για την έκδοση αστυνομικών ταυτοτήτων, που είναι ο άλλοτε Διοικητής της Χωρ/κής Παραμυθιάς, φίλος και συνάδελφος του γαμπρού μου Δημ. Βιλαέτη, του οποίου και μας ανακοίνωσε την εκτέλεση. Παρά τις μεγάλες δυσκολίες του θέματος εισηγούμαι για λόγους ανθρωπιστικούς στον ανωτέρω αρμόδιο αξιωματικό, έτσι δε εφοδιάστηκαν αστ. ταυτότητες ως Χριστιανοί οι: Εζράς Μπακόλας και η σύζυγός του, Νισήμ Μπακόλας και η σύζυγός του, Ηλίας Κοέν και η σύζυγός του, Γιωσέφ Κοέν και η σύζυγός του, Λέων Μπακόλας, επίσης δε με νέα εισήγηση του Σιών Μπακόλα, ο Ισαάκ Ραφαήλ και η σύζυγός του και δύο άλλοι ακόμα.
Φεβρούαριος 1944: Στην Οίκον. Εφορία ξεχωρίζω το συνάδελφο Νίκο Λεβέτσιο με αφορμή ότι γράφουμε και οι δύο στοίχους. Καλλιεργείται μεταξύ μας μια αδελφική φιλία, οπότε, κάποτε, μου εμπιστεύεται ότι είναι μέλος της ΕΠΟΝ. Του δηλώνω ότι από χαρακτήρα, μου είναι αδύνατη η ένταξη σε οργανώσεις κ.λπ.
Πληροφορούμαστε από την Παραμυθιά τις καταπιέσεις των Χριστιανών για να υπογράψουν Πράξη «Αυτοδιάθεσης της Θεσπρωτίας», με προφανή σκοπό την ένταξή της στο Αλβανικό Κράτος.
Η οικονομική κατάσταση του σπιτιού μας δεν περιγράφεται!!
Μάρτιος 1944
19-3-1944: Συναντώ στην οδό Λόρδου Βύρωνος (έξω από το κατάστημά του) το συμπατριώτη Εβραίο Λέων Μπακόλα. Είναι φοβισμένος. Μου εμπιστεύεται ότι έχουν πληροφορίες για απέλασή τους από τους Γερμανούς. Ακόμα μου λέει για τις προσπάθειες της Ισραηλιτικής Κοινότητος Ιωαννίνων, ώστε ν’ αποφευχθεί ο κίνδυνος.
Τον ρωτώ τι θα ήθελε να βοηθήσουμε. Μου λέει ότι θέλουν να συναντήσουν τον Σπύρο Κωνσταντόπουλο, εφοριακό, λόγω του δεσμού που οι Εβραίοι της Παραμυθιάς είχαν με τον αδελφό του Χρήστο, ο οποίος πρωτοδικηγόρησε στην Παραμυθιά.
21-3-1944: Φέρνω σ’ επικοινωνία τον Νισήμ Μπακόλα με το Σπύρο Κωνσταντόπουλο, ο οποίος ανέλαβε να προωθήσει μέσα σε δύο μέρες, όλους τους ανωτέρω Εβραίους στον ΕΔΕΣ, ανιδιοτελώς και από αίσθημα ανθρώπινης αλληλεγγύης.
23-3-1944: Συναντώ στο γραφείο τον επ. Κωνσταντόπουλο, που μου γνωρίζει ότι Νισήμ Μπακόλας «του είπε χθες ότι αναβάλλουν για λίγο καιρό ακόμα την έξοδό τους στον ΕΔΕΣ».
25-3-1944: Τέτοια μέρα, της Εθνικής Παλιγγενεσίας και είμαστε ακόμα κάτω από το καταπιεστικό Κνούτο των Γερμανών.
Από το σπίτι, περνώ τον «Κουραμπά» με αργά βήματα, πλησιάζοντας δε στο κέντρο «Μαλαμου» ακούω ψιθύρους για γεγονότα με τους Εβραίους της πόλεως. Επιταχύνω το βάδισμά μου, μπροστά δε από το καφενείο «Βρετάννια» ομάδες Ιωαννιτών συζητούν ότι συνελήφθησαν οι Εβραίοι και μεταφέρονται με φορτηγά αυτοκίνητα από την οδό Ανεξαρτησίας.
