ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΥΔΡΟΣΟΥ
Εκκλησία, σύμφωνα με τη γενική έννοια του όρου, είναι ο θεανθρώπινος οργανισμός που έχει κεφαλή τον Χριστό και μέλη όλους τους ανά τους αιώνες ανθρώπους που πίστευσαν και συνεχίζουν να πιστεύουν σ’ Αυτόν. Κύτταρο αυτού του οργανισμού στην επίγεια διάσταση του είναι η ενορία, δηλαδή η κάθε οργανωμένη τοπική Εκκλησία με επίκεντρο τον ενοριακό της ναό. Στο χωριό μας λοιπόν η Εκκλησία συνίσταται από την Ενορία του Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Πολυδρόσου, που σήμερα είναι ένα Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου και διοικείται από το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο σύμφωνα με τον νόμο 590/1977 της Ελληνικής Πολιτείας και τους κανονισμούς της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Όπως ακριβώς η απαρχή του χωριού μας είναι άγνωστη και μόνο με υποθέσεις προσπαθούμε να την κατανοήσουμε, το ίδιο συμβαίνει και με την Εκκλησία . Αυτό που μόνο έχουμε σαν παλαιότερο ιστορικό τεκμήριο είναι η χρονολογία 1577 , που και αυτή όμως είναι γραμμένη σε προϋπάρχοντα της χρονολογίας αυτής τοίχο του ναού.
Ο ΑΪ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ
Η εικόνα που αντικρίζουμε σήμερα ατενίζοντας την εκκλησιά μας οφείλεται στην ανακαίνιση – αναστήλωση που έγινε το 1970. Το μόνο παλιό στοιχείο που είναι εμφανές είναι η κεραμοπλαστική επιγραφή πάνω από την κόγχη του ιερού που φέρει τα γράμματα ΖΠΕ΄, και δηλώνουν το έτος κτίσεως του ναού, σύμφωνα με την αρχαιοελληνική γραφή και τον βυζαντινό τρόπο χρονολόγησης. ΖΠΕ΄ σημαίνει 7085 έτη από κτίσεως κόσμου. Αφαιρώντας από το 7085 τον αριθμό 5508 προκύπτει το έτος 1577( κατά τους 70 σοφούς που μετέφρασαν την Παλαιά Διαθήκη στην αρχαιοελληνική γλώσσα στην Αλεξάνδρεια τον β΄π. Χ. αιώνα, τότε δημιουργήθηκε ο κόσμος) . Κάτω από το παχύ στρώμα του σοβά υπάρχει ο πετρόκτιστος τοίχος πάνω στον οποίο στερεώθηκε η επιγραφή και κάτω από αυτόν ακόμα παλαιότερος τοίχος. Αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός ότι υπάρχουν τάφοι και κάτω από τα θεμέλια οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπήρχε ακόμα πιο παλιός ναός στον ίδιο χώρο . Αυτό συμβαδίζει και με το γεγονός ότι διασώζεται στη μονή Σωσίνου,( κοντά στον Παρακάλαμο ) στο βιβλίο της Προσκομιδής προς μνημόνευση, εγγραφή με ονόματα κατοίκων Βλαχωρίου, της εποχής του 15ου αιώνα.
Σύμφωνα με διηγήσεις παλαιοτέρων χωριανών που καταγράφηκαν, ο Αϊ-Δημήτρης επλήγη δύο φορές από πυρκαϊά, η πρώτη είναι άγνωστη, ενώ η δεύτερη ήταν το έτος 1888. Για την μορφή του ναού πριν από αυτήν την χρονολογία δεν έχουμε πληροφορίες. Εκείνο το έτος έγινε μια αναστήλωση που έδωσε την βασική τοιχοδομή που διασώζεται μέχρι σήμερα. Μάλιστα πριν την αναστήλωση του 1888 υπήρχε η σκέψη ο ναός να κτισθεί στην θέση που είναι ο Αϊ-Λιάς σήμερα , όμως αυτό τελικά δεν έγινε χάρη στη σθεναρή αντίδραση του Χρήστου Δημ. Μαρτίνη ( διήγηση Σωτηρ. Αποστ. Μαρτίνη ) .Τότε προστέθηκε το τμήμα από την σημερινή κύρια είσοδο και δυτικά αυτής ( πρώην γυναικωνίτης ), καθώς και το αίθριο στη βόρεια πλευρά του ναού( χαγιάτι ). Το έτος 1910 ανοικοδομήθηκε το παλιό καμπαναριό. Από την φάση 1888 – 1970 διασώζονται πολλές φωτογραφίες, τμήματα του τέμπλου, εικόνες του έτους 1889, ο μπρούτζινος πολυέλαιος, αρκετά λειτουργικά βιβλία και ιερά σκεύη. Πολλά από αυτά βρίσκονται στο Μουσείο του χωριού. Αξίζει να αναφέρουμε ότι διασώθηκε χάλκινο ρωμαϊκό κράνος του 2ου π.Χ. αιώνα που είχε χρήση καρβουνοδοχείου, το σήμαντρο, ένα Ευαγγέλιο του έτους 1811 και ένα Τετραβάγγελο που δεν φέρει ημερομηνία , η γραφή του όμως παραπέμπει στις πρώτες έντυπες εκδόσεις ( αρχές 17ου αιώνα ). Ο ναός δεν ήταν αγιογραφημένος σε αυτήν την χρονική περίοδο, εκτός από μία μόνο τοιχογραφία στην κόγχη της Προσκομιδής , άγνωστης χρονολογίας , η οποία δυστυχώς δεν διασώθηκε, αλλά αντικαταστάθηκε με νεώτερη το 1971 ( Η Άκρα Ταπείνωσις ). Γύρω από το ναό ήταν το νεκροταφείο και στην δυτική πλευρά του υπήρχε οστεοφυλάκιο. Με τις εργασίες ανακαίνισης ο χώρος ανασκάφθηκε και διαπιστώθηκαν τρία επίπεδα ταφής ,όλα τα οστά συγκεντρώθηκαν σε μεταλλικά κιβώτια και μεταφέρθηκαν στο νέο Κοιμητήριο στα όρια του οικισμού.
