Ο Σωτήριος Βούλγαρης, όπως μαρτυρεί η πράξη βαφτίσεώς του, γεννήθηκε στην οθωμανοκρατούμενη Παραμυθιά στις 5/18 Μαρτίου 1857: « Τη 14 του αυτού μηνός (Φεβρουαρίου) του 1911 εξεδόθη πιστοποιητικόν βαπτίσεως Σωτηρίου Γεωργίου Βούλγαρη, γεννηθέντα τη 18 Μαρτίου 1857 έτους, εκ γονέων ευσεβών Γεωργίου Βούλγαρη και Ελένης Γεωργ. Στρουγγάρη, βαπτισθέντος την 25ην του αυτού μηνός υπό του Ιωάννου, εφημερίου Παραμυθιάς, υπ΄ αναδόχου Βασιλείου Στρουγγάρη». Έμελλε να είναι το μοναδικό παιδί που επέζησε από τα έντεκα που απέκτησαν στον έγγαμο βίο τους ο Γιώργης και η Ελένη. Ο Σωτήριος έλαβε στοιχειώδη μόρφωση καθώς από πολύ μικρή ηλικία εργαζόταν στο κατάστημα του πατέρα του στο κέντρο της πόλης, στην θέση «Κριθαροπάζαρο», μαθαίνοντας και ασκώντας και αυτός σύμφωνα με την οικογενειακή παράδοση, την τέχνη της αργυροχοΐας. Εκεί, πατέρας και γιός κατασκεύαζαν και πωλούσαν τα ασημένια δημιουργήματά τους, όπως περιδέραια, βραχιόλια, πόρπες, κουμπιά, θήκες και ζώνες.
Όμως, η Παραμυθιά των παιδικών και νεανικών χρόνων του Σωτήριου, δεν ήταν και το ιδανικό μέρος για να ζεις. Οι συνεχείς εξεγέρσεις των Ελλήνων χριστιανών και η προσάρτηση όλο και περισσοτέρων απελευθερωμένων εδαφών στο Βασίλειο της Ελλάδος, κυρίως σε βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, εξαγρίωναν το μουσουλμανικό στοιχείο και της οθωμανικές αρχές, οι οποίες με κάθε ευκαιρία ξεσπούσαν το μένος τους στους άμαχους χριστιανούς και όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Κραψίτης για μια από αυτές τις εξεγέρσεις: «όλα από τις πράξεις των Τούρκων μεταβλήθηκαν σε αληθινή κόλαση». Λόγω της ανεξέλεγκτης βίας λοιπόν και της αναρχίας που επικρατούσε στην Παραμυθιά, της πυρκαγιάς του 1873 που κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος του κέντρου της Παραμυθιάς, μαζί και το κατάστημα της οικογένειας, αλλά και μιας απόπειρας ληστείας το 1876, η οικογένεια Βούλγαρη αποφάσισε το επόμενο έτος να μετακομίσει στην κοντινή Κέρκυρα που από το 1864 είχε προσαρτηθεί στο Βασίλειο της Ελλάδος. Στο ισόγειο ενός σπιτιού στο Σαν Ρόκο, άνοιξαν ένα μικρό κατάστημα και εκεί ο Σωτήριος γνώρισε τον μετέπειτα συνεργάτη του, επίσης βλάχικης καταγωγής αργυροχόο Δημήτριο (Τάκη) Κρέμο, από τo Νυμφαίο της Φλώρινας, ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα αργυροχρυσοχοΐας στα Βαλκάνια. Ο Κρέμος που γνώριζε πολύ καλά την τέχνη της αργυροχρυσοχοΐας και κινούνταν μεταξύ Ιόνιων Νήσων και Ιταλίας είναι πιθανόν ο άνθρωπος που τον έπεισε να δοκιμάσει την τύχη του στην γείτονα χώρα. Το 1880 ο Σωτήριος Βούλγαρης μαζί με τον Κρέμο μεταναστεύουν στην Ιταλία. Αποβιβάστηκαν στο Μπρίντιζι και το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς άνοιξαν στη Νάπολη στην Piazza dei Martiri το πρώτο τους κατάστημα. Όμως η άμετρη εγκληματικότητα της πόλης, και συγκεκριμένα οι συνεχείς διαρρήξεις, τους αναγκάσαν να το εγκαταλείψουν και να μετακομίσουν στην Ρώμη το 1881.