Αβασάνιστα παίρνω την οδό Λόρδου Βύρωνος, και μαρμαρώνω στο εκεί γωνιακό κατάστημα των αδελφών Τσουκανέλη, υφασματεμπόρων.
Τ’ αυτοκίνητα μουγκρίζουν, οι Γερμανοί συνοδοί ουρλιάζουν. Ένα τραγικό σύνολο αποτελούν οι αγεληδόν μεταφερόμενοι Εβραίοι. Μαζεύονται στα πεζοδρόμια και άλλοι Χριστιανοί Γιαννιώτες, θλιμμένοι. Οι Εβραίοι μεταφέρονται με αργοκίνητα φορτηγά αυτοκίνητα, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, όταν δεν μας βλέπουν (και ασφαλώς αισθάνονται και τη δική μας απελπισία) κραυγάζουν: «Αδέλφια μας Έλληνες. Θα γυρίσουμε. Θα ξαναζήσουμε όλοι μαζί. Ζήτω η Ελλάδα».
Η ψυχή δεν μπορεί ν’ αντέξει αυτές τις εικόνες. Καμιά ψυχή! Νιώθω να λυγίζουν και τα άψυχα. Θέλω να φωνάξω: «Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ… Μαριάμ, Εσθήρ, Σάρρα, Σάνδρα… Κουράγιο, σας περιμένουμε, σας περιμένουμε».
Έχω την παραίσθηση πως ακούγεται βροντερή η αντιστασιακή φωνή μου, και άλλων δίπλα μου, και όλων όσων είμαστε μαρμαρωμένοι στα πεζοδρόμια. Όμως, συνειδητοποιούμε ο καθένας την εσωτερική του φωνή αυτής της ώρας, όπου άδικα εξοντώνεται ένας λαός. Είναι η φωνή της συνειδήσεώς μας, η εσωτερική δύναμη των ελευθέρων πνευμάτων που τελικά δημιουργεί και σώζει.
Ιούνιος 1944: Πρωινό Κυριακής. Βαδίζω για την Κεντρική Πλατεία. Πίσω μου ακούγονται βιαστικά βήματα, αναγκάζομαι δε να σταματήσω, όταν κάποιος με καλεί με το όνομά μου. Βλέπω το συμπατριώτη, και γνώριμο από τα Γυμνασιακά μου χρόνια, μουσουλμάνο Νούχ Μουχεδίν, γιο του από τους Ιταλούς διορισμένο (και ακόμα τώρα) προέδρου της Κοινότητος Παραμυθιάς Σαλή Μουχεδίν. Του φέρνομαι ψυχρά. Μου γνωρίζει ότι ήλθε στα Γιάννινα για Ιατρικές εξετάσεις και ότι ήθελε οπωσδήποτε να με συναντήσει, γι’ αυτό και έμαθε τη διεύθυνση της κατοικίας που μένω.
Για ν’ αποφύγω, όσο μπορώ γρηγορότερα τη συντροφιά του, ακολουθώ το δρόμο της οδού Γκύ-Σαντεπλαίρ προς τη θέση «Ζευγάρια», ώστε από το λόφο Βελισσαρίου να γυρίσω στο σπίτι που μένουμε στα «Λακκώματα».
Μου διηγείται για το κακό που έγινε σε όλους στην Παραμυθιά και χωριστήκαμε ενώ Χριστιανοί και μουσουλμάνοι ζούσαμε αγαπημένοι. Αγανακτώ στις φλυαρίες του και του λέω:
– «Νούχ, είναι πολύ αργά για να ζωντανέψει εκείνη η παλιά ζωή μας. Συνεργάτες σεις των Ιταλών και των Γερμανών εφαρμόσατε -από διάφορα αίτια- μαζί τους το Νόμο των λύκων. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Φτάνει Νούχ, έλα όμως αμέσως στο τι θέλεις από εμένα; Η δυστυχία μας ωρίμασε γρήγορα και αν μπορώ θα δώσω μιαν απάντηση σε ότι σ’ απασχολεί.»