Στη βόρεια πλευρά του χώρου υπήρχε πέτρινο κτήριο με ισόγειο και όροφο , ονομαζόμενο κονάκι, που χρησιμοποιήθηκε σαν σχολείο μέχρι το 1930 και σαν κατοικία του ιερέα ή του δάσκαλου όταν ήταν ξενοχωρίτες και κατεδαφίστηκε τη δεκαετία του 1950. Ο χώρος που καταλάμβανε έγινε κήπος και τοποθετήθηκε εκεί η προτομή του Αναστ. Αναγνωστόπουλου. Κατά μια πληροφορία χτίσθηκε το 1864.Το έτος 1875 ήταν γραμμένο στο κτηματολόγιο του ναού, που διασώζεται στη Μητρόπολη Παραμυθιάς, χαρακτηρισμένο ως σχολείο. Σύμφωνα με μια θεωρία των ερευνητών ο ναός σε μια πρώιμη φάση του ήταν μοναστήρι ή μετόχι μονής και το κτίσμα αυτό ήταν το κελί ( κονάκι ) των μοναχών.
Την ανανεωτική μανία του 1970 δεν απέφυγε ούτε η Αγία Τράπεζα, της οποίας η πλάκα εντοιχίσθηκε στο νέο καμπαναριό και όλα κατέληξαν σε μια λαμπρή τελετή εγκαινίων υπό τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Μακαριστό Νικόλαο. Διασώθηκε όμως ως είχε το εξαιρετικό λιθόστρωτο δάπεδο, που στην αρχή καλύφθηκε εξ ολοκλήρου με μία μοκέτα , σήμερα όμως φαίνεται στην παλιά του μορφή.
Όλη η διαδικασία ανακαίνισης διασώζεται στο ” ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΣ Ι. Ν. ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΠΟΛΥΔΡΟΣΟΥ” που εκδώθηκε με επιμέλεια Χρυσοστόμου Λαμπρίδη, ο οποίος ως Πρόεδρος της Ερανικής Επιτροπής αλλά και εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου είχε ουσιαστική συμμετοχή σε κάθε επί μέρους ζήτημα. Όπως ο ίδιος πολλές φορές ανέφερε συγκεντρώθηκαν τότε περίπου 1.100.000 δραχμές , ποσό αντίστοιχο με περισσότερες από 4.000 χρυσές λίρες Αγγλίες , ή 1.200.000 σημερινά ευρώ!!! Σε αυτό το λεύκωμα μπορεί κανείς να διαβάσει την ιστορία του ναού, να δει παλιές φωτογραφίες, πρόσωπα που πρωταγωνίσθησαν τότε και περιγραφή της ημέρας των εγκαινίων. Ο Χρυσόστομος Λαμπρίδης ήταν το πρόσωπο που όχι μόνον στα έργα του Αγίου Δημητρίου ήταν ο προεξάρχων αλλά και σε όλα τα έργα εκκλησιαστικού ενδιαφέροντος είχε συμμετοχή και πρωτοβουλία για σχεδόν μισόν αιώνα. Για την όλη δράση του ανακηρύχθηκε Μεγάλος Ευεργέτης και τιμήθηκε με ” Αργυρόν Μεγαλόσταυρον ” του Αγίου Δημητρίου από τον Μητροπολίτη Σεβ/το κ. Τίτο , μετά από πρόταση του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου , την 26η Οκτωβρίου 2007 στις εκδηλώσεις για τα 430 έτη του ναού. Η παλαιότερη αρχειακή αναφορά που υπάρχει στη Μητρόπολη Παραμυθιάς σχετικά με την Εκκλησία Βλαχωρίου είναι του έτους 1827, όπου και αναφέρεται ότι το χωριό τότε είχε 13 σπίτια. Εκείνη την χρονολογία αναφέρονται δύο ιερείς στο χωριό. Ο ένας ήταν ο παπα-Γιώτης Μαρτίνης γόνος του γενάρχη των Μαρτιναίων και πρώτου κατοίκου της νεώτερης ιστορικής φάσης του χωριού Τάση-Μαρτίνη. Στη συνέχεια τον διαδέχτηκε ο παπα-Γιάννης άγνωστων λοιπών στοιχείων. Ακολούθησε ο παπα-Γιώτης ( Μάκος ) που ήταν εφημέριος το 1888 όταν καταστράφηκε ο ναός από πυρκαϊά. Για κάποιο χρονικό διάστημα μετά τον θάνατό του εξυπηρέτησε την ενορία ο παπα-Μάρκος ( Ράπελλας ) που ήταν πρωτοπρεσβύτερος και εφημέρευσε κυρίως στο Σοπετσέλι ( Δίλοφο ) Ζαγορίου. ( + 1906 ) Στη συνέχεια ο παπα-Θόδωρος ( Μαρτίνης ) που πέθανε το 1918 ,είχε διατελέσει σε μοναστήρι όπως φανερώνει ο τίτλος “Σακελλίων” που υπογράφει σε έγγραφο του 1898 και τον διαδέχτηκε ο παπα- Δημήτρης ( Διώχνος +1926 ). Στα επόμενα 22 χρόνια το χωριό εξυπηρετήθηκε από ξενοχωρίτες ιερείς, παπα-Σπύρος ( Γκοντόρης) από Ραβενή , 1927-1928, παπα-Νικόλας ( Πούλιας ) από Γρίμποβο ( 1928-1943) , τα επόμενα πέντε χρόνια κατά σειρά οι παπα- Κώστας από Δοβλά, παπα-Σωτήρης από Ελευθεροχώρι, παπα-Φίλιππας