Αναφέρω ενδεικτικά: Είχαμε την έγκριση από το Eurogroup της εκταμίευσης της δόσης των 52,2 δις ευρώ, από τα οποία το 80% θα μείνουν στην πατρίδα μας. Είχαμε την σημαντική αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Την απόφαση της ΕΚΤ, να δέχεται ως εγγύηση τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου. Η εκτέλεση του προϋπολογισμού είναι πολύ ικανοποιητική. Ο πληθωρισμός, για πρώτη φορά, θα είναι χαμηλότερος από τον μέσο πληθωρισμό στη ευρωζώνη. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έχει βελτιωθεί. Τώρα πια, ο μόνος παράγοντας που μπορεί να οδηγήσει σε ύφεση, είναι τα νέα μέτρα λιτότητας που ψηφίσαμε για το 2013. Αλλά αυτά, θα είναι λιγότερα από τα χρήματα που θα «πέσουν» στην αγορά, μόνο μέχρι τον Μάρτιο».
«Πρέπει με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, το οποίο έχει και εισπρακτικό χαρακτήρα και το όποιο αποτελεί παράλληλα προαπαιτούμενο για να πάρουμε τα υπόλοιπα χρήματα της δόσης, να εξοικονομήσουμε 2,3 δις ευρώ περίπου. Αυτή είναι η πραγματικότητα.Μπροστά σε αυτά τα δεδομένα, η κυβέρνηση είχε δυο δρόμους να ακολουθήσει. Ή θα προχωρούσε στην επιβολή νέων φόρων και σε αύξηση της υπάρχουσας φορολογίας ή θα ακολουθούσε το δρόμο που έχει ακολουθήσει με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο.Δεν αποτελεί την ολοκληρωμένη παρέμβαση που χρειάζεται σήμερα το φορολογικό μας σύστημα. Όλα γίνονται, όπως ανέφερα και στην αρχή της ομιλίας μου, κάτω από συνθήκες κρίσης. Θα υπάρξει στο άμεσο μέλλον και η δεύτερη φάση αυτής της παρέμβασης, που θα έχει να κάνει με τη φορολογική διοίκηση, τη φορολογική δικαιοσύνη και με αυτό που αποτελεί κυρίαρχο ζήτημα σήμερα, την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής.Όλα όμως τα βήματα αυτού του νομοσχεδίου, είναι προς τους στόχους που έχουμε διακηρύξει στον τομέα της φορολογίας. Όλα τα βήματα, κινούνται πάνω στις βασικές αρχές που έχουν διεθνώς γίνει αποδεκτές στην πράξη, στην πραγματική δηλαδή οικονομία».«Στο νομοσχέδιο επιχειρείται η ανακατανομή του φορολογικού βάρους, σε βάρος των υψηλών εισοδημάτων και σε όφελος των χαμηλών και των μεσαίων εισοδημάτων. Αυτοί που κερδίζουν, σε σχέση με τα όσα που πλήρωναν μέχρι τώρα, είναι το 80% των μισθωτών και των συνταξιούχων, που έχουν φορολογητέο ατομικό εισόδημα κάτω από 25.000 ευρώ. Και αυτοί που χάνουν, είναι το 15% των πιο υψηλών εισοδημάτων. Ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής ήταν μέχρι σήμερα 45%, όμως δεν εφαρμοζόταν παρά σε ελάχιστους. Τώρα θα είναι 42%, αλλά θα εφαρμόζεται στα εισοδήματα πάνω από 42.000 ευρώ, δηλαδή σε περισσότερους.Θα υπάρχουν όντως απώλειες σε ορισμένες περιπτώσεις, λόγω της κατάργησης του αφορολογήτου των παιδιών και των παλαιών πολυτεκνικών επιδομάτων. Θα υπάρχουν όμως και κέρδη, λόγω της επιδότησης από το πρώτο παιδί και του πρόσθετου πολυτεκνικού επιδόματος (από τα τρία παιδιά και πάνω).
Αν συνυπολογισθούν κέρδη και απώλειες, οι πολυτεκνικές οικογένειες με μεσαία και χαμηλά εισοδήματα, που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη στήριξης, τελικά κερδίζουν.Είναι μια προσπάθεια όντως πάνω σ’ ένα τεντωμένο σχοινί. Είναι όμως μια προσπάθεια να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα, με όσο το δυνατόν πιο δίκαιο τρόπο.Υπάρχουν πράγματι σημεία στο νομοσχέδιο που πρέπει να βελτιωθούν, για να αντιμετωπίσουμε αδικίες. Υπάρχουν επίσης πολλά πράγματα που θα θέλαμε να είναι διαφορετικά. Χαμηλότεροι συντελεστές στα κέρδη και στα εισοδήματα, χαμηλότερος ΦΠΑ, χαμηλότερος ΕΦΚ ιδιαίτερα στο πετρέλαιο θέρμανσης.Είναι πολύ δύσκολο να υπερασπίζεσαι αυτή την τραγική για την κοινωνία περίοδο, ένα εισπρακτικό φορολογικό νομοσχέδιο. Όμως, πρέπει να πετύχουμε, και να τους πετύχουμε φέτος, συγκεκριμένους στόχους στα έσοδα. Πρέπει να εξαλείψουμε φέτος το πρωτογενές έλλειμμα και να σταθεροποιήσουμε την οικονομία.Και εν πάση περιπτώσει, από την άλλη μεριά, η φορολογική αντιπρόταση των κομμάτων της Αντιπολίτευσης, είναι ένα άλμα στο κενό, ένα μετέωρο βήμα στα τυφλά που θα επιτείνει την ύφεση. Δεν υπάρχει δυστυχώς κάποια άλλη ρεαλιστική εναλλακτική πρόταση για τη φορολογία στην κατάσταση που βρίσκεται η χώρα».
Join the Conversation