Ο Νούχ, κατακίτρινος και ταραγμένος, μου λέει:
– «Σας φταίξαμε, έχετε δίκιο, μεγάλο δίκιο. Είστε τώρα τόσοι Παραμυθιώτες στα Γιάννινα. Σας παρακαλούμε: σώστε μας!»
Του απαντώ: «Νούχ, τι λες ακριβώς, από τι και πώς να σας σώσουμε:»
Ο Νούχ, τρέμοντας, λέει σιγανά: «Οι αντάρτες σας είναι έτοιμοι να μπούνε στην Παραμυθιά και θα μας κατασφάξουν μικρούς, μεγάλους, αθώους και ενόχους. Δυστυχία μας!»
Με ξαφνιάζει η πληροφορία και αισθάνομαι την αγωνία τους. Αλλά εμείς που τώρα κατοικούμε στα Γιάννινα -και οι περισσότεροι είναι απόγονοι των 49 εκτελεσθέντων της Παραμυθιάς- τι να πρωτοσκεφτούμε, πώς να πάρουμε θέση και από ποια δυνατότητα; Έτσι του απαντώ: «προσωπικά δεν ανήκω και καμιά Ανταρτική Οργάνωση. Αλλά και γενικότερα, η σωτηρία ας, όπως πια τα έχετε καταφέρει, είναι αποκλειστικά δικό σας θέμα. Δυστυχώς, νομίζω, πως ούτε και οι Χριστιανοί που διαμένουν ακόμα στην Παραμυθιά έχουν δυνατότητες -όσο και να θέλουν- διασώσεώς σας…»
– «Μα, γιατί;» ρωτάει, ο Νούχ.
– Γιατί σας βαρύνει η ομαδική συνείδηση, του απαντώ.
– Τι μας βαρύνει; με ρωτάει.
– Του απαντώ: Εννοώ μια πανανθρώπινη συνείδηση που δεν έχει σχέση με τον άνθρωπο σαν άνθρωπο. Η ομαδική συνείδηση είναι ανώνυμη και χαρακτηρίζει όλα τα εγκλήματά σας των τριών τελευταίων χρόνων. Με μια κουβέντα, η ευθύνη γι’ αυτά τα εγκλήματα σας βαρύνει όλους τους μουσουλμάνους της Θεσπρωτίας. Δυστυχώς δε στην περίπτωσή σας είναι πάρα πολύ δύσκολο ν’ αποδειχθεί η αθωότητα έστω και ενός ασήμαντου αριθμού σας.
Ο Νούχ, με διακόπτει, λέγοντας: «Βασίλη, ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τίποτε από αυτά που μου λες. Σε ρωτάω, πες μου, πως θα σωθούμε;»
Είμαι εσωτερικά αναστατωμένος. Θα μπορούσα, να του μιλήσω πεντακάθαρα. Η εποχή όμως είναι δύσκολη. Με συγκρατημένη οργή, του λέω:
– « Νούχ, είναι πολλά και μεγάλα τα εγκλήματά σας. Θά ‘πρεπε, ο πατέρας σου που είναι Πρόεδρος της Κοινότητος, οι Ντιναίοι, οι Προνιάτες κ.λπ. να σκεφθούν διαφορετικά. Τώρα, αν ζητάς να κάνουμε κάτι οι Χριστιανοί, Παραμυθιώτες που ζούμε στα Γιάννινα, είμαστε τελείως ανίσχυρη. Ας σκεφτούν καλά, έστω και τώρα, οι Πρόκριτοι και αρχηγοί σας».
28 Ιουνίου 1944: Πληροφορούμαστε ότι το πρωί της προηγούμενης μέρας ομάδες ανταρτών των ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ απελευθέρωσαν με μάχες την Παραμυθιά. Σήμερα πολύ πρωί, μουσουλμάνοι που από διάφορους λόγους βρέθηκαν αυτές τις μέρες εδώ στα Γιάννινα, μπλοκάρισαν τα σπίτια όπου διαμένουν Χριστιανοί Παραμυθιώτες. Ο αδελφός μου Βαγγελάκης και εγώ διασωθήκαμε μέσω γειτονικής αυλής, εγώ δε το σημερινό βράδυ το περνώ φιλοξενούμενος στο σπίτι του συναδέλφου μου Νίκου Λιόλιου.