από Ραβενή, παπα- Γιώργης από Ζάλογγο, παπα- Δημήτρης από Φτέρη και Παπα- Κώστας από Οσδίνα. Από το 1948 μέχρι τις 23-12-1978 εφημέρευσε ο χωριανός μας παπα- Χρήστος ( Μπούντας ) . Επί της εφημερίας του έγιναν όλα τα αναστηλωτικά έργα των ιερών ναών του χωριού μας. Ο παπα- Χρήστος το 1948 φοίτησε για λίγο στην Ιερατική Σχολή Βελλάς και αργότερα έλαβε τον τίτλο του ” Οικονόμου”. Μετά τον θάνατό του υπηρέτησαν στο χωριό μας τρεις ιερείς μέχρι την 7-3-1999. Ο παπα-Βασίλης Πέτσης από την Τσορίλλα, ο παπα- Λευτέρης Μπούρμας από το Νεοχώρι και ο παπα- Γρηγόρης Χρήστου από την Οσδίνα. Στη συνέχεια ανέλαβε ο χωριανός παπα-Δημήτρης Μαρτίνης που χειροτονήθηκε Διάκονος στις 8-11-1998 και φοίτησε για τέσσερα χρόνια στη Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Βελλάς. Υπηρέτησε συγχρόνως ως το 2009 για 7,5 χρόνια στο Γραφείο Διοίκησης της Ιεράς Μητροπόλεως Παραμυθίας και από το 2009 τοποθετήθηκε μέλος του Ηγουμενοσυμβουλίου της Ι. Μ. Παγανιών με αρμοδιότητα και ευθύνη του Ιερού Μετοχίου Μίχλας.
Στο αρχείο γάμων της Μητρόπολης διασώζονται οι τελεσθέντες γάμοι από το 1900 και μετέπειτα με πρώτο Βλαχωρίτικο γάμο εκείνου του έτους , αυτόν του Ευάγγελου Αν. Λαμπρίδη με την σύζυγό του Μαρία. Διασώζεται επίσης και παλαιότερο σημείωμα , εγγυητικόν ελευθερογαμίας του Ιωάννου Διώχνου με την Αγγελική Μαρτίνη, του έτους 1898 , το προαναφερθέν με την υπογραφή του ιερέως ” Σακελλίων Θεόδωρος” .
Από τους ιεροψάλτες που για πολλά χρόνια υπηρέτησαν το ναό ξεχωρίζουν στις αρχές του 20ου αιώνα ο Γεώργιος Λάμπρου,( +1952) στη συνέχεια ο Ιωάννης Φώτσης ( +1993) και από το 2001 ο Γεώργιος Απ. Μαρτίνης που είναι και ο Πρόεδρος του χωριού με την μεγαλύτερη θητεία.
Από το 2009 και μετέπειτα το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο έβαλε σαν στόχο της 10/ετίας την όσο το δυνατόν πλησιέστερη αποκατάσταση και ανάδειξη του ναού στην μορφή που είχε πριν τις αναστηλωτικές εργασίες του 1970 ώστε να ανταποκρίνεται η εξωτερική τουλάχιστον εμφάνιση του στις απαιτήσεις του όρου ” Διατηρητέο Μνημείο”. Ήδη το 2011 υπάρχει έτοιμη μελέτη ” ΕΠΙΣΚΕΥΗΣ ΚΑΙ ΜΕΡΙΚΗΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ” που έχει εγκριθεί από την αρμόδια Αρχαιολογική Υπηρεσία και υποβλήθηκε στην Περιφέρεια Ηπείρου με καλές αξιώσεις:
Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ
Παρεκκλήσι του χωριού είναι ο Αϊ-Λιάς, βρίσκεται στο ανώτερο τμήμα του χωριού στη θέση που φέρει την ονομασία ‘ Παπαζήκου”. Από αυτό αφ΄ενός μαρτυρείται ότι εκεί κοντά υπήρχε κάποτε κατοικία ιερέως με το όνομα “Ζήκος”, αφ’ ετέρου η ανεύρεση παλαιότατου νεκροταφείου στις χωματουργικές εργασίες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι κάποτε ήταν εκεί παλιός ναός. Την δεκαετία του 1950 διασώζονταν μόνον εικονοστάσι και στη θέση του ανοικοδομήθηκε ο σημερινός ναός από τους τρεις απόδημους στην Αίγυπτο Βλαχωρίτες συνεταίρους Κωνσταντίνο Φώτση, Σταύρο Μάκο και Χρυσόστομο Λαμπρίδη το 1952. Την διετία 1963-1965 χρησιμοποιήθηκε σαν Δημοτικό Σχολείο , την εποχή που χτίζονταν το νέο σχολείο στο κέντρο του χωριού. Επίσης την διετία 1969-1970 αντικατέστησε τον ενοριακό ναό όταν γίνονταν στον Άγ. Δημήτριο οι αναστηλωτικές εργασίες. Το 1981 ανεγέρθηκε στην είσοδο του περιβόλου πέτρινο καμπαναριό με ηλεκτρικό ρολόι που σημαίνει τις ώρες , με ενέργειες του Χρυσόστομου Λαμπρίδη . Το 2001 προστέθηκε ο πέτρινος πρόναος και πλακοστρώθηκε το δάπεδο. Σήμερα συνήθως τελούνται στο ναό δύο Λειτουργίες το χρόνο καθώς και την περίοδο του Δεκαπενταύγουστου γίνεται τα απογεύματα η Παράκληση στην Θεοτόκο.
