Η φετινή διαφημιστική καμπάνια του Υπουργείου Τουρισμού υπό τον τίτλο «Ελλάδα: εμπειρία ζωής» παρουσιάζει τη χώρα μέσα από τα μάτια μιας συμπαθητικής κατά τ’ άλλα Αγγλίδας, που έρχεται στην Ελλάδα για καλοκαιρινές διακοπές και την συνεπαίρνει το ανέγγιχτο τοπίο, οι πλούσιες γεύσεις, οι αυθόρμητοι άνθρωποι και η απλότητα σε κάθε είδους δραστηριότητα, με αποτέλεσμα μια εμπειρία που της αλλάζει τη ζωή! Μόνο που αυτά συμβαίνουν μπροστά από τις κάμερες, γιατί πίσω από τις κάμερες η Ελλάδα είναι πράγματι μια εμπειρία ζωής, και μάλιστα πολύ αρνητική…
Την ώρα που η κυβέρνηση ετοίμαζε …μέτρα για την «προστασία» από τον καύσωνα (!!!), έγκυος ξενοδοχοϋπάλληλος εξυπηρετούσε μέσα στο λιοπύρι πελάτες στην πισίνα του ξενοδοχείου, σερβιτόρος – δύτης στη Ρόδο, μαθητευόμενος μάγειρας στην Κρήτη που τσουρουφλίστηκε που τον κρύψανε στο ψυγείο με τα κρέατα, νεολαίος που τον χτύπησαν με τσουγκράνα στην Πάργα, επειδή ζήτησε τα δεδουλευμένα του και πολλά ακόμα που «θάβονται» από την εργοδοσία (!!!).
Και ενώ τα νούμερα των επισκεπτών σημειώνουν νέα ρεκόρ μετά από τρεις σεζόν ανεργίας και απραξίας, η «βαριά βιομηχανία» συνεχίζει να λειτουργεί «στον αυτόματο», με θύματα τόσο τους εργαζομένους όσο και τους τουρίστες.
Η πλήρης αποδιοργάνωση και οι πολύωρες ουρές στο δημοφιλέστερο μνημείο της χώρας το τελευταίο διάστημα, την Ακρόπολη της Αθήνας, σίγουρα αποτελούν από μόνα τους μια μοναδική «εμπειρία». Άνθρωποι με προαγορασμένα πανάκριβα εισιτήρια συνωστίζονται για ώρες κάτω από τον καυτό ήλιο, περιμένοντας να μπουν στον χώρο και, όταν καταφέρουν να ανεβούν μέχρι πάνω, έχουν να αντιμετωπίσουν επιπλέον συνωστισμό μέσα στο μνημείο, αλλά και στην έξοδο από αυτό. Αυτό συμβαίνει γιατί η Ακρόπολη, αν και συγκεντρώνει κόσμο μαζικά ήδη από τη δεκαετία του 50, και παρά τον πολυδιαφημιζόμενο εκσυγχρονισμό του ελληνικού κράτους, δεν έχει ακόμα ηλεκτρονικά εισιτήρια με ζώνες επίσκεψης, αλλά ούτε είχε ποτέ και ένα ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης των επισκεπτών ως όφειλε, όπως διαπιστώνει η UNESCO.
Αλλά η ταλαιπωρία δεν σταματά εκεί: Τα νησιά έχουν δημιουργήσει ένα δικό τους «status quo», που είναι υπεράνω κρατικών ελέγχων και κοινής λογικής. Καταπατήσεις και αυθαιρεσίες, ανατιμήσεις κι αισχροκέρδεια (είναι γνωστά τα «χρυσά» καλαμάρια της Μυκόνου), ανεπάρκειες σε υποδομές και καταγγελίες να δίνουν και να παίρνουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλοί επισκέπτες έχουν ήδη «μαυρίσει» τη Μύκονο και τη Σαντορίνη, οι κρατήσεις στα νησιά αυτά είναι ήδη κάτω από το αναμενόμενο και οι «tour operators» στέλνουν τους τουρίστες σε γειτονικές χώρες με χαμηλότερες τιμές.
