Ο παλιός ιστορικός ναός του αγίου Δημητρίου, στo Βυζαντινό Πάρκο της Οσδίνας (σημερινό όνομα Πέντε Εκκλησιές) Παραμυθιάς και ειδικότερα στον σωζόμενο μεσαιωνικό οικισμό, μικρών διαστάσεων, είναι ένα μνημείο.
Παρ’ ότι σε καμία επιγραφή δεν αναγράφεται η ημερομηνία ανέγερσής του, ωστόσο από τους αρχαιολόγους πιθανολογείται ότι κτίστηκε στα μέσα του 17ου αι.
Και αυτό συνάγεται από την απλή αρχιτεκτονική δομή του κτιρίου, πρόκειται για μονόχωρο ναό, διαστάσεων 10,50μ. Χ 5,30μ. , με μεταγενέστερη προσθήκη το νάρθηκα, στη δυτική πλευρά του, ενώ είναι κτισμένος με ορθογωνισμένους και πλακοειδείς ασβεστόλιθους μεσαίου μεγέθους.
Αλλά και από τις τοιχογραφίες, που είναι όμοιας τεχνοτροπίας με άλλους ναούς της ίδιας περιόδου του οικισμού.
Από τα τέλη του 2010 έως τα μέσα του 2015 έγιναν ανακαινιστικές εργασίες. Το 2007 αντικαταστάθηκε η στέγη, ενώ αργότερα αποκαταστάθηκε το δάπεδο του ναού, ανακατασκευάστηκε το πεζούλι στη νότια πλευρά του, τοποθετήθηκαν ξύλινα κουφώματα και στέγαστρο πάνω από την είσοδο του ναού.
Τα υλικά γι’ αυτές τις εργασίες από την 8η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων δώρισε η Όλγα Νικολάου.
Οι κάτοικοι της Οσδίνας δείχνουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ενδιαφέρον για τους ναούς και κάνουν ό,τι μπορούν για να τους διατηρήσουν.
Ο ναός του αγίου Δημητρίου εντάσσεται στο Βυζαντινό Αρχαιολογικό Πάρκο Οσδίνας, ο ανακαινισμός του οποίου ολοκληρώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 2020 και περιλαμβάνει θρησκευτικά μνημεία, αλλά και άλλα κτίσματα.
Ωστόσο από τότε έχει αφεθεί στην τύχη του, χωρίς να έχει γίνει κάποια προσπάθεια προβολής και τουριστικής αξιοποίησής του εκ μέρους των αρμόδιων φορέων.
Στη βραχώδη ράχη “Παλιοχώρα”, σε φυσικά οχυρή θέση στην ανατολική όχθη του Καλαμά, κάτω από το χωριό Πέντε Εκκλησιές, στην έξοδο του ποταμού από το στενό φαράγγι, αιώνες αργότερα από την εγκατάλειψη του ελληνιστικού οικισμού, από τον οποίο μικρά μόνο τμήματα της πολυγωνικής οχύρωσής του διατηρούνται, ιδρύθηκε η βυζαντινή Οσδίνα ή Ουζντίνα.
Οι παρεμβάσεις, που έγιναν, από τον Αύγουστο του 2012 έως το Σεπτέμβριο του 2015, περιλάμβαναν εκτεταμένους καθαρισμούς, ανασκαφικές έρευνες, συστηματικές εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης των ναών και των οικιών, συντήρηση των τοιχογραφιών, τοπογράφηση της περιοχής, δημιουργία διαδρομών επισκεπτών, πινακίδες πληροφόρησης και έκδοση αρχαιολογικού οδηγού.
Οι διαδρομές επισκεπτών, σύμφωνα με μαρτυρίες κατοίκων, έχουν κλείσει από τη βλάστηση και πάλι…
Να σημειωθεί ότι πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή κατά τη διάρκεια των υστεροβυζαντινών (13ος-14ος) και πρώτων μεταβυζαντινών (15ος -17ος) αιώνων. Κατά την παράδοση, στον οικισμό της Ουζντίνας υπήρχαν δέκα ναοί.
Σήμερα εντοπίζονται οκτώ ναοί και μία σκήτη, εκ των οποίων διατηρούνται σε καλή κατάσταση οι ναοί της Κοίμησης της Θεοτόκου, των Ταξιαρχών, του Αγίου Αθανασίου, του Αγίου Δημητρίου και του Προφήτη Ηλία, ενώ οι ναοί του Αγίου Ιωάννη, του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Γεωργίου σώζονται σε επίπεδο θεμελίωσης.
Οι δύο επιβλητικοί ναοί (Ταξιαρχών, Κοίμησης Θεοτόκου), που βρίσκονται στο κέντρο του οικισμού, χρονολογούνται στον 16ο και 17ο αιώνα αντίστοιχα. Εσωτερικά είναι κατάγραφοι με τοιχογραφίες που αποτελούν εξαιρετικά δείγματα ζωγραφικής του 17ου αιώνα.
Όποιος επισκεφθεί αυτό τον χώρο θα νιώσει ότι η σιωπή πυργώνεται παντού και όλα τα τα τυλίγει ένα μαγικό μαγνάδι.
Εν τούτοις δεν χάθηκαν τα πάντα μέσα σ’ αυτά τα τείχη. Από πολύ μακριά, αιώνες πίσω, φτάνει ένα ξεθυμασμένο βουητό, που “ξεσπάει” στο τοπίο και στον ξάστερο ουρανό.
Και χαράσσει μια καινούργια ελπίδα. Φως πλησιάζει στις καρδιές και μεταφέρει το μεγάλο ιδανικό του πολιτισμού, που άνθισε, και τα απομεινάρια του, τον κρατάνε ακόμη ζωντανό.