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΖΑΓΟΡΑΣ
Ο Ι. Ν. Κοιμ. Θεοτόκου βρίσκεται στη θέση Ζαγορά ( ή Ζαορά ) στη μέση της διαδρομής προς τον ποταμό Καλαμά και σε υψόμετρο περίπου 300 μέτρα. Το 1875 ο ναός ήταν ερειπωμένος και πέριξ αυτού υπήρχε εκκλησιαστικό αγροτεμάχιο 8 στρεμμάτων το οποίο μετά την απαλλοτροίωση του 1923, όπως συνέβη γενικά στη Θεσπρωτία , περιήλθε στους καλλιεργητες . Στις αρχές του 20ου αιώνα χτίστηκε ο ναός με τις διαστάσεις που έχει μέχρι σήμερα . Μετά το 1950 έγιναν κατά διαστήματα αρκετές επεμβάσεις – ανακαινίσεις στο χώρο. Εσωτερική ανακαίνιση από τους τρείς προαναφερθέντες κτήτορες του Αϊ-Λιά , αντικατάσταση στέγης από τον Στέφανο Ράπελλα, περίφραξη από τους αδελφούς Σουλούτα, κατασκευάστηκε μικρή τραπεζαρία, το 1996 τοποθετήθηκε καμπάνα 70 κιλών δωρεά του Ζαλογγίτη Μάνθου Ράπτη, το 2001 τοποθετήθηκε νέο τέμπλο, έγινε πλακόστρωση, ανακατασκευή της στέγης και το 2006 κατασκευάστηκε βρύση με τρεχούμενο νερό που έρχεται από το απέναντι βουνό και δάσος “Κουρί ” . To 2009 ξεκίνησε η κατασκευή και άλλων μικρών πέτρινων τραπεζαριών με δωρεά Γιάννη Ρωμανού και γενικά όλος ο χώρος αποτελεί ένα ειδυλλιακό τοπίο με τα βαθυΐσκιωτα πουρνάρια και το αέναο κελάρισμα του νερού , που μπορεί κανείς να το προσεγγίσει ακόμα και με αυτοκίνητο κατάλληλο για διαδρομές εκτός ασφάλτου.
Συνήθως τελούνται δύο Λειτουργίες το χρόνο, την Παρασκευή της Διακαινησίμου, ( Ζωοδόχου Πηγής ) και στις 15 Αυγούστου οπότε και κατεβαίνουν πάνω από 100 προσκυνητές. Σε όλη τη διάρκεια του έτους πολλοί επισκέπτονται το εκκλησάκι και ανάβουν τα καντήλια του, πολλοί έρχονται πεζοπορώντας κάτι που δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο αφού η απόσταση από το κέντρο του χωριού είναι περίπου 1000 μέτρα. Στο Μουσείο εκτίθεται πλάκα με επιγραφή δυσανάγνωστη που αναφέρει κτήτορα και χρονολογία του παλιού ναού, καθώς και εικόνα της Παναγίας επίσης από παλαιότερη φάση της ιστορίας του. Ο πέριξ χώρος σε κάποια περίοδο, ( 16ος – 17ος αιώνας κατά τους ιστορικούς ερευνητές του χωριού ) ήταν οικισμός όπως μαρτυρείται από τα ερείπια και τα σωζόμενα μέχρι σήμερα θεμέλια.
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Ο Αϊ-Γιώργης είναι εξωκκλήσι που κτίσθηκε το 1973 με δαπάνες του απόδημου στη Νότιο Αφρική Πολυδροσίτη Μάνθου Κων. Μαρτίνη. Ο αείμνηστος κτήτορας απεβίωσε λίγο αργότερα σε ηλικία μόλις 33 ετών . Προχώρησε στην ανέγερση του ναού μετά από προτροπή του Χρυσόστομου Λαμπρίδη για αναστήλωση των ιερών χώρων . Εκεί που ανεγέρθηκε ο ναός , η θέση ονομάζεται Σελλιό, ήταν χωράφι της οικογένειας του δωρητή και σώζονταν το δάπεδο και τα θεμέλια του τοίχου πολύ παλαιότερου και μεγαλύτερου ναού άγνωστης χρονολογίας. Όπως έλεγε ο μαστρο – Γιάννη Μαρτίνης όταν ξεκίνησαν τις εργασίες διέκριναν ίχνη σχεδίων και χρωμάτων και πέτρες από πορόλιθο ( είδος ελαφρόπετρας ) . Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπήρχε κάποτε στη θέση ναός με αγιογράφηση και θόλους. Γύρω από το ναό και σε όλη την κοντινή περιοχή ανευρίσκονται τάφοι και οστά ακόμη και σήμερα. Δυστυχώς η ανέγερση έγινε ακριβώς πάνω στα παλιά ίχνη και όλες οι πέτρες των ερειπίων χρησιμοποιήθηκαν στο χτίσιμο, έτσι δεν διασώθηκε κάτι που θα μπορούσε να μας δώσει σήμερα ιστορικές πληροφορίες ή τεκμηρίωση για τον παλιό οικισμό . Η πρώτη Λειτουργία έγινε την Τρίτη της Διακαινησίμου, 16 Απριλίου 1974, και έκτοτε κάθε χρόνο τελείται η Θεία Λειτουργία την Πασχάλια περίοδο . Αρχικά ο ναός ήταν πολύ απλά οικοδομημένος και αργότερα σταδιακά σοβατίστηκε εσωτερικά , πλακοστρώθηκε, μπήκε καινούρια οροφή , έγινε αλλαγή της στέγης και αποχωμάτιση γύρω από το ιερό όπου έμπαινε η υγρασία , τοποθετήθηκε μεγάλη καμπάνα και κατασκευάστηκε πρόστεγο .
