Αλβανοί κλέφτες είχαν αφαιρέσει πριν χρόνια την μπιστόλα του Σουλιώτη οπλαρχηγού Μάρκου Μπότσαρη, που εκτίθονταν στο Λαογραφικό Μουσείου Πωγωνιανής, μαζί με άλλα εκθέματα (όπως στολίδια αξίας από τοπικές φορεσιές κ.λπ.).
Η μπιστόλα του θρυλικού Μάρκου Μπότσαρη, αλλά και τα άλλα εκθέματα, βρέθηκαν από την αλβανική αστυνομία, καθώς συνελήφθησαν στη γειτονική χώρα οι Αλβανοί δράστες, που τα είχαν αφαιρέσει.
Και επιστράφηκε στο Μουσείο Πωγωνιανής, σε μια… τελετή παράδοσης στο Αργυρόκαστρο, όπου συμμετείχαν αρμόδιες αρχές και από την αλβανική και από την ελληνική πλευρά.
Και έτσι οι επισκέπτες θα έχουν τη δυνατότητα και πάλι να βλέπουν το ιστορικό αυτό κειμήλιο.
Αλλά τι σχέση είχε ο Μάρκος Μπότσαρης με το Πωγώνι;
Έζησε εκεί και συγκεκριμένα στον Κακόλακκο επί επτά ολόκληρα χρόνια, από το 1813 έως το 1820.
Τον Ιανουάριο του 1813 ο Αλή πασάς έστησε παγίδα στον Κίτσο Μπότσαρη, τον πατέρα του Μάρκου. Το αρματολίκι Ραδοβιζίου (περιοχή Βουλγαρελίου Άρτας) το είχε παλαιότερα ο πατέρας του Γεώργιος Μπότσαρης.
Έπειτα από την καταστροφή του Σουλίου ο Αλής το παραχώρησε στο Γώγο Μπακόλα.
Με δόλιο τρόπο διέδωσε τώρα ότι θα το δώσει στον Κίτσο Μπότσαρη, μετά τη συμφιλίωσή τους. Έτσι πήγε στο Βουλγαρέλι να τακτοποιήσει τα σχετικά, αλλά νωρίτερα είχε διατάξει την εξόντωσή του από τον Μπακόλα. Όπως και συνέβη.
Μετά τη δολοφονία του πατέρα του ο Μάρκος με την από δεύτερο γάμο οικογένειά του, τη σύζυγό του Χρυσούλα, κόρη του αρματωλού της Πρέβεζας Χρηστάκη Καλογήρου και τις δύο κόρες του (στον Κακόλακκο απέκτησε και ένα γιο τον Δημήτριο), εγκαταστάθηκε στον Κακόλακκο.
Οι κάτοικοι όχι μόνον του Κακολάκκου αλλά και των γύρω χωριών, αγαπούσαν και εκτιμούσαν το Μάρκο. Στην αρχή, στο διάστημα που επισκευάζονταν η Κούλια (ο Πύργος) στον Κακόλακκο, ο Μάρκος παρέμεινε στη Βήσσανη.
Μορφές όπως ο Μάρκος Μπότσαρης μας θυμίζουν τη φάλαγγα των μαρτύρων και των ηρώων του Έθνους. Τα ηρωικά και ομηρικά πρόσωπα, που θυσιάστηκαν για την πατρίδα, που αντιμετώπισαν θαρραλέα το θάνατο, που δεν υπήρξαν προσκυνημένοι.
Τον δρόμο, που περνάει από τα πλατώματα του μαρτυρίου και της θυσίας ακολούθησε πρόθυμα ο Μάρκος Μπότσαρης, γιατί νωρίς συνειδητοποίησε πως ανήκε σε γένος, που ήταν προορισμένο να ζήσει ελεύθερο.
Γι’ αυτό συμμετείχε στην ανάσταση της αντρείας και συνετέλεσε ο τόπος αυτός να παραδοθεί χωρίς τυράννους στις επόμενες γενιές.
Είναι αλήθεια ότι δεν μπορεί ένας πεζός λόγος να περιγράψει σε όλη την έκτασή της και να υμνήσει κατάλληλα την προσωπικότητα του Μάρκου Μπότσαρη, ο οποίος πότισε με το αίμα του και το πνεύμα του το δέντρο της ελευθερίας.
Και συνέβαλε καθοριστικά να γίνει το Σούλι αιώνιος βωμός της Ελληνικής ελευθερίας, ώστε διαχρονικά να υψώνεται των χρέος όλων μας προς αυτόν και τους υπόλοιπους αγωνιστές.
Οι ήρωες του Σουλίου, όπως ο Μάρκος Μπότσαρης, συμβολίζουν την ακατασίγαστη και άσβεστη φλόγα για την ελευθερία, την προσταγή της αφοσίωσης και της αγάπης προς την πατρίδα, την ανάδειξη και την απόδειξη της αληθινής αρετής.