Το ερώτημα διατυπώθηκε με το τέλος πρόσφατης ημερίδας στον ξενώνα Σουλίου που πραγματοποίησε ο Πολιτιστικός Σύλλογος Αυλοτόπου σχετικά με τη Μελισσοκομία και την κτηνοτροφία. Ήταν στην Ιστορική Κιάφα, κάτω από το περίφημο κάστρο της και ανάμεσα στα δυο αγέρωχα και αιωνόβια πλατάνια από την εποχή των Σουλιωτών, όπου είχαν συγκεντρωθεί οι εκλεκτοί επισκέπτες και προσκυνητές και που άκουγαν με ολάνοιχτα αυτιά τους άθλους μιας χούφτας ανθρώπων και έβλεπαν με δέος εκείνη την ελάχιστη άκρη της Ελληνικής γης, ανάμεσα σε απόκρημνα βουνά, μέσα σε σουβλερά βράχια και χαώδεις λαγκαδιές. Πίσω από τον ήλιο, όπως θα έλεγε γλαφυρά ο λαός μας. Συγκεκριμένα το ερώτημα ήταν: μα πώς ήταν δυνατόν ο ανυπότακτος εκείνος λαός, όσο γενναίος κι αν ήταν, να είχε απλωθεί η φήμη του σε όλη την Ευρώπη;
Εύλογο ερώτημα. Θεωρώ πως πολλοί είναι αυτοί που το έχουν αλλά δεν το εκφράζουν.
Οι Σουλιώτες δεν περίμεναν να γίνουν γνωστοί κατά τις δύο λαμπρές περιόδους των μεγάλων αγώνων τους. Τη μία, δηλαδή, στη διάρκεια της εποποιίας εναντίον του Αλή Πασά (1789 -1803), που έληξε με το ολοκαύτωμα του Κουγκίου, και την άλλη όταν επανήλθαν στο Σούλι (1820 -1822), αρχικά εναντίον και πάλι του Αλή Πασά και, μετά την ήττα και τον αποκεφαλισμό του Βεζύρη των Ιωαννίνων από τον εκλεκτό της Υψηλής Πύλης περίφημο στρατάρχη Χουρσίτ Πασά, εναντίον των πολυάριθμων στρατιών των μουσουλμανικών στρατευμάτων του Χουρσίτ και των υπαρχηγών του. Του Κιουταχή και του Ομέρ Βρυώνη. Ήταν η περίοδος εκείνη που και ο Αλής και ο Χουρσίτ είχαν υποσχεθεί στους Σουλιώτες, με τη σειρά τους ο καθένας, πως το μεγάλο αντάλλαγμα για την πολύτιμη στρατιωτική συμμαχία μαζί τους θα ήταν η μόνιμη εγκατάσταση και πάλι στα αιματοβαμμένα και αγαπημένα τους χώματα στο Σούλι.
Η ολιγάνθρωπη εκείνη ορεσίβια χριστιανική κοινότητα ήταν ήδη γνωστή από πολύ παλαιότερα. Όπως διασώζει η παράδοση, οι πρόγονοι των Σουλιωτών, παππούδες και πατέρες, πριν ακόμη καταφύγουν στο Σούλι περί τον 16ο αιώνα, αγωνίζονται σκληρά και συχνά νικηφόρα στο πλευρό του περίφημου εθνικού ήρωα της Αλβανίας, σερβο-αλβανο-ελληνικής καταγωγής και χριστιανού το θρήσκευμα Γεωργίου Καστριώτη ή Σκεντέρμπεη (1405 – 1468) εναντίον των κατακτητών Μουσουλμάνων μετά την κατάληψη της Αλβανίας στα 1430. Ακόμη, κατά την τοπική παράδοση, στο χώρο του Σουλίου και ευρύτερα, οι πρώτες συγκρούσεις μεταξύ Σουλιωτών και Οθωμανών (συμπεριλαμβανομένων Αλβανών μουσουλμάνων) άρχισαν περί το 1635.
Καταγραμμένες όμως ιστορικές αναφορές και φυσικά αδιαμφισβήτητες για την πολεμική δεινότητα των Σουλιωτών εναντίον των Οθωμανών, ανάγονται για πρώτη φορά στη διάρκεια του Ενετοτουρκικού πολέμου(1684-1699), όπου οι επιτυχίες της μεγάλης τότε θαλάσσιας Αυτοκρατορίας δημιούργησαν αναστάτωση και αναβρασμό σ΄ όλες τις νοτιοανατολικές περιοχές, από τη Δαλματία ως την Ήπειρο και ως το Σούλι.