Η ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
Το εξωκκλήσι της Αγίας Παρασκευής αναγέρθηκε το 1962 από τους Χρυσόστομο Λαμπρίδη και Σταύρο Μάκο εις μνήμη του συνεταίρου των Κων/νου Φώτση που απεβίωσε στο Κάιρο στις 17-2-1959. Ήταν η εποχή που η ΜΟΜΑ ( μονάδα μηχανικού του στρατού ) κατασκεύαζε στην περιοχή μας τον Εθνικό δρόμο Ιωαννίνων – Ηγουμενίτσας. Όπως ο ίδιος ο Χ. Λαμπρίδης γράφει, με την βοήθεια του βουλευτή Θεσπρωτίας Νικ. Αθανασίου επείσθη ο υπουργός Δημοσίων Έργων Σόλων Γκίκας και έδωσε εντολή στον υπεύθυνο αξιωματικό της ΜΟΜΑ να παράσχει κάθε δυνατή βοήθεια ώστε να κτισθεί η εκκλησία , έτσι αυτός διέθεσε την μπουλντόζα που ισοπέδωσε τον χώρο , επίσης την απαραίτητη πέτρα και άμμο, οι δε κτήτορες διέθεσαν τα εργατικά των χτιστάδων και εργατών που ήταν χωριανοί. Στη συνέχεια ζητήθηκε με επιστολές η συνδρομή χωριανών και φίλων να αποστείλουν χρήματα στον Χ. Λαμπρίδη , που φρόντισε ο ίδιος και την παραμικρή λεπτομέρεια έτσι ώστε στις 26 Ιουλίου 1963 να γίνει η πρώτη Λειτουργία και την επόμενη χρονιά τα εγκαίνια από τον Μητροπολίτη Τίτο Α’ , ο οποίος είχε προηγουμένως δώσει την έγκριση και το σχέδιο του ναού . Εκτός από τον ναό είχαν κατασκευασθεί τραπεζαρία πέτρινη με στέγαστρο για τον ίσκιο, στέρνα για να συγκεντρώνει το βρόχινο νερό , περίφραξη του χώρου και έγινε δενδροφύτευση με πεύκα , καστανιές και κυπαρίσσια. Στο ίδιο έγγραφο του Χ. Λαμπρίδη περιγράφονται πολλά άλλα γεγονότα αφορόντα την διαδικασία της ανέγερσης του ναού, της τελετής των εγκαινίων, επίσης λεπτομέρειες και περιγραφές ενδιαφέρουσες από όλη τη δράση του που αφορά στην Εκκλησία του χωριού και επίσης μαθαίνουμε ότι η βοήθεια και συμπαράσταση στο έργο του από τους απόδημους χωριανούς ήταν πολύ μεγάλη. Μετά το πέρας των εργασιών η Εκκλησία παραδόθηκε στο Εκκλησιαστικό Συμβούλιο με πρακτικό την 14-7-1964 και έκτοτε αυτό έχει τη διαχείριση της. Συν τω χρόνω η Αδελφότητα ανέλαβε την οργάνωση του πανηγυριού το οποίο συνεχίζεται μέχρι και σήμερα για πάνω από 40 χρόνια. Σε όλο αυτό το διάστημα έγιναν διάφορα έργα από τους φορείς του χωριού και διάφορους δωρητές, π.χ. συμπληρωματικές τραπεζαρίες, αποθήκη και χώρος για την ετοιμασία του φαγητού, αποχωρητήρια, ύδρευση από το δίκτυο , τσιμεντοστρώσεις , κατασκευάσθηκε πέτρινος πρόναος, αλλάχτηκε η στέγη από Ελλενίτ σε σύγχρονη με κεραμίδια και μόνωση, μπήκε καινούρια και μεγαλύτερη καμπάνα και έγινε ηλεκτροδότηση . Ο χώρος μεταμορφώθηκε σε ένα εξαιρετικό άλσος με το μεγάλωμα των δένδρων και λόγω της τοποθεσίας δίπλα στο δρόμο και κοντά στην είσοδο του χωριού είναι γνωστός σε πολύ κόσμο που τον επισκέπτονται ή στο πανηγύρι είτε σε όλη τη διάρκεια του έτους.
Μέχρι το τέλος του έτους 2008 όλη η κίνηση των αυτοκινήτων περνούσε από τον Εθνικό δρόμο Ιωαννίνων – Ηγουμενίτσας και ο χώρος προσφέρονταν για μια μικρή στάση για τους ταξιδιώτες , ιδίως μετά την κατασκευή μικρής τραπεζαρίας κοντά στο εκκλησάκι και δίπλα στην πέτρινη βρύση και τον πλάτανο που φυτεύθηκε εκεί την στιγμή που οι πρώτοι αστροναύτες πάτησαν στο φεγγάρι. ( 1969 Χ. Λαμπρίδης). Πολλοί από αυτούς ήσαν οι επισκέπτες του ναού , προ πάντων την ημέρα του πανηγυριού. Πολλοί από τους περαστικούς απέδωσαν ιδιαίτερη τιμή και ευλάβεια στο ναό γιατί βρέθηκαν σε δύσκολη στιγμή οδεύοντας προς το Νοσοκομείο Ιωαννίνων, ή διασώθηκαν από ατύχημα που τους συνέβη στον πολύστροφο και ολισθηρό δρόμο, όλοι αυτοί στη διάρκεια των χρόνων ήσαν αρκετοί και εξωτερίκευσαν με κάποιο τρόπο αυτή τους την πίστη. Βέβαια η διέλευση και στάθμευση πολλών και ποικίλων από το χώρο δημιούργησε και προβλήματα , όπως μικροδιαρρήξεις στο ναό και ρύπανση από λογής σκουπίδια στο χώρο. Κατά καιρούς έμπαινε και το ζήτημα εκμετάλλευσης του χώρου με κάποια μορφή παροχής υπηρεσιών προς τους διερχόμενους ( βενζινάδικο, αναψυκτήριο, ψησταριά κ.λ.) , σαν κοινοτική επιχείρηση , αλλά δεν ευδοκίμησε ποτέ. Από όταν μπήκε σε κυκλοφορία η Εγνατία Οδός η κίνηση σταμάτησε, οι περαστικοί είναι πλέον λιγοστοί , επίσης μειώθηκαν και οι επισκέπτες την ημέρα του πανηγυριού. Τώρα επιζητείται κάποιο σχέδιο ώστε να καταστεί δυνατή η προσέλκυση επισκεπτών με την ανάδειξη ήπιας μορφής τουρισμού , ώστεί να καταστεί δυνατή η προσέλκυση επισκεπτών με την ανάδειξη ήπιας μορφής τουρισμού , με κύριο οργανωτικό φορέα μια εταιρία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με την ευρύτερη δυνατή αντιπροσώπευση των κατοίκων.