Στην Αιώνια Πόλη, αρχικά πουλούσαν τα χειροποίητα κοσμήματά τους, βραχιόλια και σκουλαρίκια, σε πάγκο στο ύπαιθρο και συγκεκριμένα έξω από την Γαλλική Ακαδημία. Οι τοπικές αρχές όμως δεν επέτρεπαν την πώληση χωρίς άδεια στο ύπαιθρο αλλά αυτή τη φορά η τύχη ήταν με το μέρος τους. Γρήγορα βρήκαν στέγη στο κατάστημα ενός Έλληνα σφουγγαρά ονόματι Κινδύνης στη Λεωφόρο Trinità dei Monti, ο οποίος τους παραχώρησε λίγο χώρο στην βιτρίνα του για την έκθεση των δημιουργιών τους. Τα δημιουργήματά τους σύντομα προκάλεσαν αίσθηση στην τοπική αγορά με κατακόρυφη αύξηση των πωλήσεων κυρίως σε εύπορους τουρίστες, αλλά έπειτα από διαφωνίες, οι δύο συνέταιροι χώρισαν τους δρόμους τους και ο Σωτήριος Βούλγαρης το 1884, άνοιξε το πρώτο του κατάστημα, στη ίδια περιοχή, στη Via Sistina στον αριθμό 85 με την επωνυμία «Old Curiosity Shop». Η συνεχής αύξηση των πωλήσεων οδήγησε στο άνοιγμα του διάσημου καταστήματος της Via dei Condotti, στον αριθμό 28 το 1894. Ένα τρίτο και μεγαλύτερο κατάστημα στην ίδια οδό στον αριθμό 10 ιδρύθηκε το 1905 το οποίο θα αποτελέσει και την ναυαρχίδα του διάσημου οίκου, ενώ τα τρία καταστήματα συνυπάρχουν για αρκετά χρόνια. Από το 1895 έως και το 1897 η εταιρεία S. BULGARI αριθμούσε άλλα τέσσερα κοσμηματοπωλεία σε τουριστικούς προορισμούς στην Ιταλία (Σαν Ρέμο, Νάπολη, Μπέλατζιο, Σορέντο). Ο Σωτήριος εκτός από εμπνευσμένος δημιουργός αποδείχτηκε, παρά την στοιχειώδη μόρφωσή του, άριστος και ευφυής επιχειρηματίας. Βλέποντας ότι η εμπορική κίνηση στη Ρώμη μειώνεται τους καλοκαιρινούς μήνες, άνοιξε δύο καταστήματα στο Σεν Μόριτς, καθώς και μπουτίκ στην Ποντρεσίνα, στο Ενγκαντίν, και τη Λουκέρνη, στα σπουδαιότερα δηλαδή ελβετικά θέρετρα της υψηλής κοινωνίας. Έως το 1913, με την βοήθεια των υιών του Κωνσταντίνου-Γεώργιου και Λεωνίδα-Γεώργιου, η επιχείρηση συνέχισε να αναπτύσσεται με γρήγορους ρυθμούς και με συνεχής ανοδική πορεία έφτασε να συγκαταλέγεται στους κορυφαίους οίκους πολυτελών αντικειμένων.
Ο Σωτήριος το 1888, παντρεύτηκε, πιθανόν στην Κέρκυρα, την επίσης βλάχικης καταγωγής Ελένη Μπάσιου με την οποία απέκτησε έξι παιδιά: τον Κωνσταντίνο-Γεώργιο (1889-1973), το Λεωνίδα-Γεώργιο (1890-1966), τη Μαρία-Αθηνά (1891-1976), τη Σοφία (1893-1908), την Αλεξάνδρα (1895-1984) και τον Σπυρίδωνα (1897-1932). Απεβίωσε στη Ρώμη το 1932 σε ηλικία 75 ετών. Μετά τον θάνατό του, κατόπιν επιθυμίας του, οι γιοι του διέθεσαν στη μνήμη του το ποσό του 1.075.000 δραχμών για την ανέγερση του Δημοτικού Σχολείου Παραμυθιάς. Το ελληνικό κράτος διέθεσε άλλο 1.000.000 δραχμές για την αποπεράτωση του μοναδικού αυτού κτίσματος. Η προτομή του Σωτήριου Βούλγαρη κοσμεί τον αύλειο χώρου του πρώην Α΄ Δημοτικού Σχολείου Παραμυθιάς και το όνομα του έχει δοθεί σε μια από τις κεντρικές πλατείες της πόλης.
*Ο Δονάτος Μπόλοσης είναι ιστορικός, ερευνητής της τοπικής ιστορίας της Θεσπρωτίας
και συγγραφέας του βιβλίου Ο Μίχο Λίας (1918-2013).