Στη συνέχεια, από το 1721, εκατό ολόκληρα χρόνια πριν την έναρξη της Μεγάλης Εθνικής μας Εξέγερσης του 1821, μέχρι το 1775, δηλαδή για διάστημα 50 χρόνων, οι Σουλιώτες βρίσκονταν σε συχνές πολεμικές αναμετρήσεις με τους Τούρκους και τους Τουρκαλβανούς.
Πιο συγκεκριμένα και σχεδόν τηλεγραφικά:
Α. Στα 1721 ο Ζατζή Αχμέτ (ή Χατζή Αχμέτ), Πασάς των Ιωαννίνων, μετά την απόρριψη της πρότασής του για υποταγή των Σουλιωτών, πολιόρκησε το Σούλι με ισχυρή δύναμη (8.000 ανδρών) πλην όμως αναγκάσθηκε να υποχωρήσει μετά από αιφνιδιαστική νυκτερινή αντεπίθεση των Σουλιωτών, όπου και είχε πολύ μεγάλες απώλειες.
Β. Στα 1731 ή 1732, με υποκίνηση των Ενετών, ξεσηκώθηκαν οι Σουλιώτες καθώς και οι κάτοικοι του χωριού Μαργαρίτι. Κατά διαταγή τότε του ίδιου του Σουλτάνου Μαχμούτ του Β΄ (1730 – 1754) ακολούθησαν διάφορες εκστρατείες, τόσο από τον Χατζή Αχμέτ, όσο και από άλλους Μπέηδες και Αγάδες της περιοχής, χωρίς όμως να πετύχουν τίποτε σπουδαίο.
Γ. Στα 1754, ο Μουσταφά Πασάς, νέος Πασάς των Ιωαννίνων, επιχειρεί και αυτός εκστρατεία που είχε την τύχη των προηγουμένων.
Δ. Στα επόμενα χρόνια ο Τουρκαλβανός Μουσταφά Κόκκα επιτέθηκε με 4.000 στρατιώτες και ο Μπεκίρ Πασάς με 5.000 στρατιώτες. Και οι δύο, ωστόσο, απέτυχαν να νικήσουν τους Σουλιώτες.
Ε. Το 1759 ο Ντόστ μπέης, του Γαρδικίου και της Παραμυθιάς, ο οποίος ήταν και διοικητής του Δέλβινου, νικήθηκε από τους Σουλιώτες.
ΣΤ. To 1762, ο Μαξούντ Αγάς (ή Μαζούντ Αγάς) του Μαργαριτίου, που ήταν Βοεβόδας (κυβερνήτης) της Άρτας, είχε την ίδια μοίρα, μετά την ήττα στην περιοχή «Λάκκα» των Λελόβων.
Ζ. Το 1772, ο Αγάς του Μαργαριτίου, Σουλεϊμάν Τσαπάρης, επιτέθηκε στους Σουλιώτες με στρατό 8.000 – 9.000 ανδρών, που είχαν ξεσηκωθεί, όταν τον προηγούμενο φθινόπωρο (1771), κατά τη διάρκεια των Ορλωφικών, τους είχε επισκεφθεί κάποιος απεσταλμένος των Ρώσων με γράμματα του Αρχιναύαρχου του ελληνικού αρχιπελάγους Αλέξιου Ορλώφ (1737-1808) και αρκετά πολεμοφόδια. Η εκστρατεία αυτή όχι μόνο απέτυχε, όπως όλες οι προηγούμενες, αλλά και ο ίδιος ο Αγάς αιχμαλωτίστηκε, ενώ οι απώλειες σε νεκρούς και αιχμαλώτους Τούρκους υπήρξαν πολύ μεγάλες. Τελικά ο Αγάς και κάποιοι εκ των αιχμαλώτων απελευθερώθηκαν με λύτρα που στάλθηκαν από τα Ιωάννινα και την ίδια την Υψηλή Πήλη στην Κωνσταντινούπολη, ενώ κάποιοι άλλοι ανταλλάχθηκαν με υποσχέσεις ανεξαρτησίας.
