Ιούλιος 1941: Γνωρίζουμε ότι η Επιτροπή Αγώνος Παραμυθιάς αποτελείται από τους: Χρήστο Σταυρόπουλο, δικηγόρο, Λευτέρη Στρουγγάρη, δικηγόρο, Σπύρο Μουσελίμη, δάσκαλο και λογοτέχνη, Κώτσο Τσούλα, υποδηματοποιό, Ανδρέα Μαρέτη και 2-3 άλλους. Μεγάλο μυστικό! Γινόμαστε συνυπεύθυνοι. Η Παραμυθιά είχε 7 περίπου ραδιόφωνα. Τα συγκεντρώνει οι Καραμπινιερία, εκτός του Ρεφή Πρόνιου. Οι αδελφοί Βαλασκάκη, Αριστοτέλης, οδοντίατρος και Λευτέρης, παθολόγος γιατρός, δεν παρέδωσαν το δικό τους, με τον ισχυρισμό ότι τους είχε καταστραφή και το πέταξαν στις αρχές του Απριλίου 1941. Τα περισσότερα απογεύματα συχνάζω στο σπίτι των άνω αδελφών Βαλασκάκη, που ζούνε με την μητέρα τους, την κυρά Βάσω και τη μικρούλα ανεψιά της Πόπη Μιχ. Σιάμου. Συχνή παρέα μας είναι ο φιλόλογος Γρηγόρης Τζομάκας και η ευγενική και πολύγλωσση σύζυγός τους Άννα, το γένος Δημητριάδη, Ελληνίδα από το Βουκουρέστι.
Αύγουστος 1941: Η ζωή μας, από κάθε άποψη, γίνεται τραγική. Οι τιμές των τροφίμων -παρά την τοπική παραγωγή- είναι απλησίαστες. Ο φίλος μου Λευτέρης Βαλασκάκης που γνωρίζει ότι κρατώ Αρχειακό υλικό της περιόδου μας αυτής, μου δίνει -από στοιχεία της χωροφυλακής, όπου είναι υπηρεσιακός γιατρός- κατάσταση μουσουλμάνων συνεργατών των Μαζάρ και Νουρή Ντίνου. Ενημερώνω με κάθε μυστικότητα χριστιανούς συμπατριώτες για την αυτοπροστασία τους.
Σεπτέμβριος 1941: Όλα γύρω μας στενεύουν. Μας περιζώνουν αιμοβόρα θηρία (μουσουλμάνοι Τσάμηδες – Ιταλοί κατακτητές) που αρχιτεκτονούν ένα σκοτεινό και απαίσιο καινούργιο μεσαίωνα. Πιστεύω, ότι εμάς τους Χριστιανούς Θεσπρωτούς μας βαρύνει το δραματικό αίσθημα της ευθύνης. Συζητάμε επίμονα οι 4-5 της συντροφιάς μου. Δεν υπάρχουν λύσεις – ίσως δεν είναι η κατάλληλη ώρα. Μας κυριαρχεί το αίσθημα της αγωνίας, αλλά και η βαθιά εδραιωμένη Πίστη! Ο απελπισμένος δεν είναι λύση. Στις γειτονιές μας ακούγονται χαρούμενες φωνές των παιδιών. Τι νόημα ζωής να δώση κανένας στις γενιές που γίνονται βιαστικά ώριμοι άνδρες -όπως η δική μου γενεά- ή που ανέμελα σκορπίζουν το χαμόγελο της ηλικίας τους, χωρίς άλλες σκέψεις; Σε κάποια μπαλκόνια οι Χριστιανοπούλες ποτίζουν τα λουλούδια τους. Στο δάσος του Γαλατά, τα κορίτσια του Γυμνασίου που ετοιμάζονται για το νέο σχολικό έτος, βυθίζονται στην ομορφιά του φθινοπωρινού τοπίου της Παραμυθιάς, συζητούν χαμηλόφωνα και ίσως πλέκουν τα όνειρα της ηλικίας τους. Όλα τα παιδιά, κορίτσια, νέοι, φύση με τις άπειρες αυτής της εποχής ομορφιές της, νιώθω ότι ουσιαστικά εκφράζουν την τραγωδία του Χριστιανικού πληθυσμού της Παραμυθιάς και το πάθος της Εθνικής Ελευθερίας μας. Δεν είναι ώρα για θρήνους. Είμαστε ο λαός του φωτός. Θα παλαίψουμε, θα δώσουμε και τη ζωή μας, ώστε να θεμελιωθή μ’ αυτή την υπέρτατη θυσία μας ο τέλειος άνθρωπος.
Οκτώβριος 1941: Η ετήσια εμποροπανήγυρη «Λάμποβος» σημείωσε μεγάλη αποτυχία. Συνηθισμένη εικόνα της ήταν το μεθύσι στα καφενεία της Παραμυθιάς και οι χοροί των μουσουλμάνων των Επαρχιών Παραμυθιάς και Μαργαριτιού, που σκόρπιζαν επιδεικτικά τα πλούτη τους, καρπόν αδικιών και ληστειών τους σε βάρος των Χριστιανών. Πως μπορούμε να λογικέψουμε αυτόν τον κόσμο; Πώς να του ξυπνήσουμε την ηθική και το χρέος της αλληλεγγύης μεταξύ μας, έστω και στην τραγική της έκφραση;
Τέλη Δεκεμβρίου 1941: Απόγνωση στο σπίτι μας, λόγω της μαύρης αγοράς των τροφίμων. Το οικογενειακό μας εισόδημα είναι: Ο ασήμαντος μισθός του αδελφού μου Βαγγελάκη, βαθμού Ακολούθου η πιο ασήμαντη σύνταξη του πατέρα μου, «στρατιωτική» λόγω του θανάτου ως στρατιώτη του αδελφού μου Μιχαλάκη και επίσης τα ενοίκια ενός σπιτιού και δύο καταστημάτων ιδιοκτησίας του πατέρα μου, τα οποία οι μισθωτές δεν καταβάλλουν, παρ’ ότι είναι ευτελέστατα λόγω του πληθωριστικού νομίσματος. Την παραμονή της πρωτοχρονιάς ο πατέρας μας εμψυχώνει. Δίνει στον αδελφό μου Βαγγελάκη δύο (2) χρυσές λίρες Τουρκίας, λέγοντας: «Για ν’ αγοράσεις κρέας, λάδι, αλεύρι και όσπρια. Έτσι θα τα καταφέρης. Ο Βασιλάκης δεν είναι για τέτοιες δουλειές». Στην έκπληξή μας, διευκρινίζει: «Από παλιές καλές εποχές έχω ένα κομπόδεμα χρυσών λιρών και κοσμημάτων, επίσης χρυσών, όπως και δύο πεντόλιρα. Δεν θα πεινάσουμε!» Το μεσημέρι, διαδίδεται στην αγορά ότι στο χωριό Σπαθαράτι του Μαργαριτιού, ο κάτοικός του Βασίλης Μπαλούμης, ύστερα από συμπλοκή του με Μαργαριτιώτες μουσουλμάνους (ζωοκλέφτες) βγήκε αντάρτης στα βουνά της περιοχής του χωριού του. Επίσης, φέρεται θετική η είδηση ότι γύρω του μαζεύονται εμψυχωμένοι Χριστιανοί της περιοχής.
Join the Conversation