ΛΟΥΤΣΑ ΚΑΙ ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
Η Αγία Παρασκευή βρίσκεται στις παρυφές του λόφου με την ονομασία Κουνιά στην κορυφή του οποίου υπάρχει κτήμα 10 στρεμμάτων της οικογένειας Σουλούτα. Κοντά στην καμπή του δημόσιου δρόμου κατασκευάστηκε αρχικά υπόστεγο που θα εξυπηρετούσε τους επιβάτες των λεωφορείων, δίπλα από αυτό πέτρινο εικόνισμα της Αγ. Παρασκευής και από την άλλη πλευρά μνημείο για την Εθνική Αντίσταση κατά της Γερμανικής κατοχής ( ΕΔΕΣ – ΕΟΕΑ ) . Όλα μπήκαν σε μια καγκελωτή περίφραξη και φυτεύθηκαν καλλωπιστικά δενδρύλια. Ανάμεσα σε αυτόν τον χώρο και την περίφραξη της Αγίας Παρασκευής βρίσκεται η “Λούτσα”. Πρόκειται για μια χωμάτινη ομβροδεξαμενή με σχήμα μάλλον ελλειπτικό, όπου συγκεντρώνονται τα νερά της βροχής με σκοπό το πότισμα των κοπαδιών. Η Λούτσα δεν ξέρουμε πότε και από ποιόν πρωτοκατασκευάστηκε. Αυτού του τύπου δεξαμενές νερού για το πότισμα των ζώων υπάρχουν σε πολλά μέρη και στο χωριό μας ακόμα σώζονται τουλάχιστον 15 , που ανήκουν σε κάποιους . Η Λούτσα αυτή εδώ ήταν ανέκαθεν κοινόχρηστη και μάλιστα την δεκαετία του 1950 διαπλατύνθηκε προς βορρά με “Προσωπική Εργασία” των χωριανών. ‘Ηταν μια πέρα για πέρα οικολογική λύση για την αποταμίευση νερού για τους θερινούς μήνες, που εκτός των άλλων και πλήθος άγρια ζώα και πτηνά πλησιάζανε για να ξεδιψάσουν . Ίσως δεν ήταν και η πιο “καθαρή λύση” , λόγω του στάσιμου νερού , όμως οι κτηνοτρόφοι που πότιζαν εκεί τα κοπάδια τους φρόντιζαν κάθε χρόνο όταν λιγόστευε το νερό να καθαρίζουν τον πυθμένα από τις λάσπες και άλλους ρύπους που μαζεύονταν λόγω του σχήματος του εδάφους και επιπλέον σαν ιερή υποχρέωση προς την Αγ. Παρασκευή που τους φιλοξενούσε στο χώρο πρόσφεραν κάθε χρόνο ένα σφάγιο για να ετοιμασθεί το ” γιαχνί ” του πανηγυριού. Τα τελευταία χρόνια που οι κτηνοτρόφοι μετρώνται στα δάκτυλα του ενός χεριού , μειώθηκε και το ενδιαφέρον για τη Λούτσα, μένει εκεί πιο πολύ για ανάμνηση παρά για χρήση. Ορισμένοι μάλιστα χωριανοί , όχι βέβαια κτηνοτρόφοι, κατά καιρούς προσπάθησαν να πείσουν το σύνολο ότι είναι άχρηστη και περιττή και θα έπρεπε να μπαζωθεί και να ισοπεδωθεί ο χώρος. Υπήρχαν όμως και πολλές αντίθετες απόψεις , που θεωρούσαν ότι το σημείο, σαν έργο παλιό και τοπωνύμιο μαζί θα πρέπει να παραμείνει. Προέκυψε συγχρόνως και ένα ζήτημα πιο ήταν το ακριβές ιδιοκτησιακό καθεστώς της περιοχής. Υπήρχε όντως μία σύγχυση και ήταν πραγματικά ασαφές για σαράντα και πλέον χρόνια ποια ήταν τα όρια των αγροτεμαχίων 459 και 460 και 161 τα οποία είχαν σχέση με τον χώρο της Εκκλησίας. Ακόμα και οι κτήτορες του ναού δεν είχαν προχωρήσει σε τοπογραφική διερεύνηση, αλλά και οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες δεν γνώριζαν επακριβώς τα όρια.