29 Ιουνίου 1944: Ξημερώματα. Πηγαίνω στο σπίτι όπου κρύβεται ο αδελφός μου και οδοιπορούμε για το χωριό Κοσμηρά, όπου συναντούμε και άλλους Παραμυθιώτες από τα Γιάννινα. Ο αδελφός μου Βαγγελάκης , ο Κωστάκης Ιω. Μητσιώνης και άλλοι, φεύγουν μέσω της διαδρομής του Χανιού Τζαμαλή Αγά προς το Ελευθεροχώρι της Παραμυθιάς. Ο Γιώργος Καραμπάκος, εγώ και 3-4 άλλοι διανυκτερεύουμε πάλι στην Κοσμηρά.
30 Ιουνίου 1944: Παίρνω στην Κοσμηρά γράμμα από τον Κωστάκη Μητσιώνη που βρίσκεται στο Ελευθεροχώρι. Με συντομία και επιγραμματικά ανακοινώνει τα τραγικά γεγονότα αντεκδικήσεως των Ανταρτών Παραμυθιωτών κατά των συμπατριωτών μουσουλμάνων. Το δίνω και το διαβάζουν και οι άλλοι εδώ. Τι τραγική εικόνα! Τι περίοδος ζωής! Δεν μπορούσαν, οι μουσουλμάνοι τσάμηδες ν’ αποφύγουν τις συνέπειες της πρωτόγονης δικαιοσύνης που είναι η εκδίκηση. Αλλά και οι ίδιοι (όπως η ανωτέρω περίπτωση του Νούχ) το συνειδητοποίησαν όταν πλησίαζε η ώρα της κρίσεώς τους. Σκέφτομαι τον σε βάρος των Χριστιανών Θεσπρωτών (και ιδιαίτερα της Παραμυθιάς) κύκλο των εγκλημάτων των μουσουλμάνων. Σκέφτομαι και όσα προκύπτουν από το γράμμα του Κωστάκη Μητσιώνη και ξεσπώ σ’ ένα βουβό κλάμα.
Ιούλιος 1944: Πληροφορούμαστε τη φονικότατη μάχη της 30-6-1944 στη θέση «Άγιοι Θεόδωροι» Παραμυθιάς, όπου δυνάμεις ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ κατανίκησαν τους Γερμανομουσουλμάνους.
7 Ιουλίου 1944: Την 6-7-1944, από τις δυνάμεις ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ δόθηκε σκληρή μάχη κατά των Γερμανών του χωριού Νέα Σαμψούντα της Πρέβεζας, όπου πολέμησε ηρωικά και τελικά έπεσε, ο μόνιμος Ανθυπολοχαγός της Σχολής Ευελπίδων Αλέκος Ιατρίδης. Ο πατέρας του Χαρίλαος ήταν Διευθυντής του Δημοσ. Ταμείου Παραμυθιάς από το 1930. Έτσι με τον Αλέκο ήμουνα συμμαθητής από την Πέμπτη τάξη του Δημοτικού Σχολείου μέχρι και την Πέμπτη τάξη του Γυμνασίου, συνολικά εφτά χρόνια. Κλαίω και θρηνώ, το νεκρό φίλο.
Ο Αλέκος έπεσε ως ομηρικός ήρωας. Επικεφαλής τμήματος ανταρτών επιτέθηκε με το περίστροφο στο χέρι κατά του κτιρίου όπου αμύνονταν ο Γερμανός φρούραρχος, του οποίου αξίωσε την άμεση παράδοση με όλη τη δύναμη των ανδρών που είχε. Τη στιγμή εκείνη χτυπήθηκε από Γερμανικό φυλάκιο που ήταν πίσω του, έτσι δε έπεσε τραυματισμένος σοβαρά και σε λίγη ώρα ξεψύχησε. Όταν ο Γερμανός Φρούραρχος είδε νεκρό τον ωραίο 23χρονο Αλέκο, είπε: «Πως οδηγείται στη σφαγή τέτοια παλικαριά;» Είμαι απελπισμένος. Θρηνώ τον Άγγελο στην ψυχή μου και στη μορφή, τον αδελφικό φίλο μου Αλέκο Ιατρίδη, με την υπόσχεση ότι πάντοτε και δίκια θα τιμώ τη μνήμη του.
