Έχοντας ασφαλή και πνευματικά κριτήρια, αγωνιζόταν να ομοιωθεί με το Θεό, μέσω των αρετών και των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος, γιατί γνώριζε με πνευματικη πείρα, ότι χωρίς τις αρετές της πίστεως, της ελπίδος και κυρίως της αγάπης, η ψυχή υστερεί και αδυνατεί να κοινωνήσει με το Θεό της αγάπης. Αλλά ο θεοφόρος ιεράρχης δεν αρκούνταν μόνο θεωρητικά στις αρετές. Προχωρούσε στην ένωση με το Θεό μέσω της αγάπης προς τον συνάνθρωπο. Άλλωστε, είναι κοινή συνείδηση στην Εκκλησία η διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου: «Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον. Και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν… Και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου, και εάν παραδώ το σώμα μου ίνα καυθήσωμαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι». Παρακινούμενος ο Άγιος από αυτή του την αγάπη, δεν σταμάτησε να ευεργετεί τους ανθρώπους μέσα από τα θαύματα που επιτελούσε, τόσο αυτούς που αποτελούσαν το ποίμνιό του, όσο και άλλους που τον καλούσαν σε μακρυνά μέρη, όπως η τότε πρωτεύουσα του κράτους, η Κωνσταντινούπολη.
Κύριο ποιμαντικό μέλημά του, βέβαια, δεν ήταν άλλο από τη σωτηρία των ψυχών των ανθρώπων. Αυτό που αποτελεί ουσιαστικά και διαχρονικά την αποστολή των ποιμένων της Εκκλησίας στον κόσμο. Ο Χριστός μας διαβεβαίωσε, ότι ήλθε στον κόσμο για «να λύσει τα έργα του σκότους» και είναι πικρά διαπιστωμένο, ιδιαίτερα στη δική μας εποχή, ότι ο σατανάς κάνει τη «δουλειά» του με επιτυχία. Πέτυχε να αποσπάσει την προσοχή του ανθρώπου από την προσωπική μέριμνα για την εσωτερική του θεραπεία από τα ψυχικά του νοσήματα και να τον παρασύρει σε μία αλόγιστη εξωστρεφή περιπλάνηση, σε μια διανοητική και συναισθηματική «αλητεία», με αποτέλεσμα να μην ξέρει «πόθεν έρχεται και που υπάγει», σύροντας τα κουρασμένα και ασταθή βήματά του εδώ κι εκεί, τραγικός κυνηγός σκιών, «άσωτος υιός», μακριά από την πατρική του στέγη, που είναι ο «έσω» άνθρωπος, ενοποιημένος με τον Χριστό. Οι ποιμένες, όπως ο Άγιός μας, προσπαθούν να αποκαταστήσουν την αληθινή όψη των πραγμάτων και να επαναφέρουν τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό σε ισορροπία. Γιατί όταν ο Χριστός γεμίσει την ψυχή με τα ενεργήματα της πίστεως, της ελπίδος, της χαράς, της αγάπης, που «μεθούν» τον άνθρωπο και τον κάνουν «ωραιότερο απ’ όλους τους ωραίους, πλουσιώτερο απ’ όλους τους πλουσίους και δυνατώτερο απ’ όλους τους ισχυρούς», πώς μπορεί να παγιδευθεί στο χώρο των ατελείωτων ανταγωνισμών και διεκδικήσεων και δικαιωμάτων σε διαφόρων μορφών αγαθά, τη στιγμή που σαν αληθινό τέκνο του Θεού τρέφεται με τα υπέρτατα αγαθά, που μας προσέφερε ο γλυκύτατος Κύριος;
Είναι κοινή διαπίστωση, ότι στην εποχή μας αντιστράφηκαν οι όροι και οι λέξεις έχασαν το νόημά τους. Τα κάτω, τα μικρά, τα ανάξια λόγου τα βάλαμε στα επάνω σκαλοπάτια της κλίμακας των αξιών και τα μεγάλα στα χαμηλά. Σεβόμαστε, αναγνωρίζουμε και ηρωποιούμε τους μικρούς και τους ανάξιους, αντί τους μεγάλους και τους άξιους. Τους μεγάλους ευεργέτες της ανθρωπότητας, τους κορυφαίους της επιστήμης, των τεχνών και των γραμμάτων, τους ήρωες της πίστεως και της πατρίδας τους περιφρονούμε, δεν τους αναγνωρίζουμε. Είναι δυστυχώς, βέβαιο ότι, οι περισσότεροι, κυρίως από τη νέα γενιά, γνωρίζουν πιο πολλά για τους διάφορους ηθοποιούς, τραγουδιστές, χορευτές, ποδοσφαιριστές, παρά για τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, για τον Θεμιστοκλή, τον Πύρρο και τον Αλέξανδρο, για τον Κολοκοτρώνη,τον Μακρυγιάννη ή τον Διονύσιο τον Φιλόσοφο και τους άλλους ήρωες της πατρίδας μας, που όμως χάρη στις θυσίες τους απολαμβάνουμε εμείς τώρα την ελευθερία μας.
Το ίδιο ισχύει και για τις μεγάλες μορφές της πίστεώς μας. Λίγοι – ακόμη και σε τοπικό επίπεδο – γνωρίζουν, πέρα από το όνομα, κάτι περισσότερο για τον Άγιο Δονάτο και τους άλλους Αγίους της Θεσπρωτίας. Και επειδή ακριβώς υπάρχει αυτή η κατάσταση της ανατροπής των πάντων, στην κλίμακα των αξιών, επειδή τους πραγματικά μεγάλους τους βάζουμε στα κατώτερα σκαλοπάτια των αξιών και βάλαμε ψηλά τους μικρούς και αγωνιζόμαστε να τους μοιάσουμε, αυτούς τους αναξίους, γι`αυτό, εάν θέλουμε την αλήθεια, την τάξη και την ορθότητα, έχουμε καθήκον και υποχρέωση να καθοδηγούμε τους ανθρώπους στα σωστά και τα πρέποντα, παρουσιάζοντας τις αληθινά μεγάλες προσωπικότητες και προβάλλοντάς τες, όχι σαν μουσειακό έκθεμα στα ράφια της ιστορίας, αλλά σαν φωτεινά παραδείγματα προς μίμισιν.
Πρέπει να καταλάβουμε, ότι τέτοιες ηρωικές και άγιες μορφές μας χρειάζονται – ιδιαίτερα στις μέρες μας. Από αυτές πηγάζει η σοφία της εμπειρίας και ο πλούτος της αγιότητος. Είναι στο χέρι μας να τις εκμεταλλευθούμε και να κερδήσουμε.
Αρχιμ. Μεθοδίος Ντελής
Ηγούμενος Ιεράς Μονής Γηρομερίου
Join the Conversation