Όπως προκύπτει από έγγραφα του αρχείου της Ενορίας Πολυδρόσου, ο Ιωάννης Ράπελλας είχε παραχωρήσει το αγρόκτημά του ( αρ. 459 ) πριν κτισθεί ο ναός και είχε δεχθεί τις ευχαριστίες του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου τότε, επίσης ο Λουκάς Σουλούτας παραχωρούσε όσο χώρο τυχόν θα χρειαζόταν και το 1971 ο Μάρκος Ράπελλας ως κληρονόμος του πατέρα του , Χρήστου Παπαμάρκου παραχώρησε γραπτώς τον αγρό του ( αρ. 460 ) και μάλιστα υπήρξε πράξη αποδοχής εκ μέρους του Εκκ/κού Συμβουλίου εγκριμένη από την Μητρόπολη. Έγινε μια πρώτη τοπογράφηση του χώρου από ιδιώτη τοπογράφο που κλήθηκε από τον εφημέριο, όμως επειδή δεν ανεβρέθηκαν τα τριγωνομετρικά σημεία που περιέβαλαν το χώρο ( Κουνιά, Ζυγαριά, Αμπέλια , Χάρτης Διανομής 1936) δεν ήταν ακριβής κατά την εφαρμογή της στο έδαφος. Σε αυτήν την σχεδίαση έγινε προσπάθεια να απεμπλακεί η πρόσβαση προς το κτήμα “Κουνιάς” από τον χώρο του ναού. Στη συνέχεια με πρωτοβουλία κατοίκων του χωριού ανέλαβε υπάλληλος της Τοπογραφικής Υπηρεσίας της Νομαρχίας ο οποίος μετά από αρκετές προσπάθειες κατέθεσε τελικό σχεδιάγραμμα του χώρου εξαρτώμενο από δύο τοπογραφικά σημεία σε αρκετή απόσταση ευρισκόμενα ( Πλάκα, Λούτσι).
Με την μπλε γραμμή ορίζεται ο περιφραγμένος χώρος . Με την κίτρινη η πρώτη τοπογραφική σχεδίαση και με την κόκκινη η οριστική τοπογράφηση και εφαρμογή της . Έτσι σύμφωνα με αυτή μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι ο ναός βρίσκεται στο ΒΑ αγροτεμάχιο με αριθμό 459 που ανήκε στον Ιωάννη Ράπελλα , ενώ η πρόσβαση στον χώρο του ναού και προς στην Κουνιά βρίσκεται στο 460 που ανήκε στον Χρήστο Παπαμάρκου. Η Λούτσα κατά το μεγαλύτερο μέρος της βρίσκεται μέσα στα ανωτέρω τεμάχια που έχουν συνολικό εμβαδόν 11 στρέμματα και η πρόσβαση σε όλον αυτόν τον χώρο είναι ελεύθερη όχι μόνο για τους ντόπιους αλλά και τους περαστικούς, είτε για επίσκεψη , ξεκούραση και αναψυχή ή για προσκύνημα στο ναό. Ο χώρος έχει μια ποικιλία από πυκνά και μεγάλα δένδρα με πλούσιον ίσκιο, ύπάρχει πόσιμο νερό διαρκώς και η θέα προς το Πολύδροσο είναι εξαιρετική.
Εντύπωση προκάλεσε τον Ιούνιο του 2010 το άνοιγμα από άγνωστους οπής στο έδαφος βάθους 1,30 μ. σε απόσταση 1 μέτρο ανατολικά του Ιερού, πράγμα που οδηγεί στη σκέψη ότι επρόκειτο για έρευνα αρχαιοκαπήλων. Ήταν όμως μια τόσο επιπόλαιη ενέργεια σε ένα χώρο που διαμορφώθηκε μόλις το 1962 και τίποτα δεν παραπέμπει σε κάτι παλιό ή επρόκειτο για κάτι άλλο; Πάντως έχουν αναφερθεί και σε ΄’αλλους ναούς της περιοχής παλαιότερους φυσικά, παρόμοια περιστατικά.
ΤΟ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ
Όπως προαναφέραμε το παλιό νεκροταφείο ήταν γύρω από την κεντρική εκκλησία , τον Άγιο Δημήτριο. Νεκροταφείο παμπάλαιο , όπως ανακάλυψαν στις εργασίες αναμόρφωσης του περιβόλου . Εκεί γίνονταν η ταφή των νεκρών και κατά την εκταφή τα οστά τοποθετούντο στο πέτρινο οστεοφυλάκιο που ήταν χτισμένο στον δυτικό τοίχο του περιβόλου. Τώρα βέβαια δεν υπάρχει τίποτα που να θυμίζει τον παλιό χώρο, αφού από το 1967 καταργήθηκε μετά από απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου και κατασκευάστηκε το νέο νεκροταφείο στη θέση Αμπελάκι. Την μετεγκατάσταση τεκμηρίωσαν λόγοι Υγειονομικοί και η πολύ κοντινή απόσταση του σχολείου με το χώρο. Όλος ο χώρος ανασκάφθηκε , έγινε περισυλλογή των οστών και μεταφορά στο νέο οστεοφυλάκιο. Η δαπάνη για την κατασκευή του χώρου καταβλήθηκε από την Αδελφότητα και του ναϊδρίου των Αγ. Κων/νου & Ελένης, όπου αρχικά κατασκευάστηκε το νέο οστεοφυλάκιο , από τους Χρ. Λαμπρίδη και Σταύρο Μάκο. Για την αποπεράτωση όλων έργων των διαβάζουμε σε επιστολή του 1978 ( Χρυσ. Λαμπρίδη ) κατάλογο 46 ονομάτων με συνολική προσφορά 95400 δραχμών. Αξιοσημείωτο να αναφερθεί η προσφορά του Καθηγητή – Ιατρού Γεωργ. Καλλίστρατου με ποσό 40000 δρχμ. Με το πέρασμα των χρόνων διαπιστώθηκε η ανεπάρκεια του χώρου και έγινε το 1990 επέκταση προς βορρά. Προς τον χώρο της επέκτασης το 2000 με δωρεά Σταύρου Μάκου κατασκευάστηκε δρόμος για αυτοκίνητο, πράγμα που έδωσε λύση στην προσέγγιση στον χώρο που γινόταν μόνο με ιδιαίτερα απότομο πεζόδρομο μέχρι τότε. Ο δρόμος αυτός τελικά τσιμεντοστρώθηκε το 2009. Μέσα στο ναΐδριο που προαναφέραμε δημιουργήθηκε χώρος όπου τοποθετήθηκαν 22 μεγάλα μεταλλικά κιβώτια με τα οστά που με ευλάβεια περισυνελέγησαν στο παλιό νεκροταφείο γύρω από τον Άγιο Δημήτριο. Με το πέρασμα των χρόνων αυτός ο χώρος φάνηκε πολύ μικρός , χωρίς εξαερισμό και φωτισμό και με 1 μέτρο σχεδόν μέσα στο έδαφος .