Η. Το 1775 ακολούθησε επιχείρηση του Κούρτ Αχμέτ Πασά (1714 – 1787), Δερβέναγα (Διοικητής ασφαλείας) της Υψηλής Πύλης στην Ήπειρο, Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα που έφτασε μέχρι την περιοχή της Ρουσιάτσα (Πολυστάφυλλο Πρεβέζης), πλην όμως μετά τη σθεναρή αντίσταση των Σουλιωτών, που είχαν στην κατοχή τους τα χωριά της σημερινής Λάκας Σουλίου του Δήμου Δωδώνης του νομού Ιωαννίνων και κάποια χωριά του Δήμου Ζηρού του Νομού Πρεβέζης, που ήταν κοντά και συνέχεια της Λάκας, ηττήθηκε και αναγκάσθηκε να υποχωρήσει.
Στα 1797 ο Ρήγας Φερραίος στο Θούριό του απευθύνεται από τη Βιέννη ειδικά στους Σουλιώτες να ξεσηκωθούν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από κοινού με τους άλλους Έλληνες και τους Βαλκανικούς λαούς που βρίσκονται υπό την οθωμανική μπότα. Τους αποκαλεί μάλιστα «Λιοντάρια Ξακουστά!»
Αλλά και μετά την πτώση του Σουλίου στα 1803, οι Σουλιώτες που κατέφυγαν στα Επτάνησα, καθώς ήταν εγνωσμένη η πολεμική τους δεινότητα, αξιοποιήθηκαν και από τους κατά καιρούς κατακτητές των Ιονίων νήσων. Αρκετοί μάλιστα πήραν και σημαντικά στρατιωτικά αξιώματα. Έτσι πολλοί Σουλιώτες μαζί με Μανιάτες και Χειμαριώτες (κι αυτοί γνωστοί για τις πολεμικές τους αρετές) εισήλθαν αρχικά στην υπηρεσία των Ρώσων στην Κέρκυρα, όπου αποτέλεσαν σημαντικό κομμάτι της λεγεώνας των ελαφρών τυφεκιοφόρων. Στη διάρκεια δε των Ναπολεόντιων πολέμων (1803 – 1815) και του 9ου κατά σειρά Ρωσοτουρκικού πολέμου της εποχής εκείνης (1806 – 1812) συμμετείχαν στις εκστρατείες στη Νάπολη το 1805, στην Τένεδο το 1806, στη Δαλματία το 1806 επίσης και στην υπεράσπιση της Λευκάδας εναντίον του Αλή Πασά το 1807.
Με τη Συνθήκη του Τίλσιτ ανάμεσα στη Γαλλία του Μεγάλου Ναπολέοντα και τη Ρωσία του Αλέξανδρου του Α΄ στα 1807, οι ρωσικές δυνάμεις αποσύρθηκαν από τα Επτάνησα και τα κατέλαβαν οι Γάλλοι. Και τότε οι Σουλιώτες, όπως και άλλα τμήματα των ρωσικών μονάδων, εισήλθαν στην υπηρεσία των Γάλλων, σε μια μονάδα γνωστή ως «Αλβανικό Σύνταγμα» (Régiment Albanais).
Τέλος, άλλη μια απόδειξη της ευρωπαϊκής φήμης που είχαν αποκτήσει οι Σουλιώτες είναι η διπλωματία που είχαν αναπτύξει από καιρό με ευρωπαϊκές χώρες και κυρίως με τη Ρωσία, την μεγάλη παγκόσμια Δύναμη τότε και μάλιστα με την ίδια την Αυτοκράτειρα Μεγάλη Αικατερίνη (1762 –1796). «Η Συμπολιτεία του Σούλη (δηλαδή του Σουλίου), γράφει ο ιστορικός Λαμπρίδης, τω 1790, απέστειλεν εις Ρωσσίαν πρεσβείαν υπό τον Τούσιαν Τζαβέλαν και Τούσιαν Μπότσαρην, οίτινες και υπόμνημα εις αυτήν υπέβαλον…)
Σημείωση: το άρθρο αυτό αφιερώνεται στην ιερή μνήμη των Σουλιωτών που έπεσαν για την Ελευθερία και με την ευκαιρία της διακοσιοστής εικοστής επετείου του ολοκαυτώματος του Κουγκίου.
Πηγές: Χριστ. Περραιβός, Σπύρος Τζίπης, Πουκεβίλ, Λ. Κουτσονίκας, Ιω. Λαμπρίδης, Β. Ψιμούλη, Β. Σανδρής. Ελευθ. Διαμάντης, Ανάργ. Φραγκίδης, Λιάνα Μπακογιάννη, Νικ. Ασημακόπουλος.
Join the Conversation