Αύγουστος 1944
17 και 18 Αυγούστου 1944: Διήμερη μάχη των δυνάμεων ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ (το σύνολο σχεδόν των πολεμιστών προέρχεται από την Παραμυθιά και την Επαρχία της) στο χωριό Μενίνα, κατά των εκεί Γερμανομουσουλμάνων τους οποίους κατανίκησαν.
31 Αυγούστου 1944: Επίθεση Γερμανομουσουλμάνων στη θέση «Άγιοι Θεόδωροι» της Παραμυθιάς κατά των εκεί δυνάμεων ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ. Σκοπός η ανακατάληψη της Παραμυθιάς. Οι εχθροί κατανικήθηκαν.
Σεπτέμβριος 1944: Πληροφορούμαστε ότι μαίνονται, όλη την ημέρα της 22-9-1944 οι μάχες των Γερμανομουσουλμάνων κατά της Παραμυθιάς. Οι εχθροί κατανικήθηκαν και πάλι. Γνωριζόμαστε με τον από τα Τσερίτσανα 18χρονο αντάρτη του Ζέρβα (ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ) Δημ. Αηδόνη, τραυματία της ομάδας των Αμερικανών κομάντων, που υποστηρίζονται από ανταρτική δύναμη περίπου χιλίων (1000) ανδρών του Συνταγματάρχη Ευάγ. Ζώτου. Η επίθεσή τους κατά των Γερμανών έγινε στις στροφές του Βλαχωριού. Ο Δημ. Αηδόνης εντεταλμένος του Άγγλου ταγματάρχη Λεμπρόκ, εκπρόσωπος των Αμερικανικών δυνάμεων. Τούτον συνάντησα στην «τσουκνίδα» της Σπλάντζας, έτοιμο να επιβιβαστεί στο υποβρύχιο για αναχώρηση. Μας έδωκε χρήσιμες πληροφορίες για τα γεγονότα της Παραμυθιάς.
14-10-1944: Τμήμα ΕΔΕΣ, ύστερα από μάχη κυρίευσε το οχυρό του Μπιζανιού.
15-10-1944: Ακούγονται γρήγορα βήματα στους δρόμους, ώρα 3η το πρωί. Ακούγονται φωνές, θόρυβοι, δεν ξεχωρίζουμε λέξεις. Κάποια στιγμή ακούγεται το χαρούμενο μήνυμα: Η πόλη των Ιωαννίνων ελευθερώθηκε. Ύστερα από τόσα και θεοσκότεινα χρόνια! Τώρα κυριαρχούν στην πόλη οι δυνάμεις ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ.
Ενεργούνται συλλήψεις οπαδών ΕΑΜ-ΕΠΟΝ.
16-31/10/1944: Αρχίζει η κανονική λειτουργία των Δημοσίων Υπηρεσιών. Στην Οικονομική Εφορία μας συγκλονίζει η περιπέτεια του συναδέλφου Νίκου Λεβέτσιου. Συγκεκριμένα ο ανωτέρω, μόλις πληροφορήθηκε τη σύλληψη του εξαδέλφου του Τάσου Καζαντζή και κράτησή του στα υπόγεια του μεγάρου της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, πήγε στο φυλάκιο της εισόδου για να πληροφορηθεί ειδικά. Ο εκεί υπαξιωματικός του ΕΔΕΣ μόλις άκουσε το ονοματεπώνυμο και επάγγελμα του Νίκου τον ξυλοκόπησε βάναυσα, στη συνέχεια δε τον παράδωσε σε δύο αντάρτες του, οι οποίοι στα υπόγεια του κτιρίου μαστίγωσαν τον Λεβέτσιο ανηλεώς.
