Τα όσα συμβαίνουν στην κοινωνία και τα διαβάζουμε και τα ακούμε και τα βλέπουμε, μόνο μελαγχολία και απογοήτευση και παραφροσύνη μπορούν να προκαλέσουν σ’ έναν λογικό, σ’ έναν «νορμάλ» άνθρωπο.
Και μόνο η ειδησεογραφία των τελευταίων ημερών, αποκαλύπτει μια θλιβερή και άκρως ανησυχητική πραγματικότητα της κοινωνίας, την οποία, αν δεν ανοίξουμε γρήγορα τα μάτια μας να τη δούμε και να την αντιμετωπίσουμε, στο τέλος θα μας συντρίψει.
Και το ερώτημα προκύπτει αβίαστα: Σε τι κοινωνία ζούμε, Θεέ μου;
Όχι ότι και παλαιότερα απουσίαζαν τα κάθε είδους εγκλήματα ή η κοινωνία ήταν «αγγελικά» πλασμένη, ενδεχομένως να μην είχαμε επαρκή ή καθόλου πληροφόρησή τους, αλλά τώρα, στην αποθέωση, έτσι νομίζουμε και διακηρύττουμε, του πολιτισμού και της τεχνολογίας, η αγριότητα και η βαρβαρότητα και η αναλγησία έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Οι εξελίξεις είναι τρομακτικές και σε έκταση και σε ποιότητα. Τραβάμε με αφροσύνη το δρόμο του χάους.
Αν αναζητήσουμε τα αίτια και τα αιτιατά της κοινωνικής παρακμής, θα διαπιστώσουμε ότι είναι πολυπαραγοντικά.
Ευθύνη έχουν τα άτομα, ως μονάδες και ως σύνολο, που εξανδραποδίζονται και αφηνιάζουν, παρασυρμένα σ’ έναν αυτοκαταστροφικό κατήφορο, οι οικογένειες, που διαλύονται, το σχολείο, που δεν μορφώνει, αλλά παραμορφώνει, η Πολιτεία, που αδιαφορεί, η Εκκλησία, που δεν καθοδηγεί, τα νοσηρά πρότυπα, που προβάλλονται, οι πνευματικές αξίες, που χάθηκαν, η πίστη, που παρέλυσε, και ο κατάλογος είναι μακρύς. Σπείραμε θύελλες και τώρα θερίζουμε καταιγίδες, κατά τη λαϊκή παροιμία.
Και η αίσθηση και το χειρότερο η βίωση της ηθικής κατρακύλας, που σημαίνει απώλεια ανθρωπιστικών και ψυχικών αποθεμάτων και αντανακλαστικών, όλο και περισσότερο εδραιώνεται.
Βέβαια να ξεκαθαριστεί ότι δεν είναι όλη η κοινωνία σάπια, υπάρχουν τα υγιή κομμάτια της, μακριά από μας κάθε προσπάθεια ισοπέδωσης των πάντων.
Αλλά όσο δεν αντιδρούν σ’ αυτή τη λαίλαπα και σιωπούν, όχι μόνο δεν αντιστρέφεται η κατάσταση, αλλά αποκτά ακόμη μεγαλύτερο χώρο.
Εκείνο, το οποίο λείπει στις ημέρες μας, δεν είναι οι ορθώς σκεπτόμενοι άνθρωποι, υπάρχουν τέτοιοι, αλλά λείπουν οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι για να αλλάξει η νοσηρή καθημερινότητα, και κυρίως εκείνοι, που έχουν το θάρρος και την τόλμη να παλέψουν, έστω και μόνοι, για να ξεφύγουμε από την ανασφάλεια, την αγωνία και το φόβο και να ξανάρθει η κανονικότητα και η χαρά.
Ας πάψουμε να δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα τα ορατά, αλλά και τα αόρατα, σκιάχτρα, που θέλουν να μας στραγγαλίσουν την καρδιά, την ευαισθησία, το δικαίωμα να είμαστε άνθρωποι.
Δυστυχώς οι αλλαγές στις κοινωνικές και εκπαιδευτικές δομές ή στα πολιτικοοικονομικά πεπραγμένα, που κατά καιρούς επιχειρούνται, αγνοούν τον βασικό παράγοντα της ζωής, που λέγεται άνθρωπος. Δηλαδή πρόκειται για αλλαγές έξω από μας, που αφήνουν ανέγγιχτο το μέσα μας.
Πολύ εύστοχα το λέει το τραγούδι του Νίκου Παπάζογλου: “Όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν…”.
Ουσιαστικά τίποτα δεν αλλάζει, μια και ο άνθρωπος παραμένει ο ίδιος. Όλα τα άλλα αν αλλάξουν, τίποτα δεν αλλάζει, αν ο άνθρωπος δεν μεταβληθεί εσωτερικά.
Μπροστά στην κατρακύλα, δυστυχώς πετάμε…τα όπλα και σηκώνουμε τα χέρια ψηλά, παραδιδόμαστε άνευ όρων και αιχμαλωτιζόμαστε. Μιλάμε για μια επώδυνη κατάσταση, και αλλοίμονο σ’ εκείνον, που είναι καταδικασμένος να την ζει. Και να σκεφτεί κανείς ότι ο καθένας ξεχωριστά και όλοι μαζί αποφασίζουμε για τον εαυτό μας μια τόσο φριχτή και απαίσια τύχη.
Η σθεναρή αντίσταση των υγιών ανθρώπων και θεσμών είναι η θεραπεία για την μερίδα εκείνη της κοινωνίας, που καταρρέει και καταπίπτει κατακλυσμιαία, όχι σαν απλό κατάπλασμα με σκοπό την παροδική αντιμετώπιση των άρρωστων συμπτωμάτων, σαν οι πρώτες βοήθειες σ’ έναν περίγυρο, που πάσχει και απειλείται θανάσιμα, αλλά με ασυμβίβαστο πόλεμο κατά του κακού, το οποίο έφτασε σε σημείο απροχώρητο και δεν υπάρχουν περιθώρια αναμονής και ανοχής και χρονοτριβής, και το γκρέμισμά του.
Ας γίνουμε, όσοι μπορούμε και θέλουμε, γκρεμιστάδες, ξεριζωτές, πολέμιοι του κακού, όπου και να το συναντούμε, κρατώντας το φως του μυαλού μας άσβεστο.
Να βλέπουμε τη ζωή με αγνό και καθαρό μάτι. Κοντά μας να μην ζυγώνει η σκοτεινιά, η αμφιβολία, η θολούρα.