Σημαντική και ηχηρή, ήταν η παρέμβαση του πρώην υπουργού και βλάχου στην καταγωγή, Αντώνη Μπέζα, στο διεθνές επιστημονικό συνέδριο για τον Βλαχόφωνο Ελληνισμό που διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων (ΠΟΠΣΒ) σε συνεργασία με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, το διήμερο 10 και 11 Δεκεμβρίου.
Μιλώντας ο κ. Μπέζας για την πολιτική διάσταση του λεγόμενου βλάχικου ζητήματος, τη δεύτερη ημέρα του συνεδρίου στη στρογγυλή τράπεζα που διοργανώθηκε με τη συμμετοχή του πρόεδρου της ΟΜΟΝΟΙΑΣ Βασίλη Κάγιου, του προέδρου της Ένωσης Βλάχων Αλβανίας Θανάση Πότση και του πρέσβη επί τιμή Σταύρου Τσιέπα, τόνισε ότι το «βλάχικο» είναι ένα αγνοημένο και πολύπλοκο εθνικό και κατ’ εξοχήν πολιτικό ζήτημα.
«Πιστεύω, επεσήμανε ο πρώην υπουργός και βουλευτής Θεσπρωτίας, ότι όπως τεχνητά δημιουργήθηκε, με τον ίδιο τρόπο μπορεί τεχνητά να αναζωπυρωθεί, ειδικά σε μια περίοδο σαν αυτή που ζούμε, δηλαδή έντονου αναθεωρητισμού στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη γενικότερα. Και η Ελλάδα του 21ου αιώνα, που μετρά φέτος 201 χρόνια από την Ανεξαρτησία της, να κινδυνεύσει να βρεθεί μπροστά σε μια νέα εστία αποσταθεροποίησης. Δεν κινδυνολογώ, αλλά όπως είπε ο Σοφοκλής Βενιζέλος προλογίζοντας το 1948 το βιβλίο του Ευάγγελου Αβέρωφ για την πολιτική πλευρά του Κουτσοβλαχικού ζητήματος, «οι ολίγοι, που γνωρίζουν τα θέματα, οφείλουν να ενημερώνουν τους λαούς» και εγώ θα πρόσθετα, οφείλουν να τους ενημερώνουν έγκαιρα.
Τότε, τις περιόδους 1859- 1917 και 1917- 1948, οι ίδιοι οι Βλάχοι, αβοήθητοι και ακαθοδήγητοι, με πάθος όμως και με επιμονή, πολέμησαν από μόνοι τους και δεν άφησαν το πράγμα να εξελιχθεί σε σοβαρό μειονοτικό ζήτημα. Σήμερα, που το θέμα είναι και πάλι στο προσκήνιο με το πρόσχημα του εγγραμματισμού και της διάσωσης της υποτιθέμενης βλάχικης γλώσσας, μπορεί οι Βλάχοι μέσα από την Πανελλήνια Ομοσπονδία να συνεχίζουν να δίνουν τον αγώνα τους, παρά τους «δούρειους ίππους» και απέναντι στις ξένες προπαγάνδες, όμως αυτός ο αγώνας δεν μπορεί να είναι ακόμη μοναχικός. Χρειάζεται την κρατική, πολιτική και οικονομική υποστήριξη. Το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να συνεχίσει να είναι θεατής».
Τέλος, ο Αντώνης Μπέζας έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην αλβανική πολιτική σε σχέση με το βλάχικο ζήτημα, αναφέροντας χαρακτηριστικά:
«Έχω υποστηρίξει πολλές φορές ότι τα Τίρανα εργάζονται διαχρονικά με υπόγειες πολιτικές ήπιου διωγμού των Βορειοηπειρωτών, προκειμένου αυτοί να εξαναγκαστούν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες. Η πριν από λίγες ημέρες αναβολή της επίσκεψης του Έλληνα πρωθυπουργού στις μειονοτικές περιοχές της Χιμάρας, της Δερβιτσάνης και της Λειβαδιάς, αποδεικνύει, για άλλη φορά, ότι η συμπεριφορά της Αλβανίας είναι προβληματική.
Στο πλαίσιο αυτού του «ήπιου διωγμού» εντάσσεται και η αναγνώριση «κατασκευασμένων» μειονοτήτων, όπως η Βλάχικη (Aromanians). Μια μειονότητα που βολεύει την Αλβανία να υπάρχει, αφού –κατά την Αλβανία- η μειονότητα αυτή δεν έχει αναφορά σε γειτονικό εθνικό κράτος και δεν χαρακτηρίζεται από την κατοίκησή της αποκλειστικά σε συγκεκριμένες περιοχές εντός της Αλβανίας.
Σε αντίθεση με τις δύο πρώτες περιόδους του «βλάχικου ζητήματος», τώρα δεν έχουμε από τη μεριά της Αλβανίας την άσκηση της σκληρής εθνολογικής πολιτικής του 20ου αιώνα, αλλά την ενθάρρυνση της εθνικής διαφορετικότητας. Ο στόχος είναι προφανής, να αποδυναμωθεί η Ελληνική Εθνική Μειονότητα και να αποκοπούν από αυτήν μέλη της με καθαρά ελληνική συνείδηση και καταγωγή.
Ενώ το Αλβανικό κράτος αναγνώριζε επίσημα τρείς εθνικές μειονότητες, την Ελληνική, τη Σλαβομακεδονική και την Μαυροβούνια- Σέρβικη σε περιορισμένες μειονοτικές ζώνες και δύο «πολιτισμικές ομάδες», τους Ρομά και τους Βλάχους, η κατάσταση άλλαξε με το νόμο του 2017 για τις μειονότητες. Ο αριθμός τους διευρύνθηκε σε εννέα, ενώ «αναβαθμίστηκαν» οι Βλάχοι και οι Ρομά σε ξεχωριστές μειονότητες.
Και εμείς μπροστά σε αυτή την κατάσταση, τι κάνουμε; Εμείς σαν Ελλάδα βάζουμε οι ίδιοι το μαχαίρι στην πλάτη μας. Σε εκδήλωση που οργανώθηκε πρόσφατα για αυτές τις εννέα μειονότητες από την Επιτροπή Μειονοτήτων σε ελληνικό δήμο της Αλβανίας, ο Έλληνας πρόξενος παρέστη ως επίσημος καλεσμένος και χειροκροτούσε, αναγνωρίζοντας έτσι εμμέσως πλην σαφώς ότι υπάρχει στην Αλβανία Βλάχικη και Μακεδονική μειονότητα. Μα καλά, δεν τον ενημέρωσε κανείς από το Υπουργείο Εξωτερικών ότι οι Βλάχοι της Αλβανίας αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού;».
Join the Conversation