Το 2008 τελείωσε η επέκταση καθ’ ύψος του οστεοφυλακίου που έγινε πάλι με δωρεές χωριανών με πιο σημαντικές της Δήμητρας Γ. Μήτση, Μαργαρίτας Μ. Μαρτίνη και Δήμητρας Εμ. Λαμπρίδη. Τώρα πλέον όλο το οίκημα του Κοιμητηρίου περιλαμβάνει τρεις χώρους . Στο επίπεδο του εδάφους είναι ο χώρος του ” ναϊδρίου ” και ο χώρος των προ του 1967 κεκοιμημένων. Στο ” Υπερώον ” βρίσκονται όλοι όσοι απεβίωσαν μετά από αυτό το έτος και έγινε εκταφή, ακόμη και πολλοί χωριανοί από αλλού μετακομισθέντες στην γενέτειρα. Αυτός ο χώρος χρησιμοποιείται πλέον σήμερα και μια άποψη του εσωτερικού του βλέπουμε στην πιο πάνω φωτογραφία.
Τον Αύγουστο του 2011 ξεκίνησε μια προσπάθεια να απαλαγούμε από το πρόβλημα της λάσπης που συνήθως υπάρχει από τον Οκτώβριο ως τον Μάιο, με την δημιουργία “προκατασκευασμένων” μνημάτων , όπως γίνεται στα σύγχρονα νεκροταφεία των πόλεων.
Μετά την εκσκαφή , χτίσθηκαν 4 μνήματα, καλύφθηκαν με πλάκες από “ελαφρομπετόν” στις οποίες μπήκαν χειρολαβές για τον χειρισμό και όλη η επιφάνεια καλύφθηκε με κατάλληλο υλικό ( άμμος και ψηφίδα) που δεν λασπώνει. Αν η προσπάθεια έχει καλή πορεία , μετατρέποντας ένα τμήμα κάθε χρόνο, σε 5 έως 7 χρόνια θα ολοκληρωθεί η αλλαγή. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι βεβαίως το οικονομικό και σε δεύτερη μοίρα οτι πρέπει να περάσουν κάποια χρόνια μέχρι να γίνουν οι εκταφές και να μείνουν κενά μνήματα.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Έγινε μια προσπάθεια να παρουσιασθεί σφαιρικά και με την απαιτούμενη σοβαρότητα η ανάπτυξη του κάθε επί μέρους ζητήματος στο κεφάλαιο ” ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΟΛΥΔΡΟΣΟΥ “. Βέβαια το υλικό που υπάρχει δεν εξαντλείται επί του παρόντος. Συν τω χρόνω ελπίζουμε να είμαστε σε θέση να το εμπλουτίσουμε περισσότερο. Ο σκοπός είναι να γίνει ευρύτερα γνωστό πόσο μεγάλη προσπάθεια απαιτείται ώστε να συντηρείται και να είναι επισκέψιμο και ευπαρουσίαστο κάθε τμήμα του εκκλησιαστικού μας χώρου. Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο σε ένα χωριό που το χειμώνα οι κάτοικοί του δεν υπερβαίνουν τους 50 και το καλοκαίρι φτάνουν για μια σύντομη περίοδο τους 250. Είναι πράγματι εκπληκτικό πως μπορούν να συντηρούνται αυτοί οι 6 χώροι με τόσο πενιχρά μέσα. Η δύναμη φυσικά αντλείται από τη θέληση και την πίστη του καθενός και όλων μαζί συγχρόνως και η ανταμοιβή δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από την ηθική και μόνο ικανοποίηση του αισθήματος ότι είμαστε μέτοχοι και συνεχιστές μιας παράδοσης που είναι ζωντανή αιώνες τώρα στον τόπο μας. Σε πολλούς αρέσει να μιλούν και να διατείνονται για την παράδοση . Τι όμως μπορεί να συγκριθεί με την ζωντανή και αυθεντική, αδιάσπαστη και συνεχιζόμενη Ιερή μας Παράδοση; Να πιστεύει κανείς και ενεργεί όπως οι πρόγονοί του σε όλο το φάσμα της ζωής του. Από τη γέννηση ως το θάνατο, τη βάφτιση , το γάμο, τον εκκλησιασμό και αγιασμό, τις γιορτές και τα πανηγύρια και τόσα άλλα σοφά επιλεγμένα να εμπλουτίζουν και να δίνουν νόημα στη ζωή των μελών της Εκκλησίας . Αυτό το νόημα έχει ανάγκη ο άνθρωπος ειδικά σήμερα σε τούτη τη σύγχρονη εποχή της εικονικής πραγματικότητας , της παγκοσμιοποίησης , της σύγχυσης ιδεών, του καταναλωτισμού και τόσων άλλων φαινομένων που ναι μεν από τη μια κάνουν τη ζωή εύκολη , από την άλλη όμως οδηγούν τελικά σε τραγικά αδιέξοδα. Η Εκκλησία συνεχίζει και σήμερα όπως και πάντα να μας καλεί ( εκ – κλήση > εκκλησία ) κοντά της για ζωή , ζωή πραγματική και περίσσευμα ζωή
Join the Conversation