Η αντισυστημική ψήφος αποτελεί μορφή πολιτικής έκφρασης που στρέφεται εναντίον του κατεστημένου πολιτικού συστήματος. Δεν πρόκειται απλώς για μια διαφωνία με συγκεκριμένες πολιτικές, αλλά για μια βαθύτερη απόρριψη του τρόπου λειτουργίας του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του. Στην ουσία αντανακλά πραγματικά προβλήματα και δυσλειτουργίες των σύγχρονων δημοκρατιών. Η περίπτωση της Κωνσταντοπούλου στην Ελλάδα αναδεικνύει τόσο τις δυνατότητες όσο και τους περιορισμούς της αντισυστημικής πολιτικής.
Η αντισυστημική ψήφος εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους:
- Υποστήριξη κομμάτων και υποψηφίων εκτός του παραδοσιακού πολιτικού φάσματος
- Επιλογή λευκού ή άκυρου ψηφοδελτίου ως ένδειξη διαμαρτυρίας
- Συνειδητή αποχή από την εκλογική διαδικασία
- Στροφή προς ριζοσπαστικά κόμματα του δεξιού ή αριστερού άκρου
Αυτό που διαφοροποιεί την αντισυστημική ψήφο από την απλή εναλλαγή κομμάτων στην εξουσία είναι η επιθυμία για θεμελιώδεις αλλαγές στους πολιτικούς θεσμούς και τους κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού. Αλλά πότε και γιατί γεννιέται η αντισυστημική ψήφος;
Η αντισυστημική ψήφος δεν εμφανίζεται εν κενώ. Γεννιέται όταν συντρέχουν συγκεκριμένες συνθήκες που κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στο πολιτικό σύστημα. Αυτό συμβαίνει όταν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού βιώνουν οικονομική δυσπραγία ενώ οι ελίτ φαίνεται να παραμένουν αλώβητες, η εμπιστοσύνη στο σύστημα καταρρέει. Στην Ελλάδα της κρίσης είδαμε την κατάρρευση του δικομματισμού και την άνοδο νέων πολιτικών δυνάμεων.
Οταν γενικευται η αισθηση της πολιτικής διαφθοράς και τα επαναλαμβανόμενα πολιτικά σκάνδαλα με την αίσθηση ατιμωρησίας των ισχυρών, δημιουργούν βαθύ χάσμα μεταξύ πολιτών και πολιτικής τάξης. Όταν οι πολίτες πιστεύουν ότι «είναι όλοι ίδιοι», στρέφονται σε υποψηφίους που παρουσιάζονται ως “αμόλυντοι” από το σύστημα. Όταν οι θεσμοί αδυνατούν να επιλύσουν χρόνια προβλήματα (δικαιοσύνης, μετανάστευση, ανεργία, εγκληματικότητα), οι πολίτες αναζητούν ριζικές λύσεις εκτός των συμβατικών πολιτικών προσεγγίσεων. Το ίδιο συμβαίνει οταν παραtηρείται πολιτιστική και κοινωνική αποξένωση Η αίσθηση ότι οι παραδοσιακές αξίες και ταυτότητες απειλούνται από την παγκοσμιοποίηση και τις ραγδαίες κοινωνικές αλλαγές τροφοδοτεί την αντισυστημική τάση, ιδιαίτερα προς τη συντηρητική πλευρά.
Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, που πρωταγωνιστεί αυτές τις μέρες, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα πολιτικής φυσιογνωμίας που ενσαρκώνει την αντισυστημική προσέγγιση στην ελληνική πολιτική σκηνή. Το πολιτικό προφίλ της χαρακτηρίζεται απο νομική προσέγγιση, αξιοποιεί την ιδιότητά της ως δικηγόρου για να προσδώσει κύρος στον αντισυστημικό της λόγο, καταγγελτικός λόγος, με έντονα προσωποποιημένες επιθέσεις κατά πολιτικών αντιπάλων και θεσμών, και δικαιωματικός λόγο, που παρουσιάζεται ως εκείνη τη φωνή που αρνείται να υποκύψει στη συστημική αφήγηση.
Πού μπορεί να οδηγήσει η αντισυστημική ψήφος; Η ιστορία μάς δείχνει ότι τα αποτελέσματα ποικίλλουν. Μπορεί να οδηγήσει σε ανάδειξη αυταρχικών ηγετών, Ουγγαρία, και μεσω πολιτικής πόλωσης σε αδυναμία σχηματισμού σταθερών κυβερνήσεων. Η Ιταλία αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα χώρας όπου η αντισυστημική ψήφος οδήγησε σε μακροχρόνια πολιτική αστάθεια.
Μπορεί όμως να οδηγήσει σε θετικές εξελίξεις γιατί σε κάποιες περιπτώσεις, η αντισυστημική ψήφος λειτουργεί ως μηχανισμός ανανέωσης, αναγκάζοντας το πολιτικό σύστημα να προσαρμοστεί και να ενσωματώσει νέες φωνές και αιτήματα. Οπότε το κρίσιμο ερώτημα για το μέλλον είναι κατά πόσο η αντισυστημική ψήφος μπορεί να μετουσιωθεί σε εποικοδομητική πολιτική δύναμη που συνεισφέρει στην αναγέννηση των δημοκρατικών θεσμών. Το μεγάλο στοίχημα για τις δημοκρατίες μας είναι να αφουγκραστούν τα μηνύματα της αντισυστημικής ψήφου και να μετασχηματίσουν τους θεσμούς ώστε να ανταποκρίνονται στις κοινωνικές προσδοκίες.
«Η ψήφος κατά του συστήματος είναι ψήφος υπέρ της αλλαγής΄΄, για αυτό και το μεγάλο ζητούμενο πρέπει να είναι η μετατροπή της διαμαρτυρίας σε δημιουργική δύναμη ανανέωσης των θεσμών. Όπως έχει δείξει η ιστορία, από την αντισυστημική πίεση μπορούν να προκύψουν πιο υγιείς και ανθεκτικές δημοκρατίες – αρκεί να υπάρχει χώρος για διάλογο και προσαρμογή.