Όσο για τα έσοδα από τον τουρισμό, το μεγαλύτερο ποσό των πακέτων, το εισπράττουν οι «tour operators» στις έδρες των καπιταλιστικών μητροπόλεων και οι μεγάλες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, που με σύστημα «all inclusive» αφήνουν μόνον ψίχουλα στην τοπική οικονομία
Όλοι οι υπόλοιποι είναι μπροστά από τις κάμερες, με κουστούμια και χαμόγελα, να μιλούν για τη «βαριά βιομηχανία», για το νέο ρεκόρ στον τουρισμό, για το απαράμιλλο ελληνικό καλοκαίρι και για τον Παρθενώνα, που η θέα του και μόνο αποζημιώνει και σε κάνει να ξεχνάς την όποια ταλαιπωρία (sic)! Ταυτόχρονα, αυτοί οι ίδιοι κάνουν κάθε είδους εξυπηρετήσεις στους τουριστικούς πράκτορες και στους εφοπλιστές, για τους οποίους μόνο τα (υψηλά) νούμερα μετράνε…
Αποτελεί τραγική επιβεβαίωση η πρόβλεψή μας το 1981, όταν μπαίναμε στην ΕΟΚ, ότι «θα γίνουμε τα γκαρσόνια των Ευρωπαίων», αφού αυτό προβλέπει ο Ευρωενωσιακός καταμερισμός εργασίας, μέσα από την καταστροφή του πρωτογενούς – δευτερογενούς τομέα και την διάλυση του παραγωγικού ιστού της χώρας μας.
Κατά τα άλλα το εργοδοτικό ξεσάλωμα γίνεται όλο και πιο απειλητικό για την ίδια τη ζωή των εργαζομένων. Όσο για το δικαίωμα στις διακοπές και την αναψυχή, αυτό πια μοιάζει όλο και περισσότερο με «ανέκδοτο» για όσους ζουν κι εργάζονται στη χώρα μας…
Ποιος αλήθεια από τους κατοίκους της Θεσπρωτίας μπορεί να απολαύσει τις μοναδικές παραλίες των Συβότων και της Πέρδικας, οι οποίες, πέρα από το γεγονός ότι χτίστηκαν βάρβαρα, έχουν καταληφθεί από ένα δάσος ομπρελοκαθισμάτων, με αδυναμία στάθμευσης και με τιμές Μυκόνου. Να είναι καλά το Δρέπανο – πριν έλθει ο Γκριμάλντι – αν και εκεί οι άδειες για καντίνες είναι πάρα πολλές, έτσι που το δάσος των ομπρελών έχει αντικαταστήσει τα δέντρα που ξεραίνονται κάθε χρόνο, αφού κανένας, από την εποχή της δημαρχίας Π. Λιάκου, δεν φρόντισε να φυτέψει ένα δέντρο, μαζί με τα δέντρα του Πεζοδρόμου που αφέθηκαν και αυτά στην τύχη τους.
Στην ίδια λογική κινούνται οι αυτοδιοικητικοί άρχοντες πανελλαδικά και στην Ηγουμενίτσα, όπου 1-2 ακόμη παραλίες που απέμειναν, όπως αυτή της «Ελιάς» δίνονται από το Δήμο «αντί πινακίου φακής», σε ιδιώτες, αποστερώντας στον καθένα να τις απολαύσει και να δείξει στο παιδί του πως είναι μια φυσική παραλία, χωρίς όλον αυτόν τον ορυμαγδό της ψευτοανάπτυξης.
Αλλά και στις υπόλοιπες παραλίες, στις οποίες έχουν δοθεί από τον Δήμο υπερβολικός αριθμός αδειών για την τοποθέτηση ομπρελοκαθισμάτων για συγκεκριμένα μέτρα, οι ιδιώτες, ανεξέλεγκτα, έχουν καταλάβει όλο το χώρο των παραλιών, με αποτέλεσμα να μη μπορούν να σταθούν κάποιοι πέρα από αυτές, μέχρι του σημείου να τις κάνουν ιδιωτικές.
Μόνον ένα κίνημα κατοίκων και εργαζομένων για την απελευθέρωση των παραλιών, για ανθρώπινες συνθήκες εργασίας των νέων παιδιών, μπορεί να βάλει φραγμό στα σχέδια αυτά εξανδραποδισμού ανθρώπων και καταστροφής φυσικού περιβάλλοντος
Join the Conversation