Το Ν. Λεβέτσιο που νοσηλευόταν στο σπίτι του τον επισκέφτηκε ο Επιθεωρητής Οικον. Εφορίας Παναγ. Κατσικόπουλος. Σε λίγες μέρες τον επισκέφτηκα κι εγώ. Τον βρήκα καλύτερα στην υγεία του και πλημμυρισμένο από σκέψεις. Ο φιλικός δεσμός μας τον φέρνει να μου διηγηθεί τα εξής ήτοι: «Από τις πρώτες μέρες πήγε στο σπίτι του ο συνάδελφος κ. Κ…. που του είπε ότι χάρη στην παρέμβασή του διασώθηκε από πιο σοβαρή κακοποίησή του». Συγκεκριμένα, του είπε: «Τη στιγμή που σε κακοποιούσε ο Λοχίας του ΕΔΕΣ, πληροφορήθηκα το γεγονός, οπότε υπήρξε αστραπιαία η παρέμβασή μου και έτσι απολύθηκες αμέσως από το κρατητήριο».
Ακούω με συγκίνηση το Νίκο και διακόπτοντάς τον του λέγω: «Ναι! Είναι τόσο καλός συνάδελφος». Ο Νίκος γυρίζει πονώντας στο πλευρό του, σφίγγει δυνατά το χέρι μου και μου λέγει: «Δεν μπορώ να ερμηνεύσω πως ο συνάδελφος Κ…. έμαθε αυτοστιγμή την κακοποίησή μου. Εκτός αν …».
Μας δένει η σιωπή. Σε λίγο ο Νίκος συνεχίζει: «Το γεγονός αυτό -και μόνο- με βάζει σε σκέψεις. Θέλω να τις διώξω, μα όλο και με τριγυρίζουν. Τώρα, τι να σου πω! Πιστεύω απόλυτα ότι υπαίτιος της κακοποιήσεώς μου είναι ο συνάδελφος αυτός που παρουσιάζεται υπερεθνικιστής, μάλιστα δε και τιμητής των πάντων».
Μένω άφωνος. Μου είναι αδύνατον να δεχθώ τον τόσο ευγενικό ανωτέρω συνάδελφο, ως ουτιδιανό. Ο Νίκος σωπαίνει. Του εκφράζω την επιφύλαξή μου. Ο Νίκος σωπαίνει! Κάποτε ψιθυρίζει: «τώρα συνειδητοποιώ, ότι είναι ο μόνος υπαίτιος της κακοποιήσεώς μου».
Δεκέμβριος 1944 Δυστυχισμένη πατρίδα! Τραγική γενιά μου και όλες οι άλλες κοντινές. Την 31-12-1944 τρέχει άφθονο αίμα Ελληνικό στην Αθήνα με την έναρξη του κινήματος ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.
19-12-1944: Ο στρατηγός Ζέρβας διέταξε την προληπτική σύλληψη οπαδών του ΕΑΜ στα Ιωάννινα.
21-12-1944: Γενική επίθεση κατά της πόλεώς μας των δυνάμεων ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Δυνάμεις των ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ με πλήθος κατοίκων, μεταφέρονται με αυτοκίνητα στην Πρέβεζα.
26-30/12/1944: Με Βρεταννικά πλοία από την Πρέβεζα και από την Ηγουμενίτσα μεταφέρθηκαν στην Κέρκυρα δυνάμεις ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ με πυρομαχικά, εφόδια κ.λπ., καθώς και πλήθος οπαδών του από την Ήπειρο. Αφ’ ότου εγκαταστάθηκα στα Γιάννινα (Οκτώβρη 1944) μέχρι τώρα, καθημερινή μου (τα μεσημέρια) συντροφιά είναι οι: Γρηγόρης Τζομάκας, φιλόλογος και Γεώργιος Σουλιώτης, εφοριακός τμηματάρχης. Συχνά αναζούμε όλα της Παραμυθιάς. Σήμερα (30-12-1944), ο Γρ. Τζομάκας μας εμπιστεύτηκε ότι ο υποδηματοποιός της Παραμυθιάς που αφέθηκε λεύτερος και αντί αυτού συνελήφθηκε ο Γυμνασιάρχης Κων. Σιωμόπουλος, ήταν κάτοχος ταυτότητος Ρουμανικού Προξενείου Ιωαννίνων.
Join the Conversation