Έτσι, μ’ αυτήν την λέξη τα πρωτογνώρισα στην Παραμυθιά που μεγάλωσα, λελέκια και λέγαμε και το ποίημα ” Λελεκα Χατζή Χατζή….που ν τα χίλια πρόβατα…”
Χατζηδες (προσκυνητές δηλαδή) τα λελέκια γιατί στο ταξίδι τους όταν έρχονται κι όταν φεύγουν έχουν υποχρεωτικό ενδιάμεσο σταθμό τα Ιεροσόλυμα ….
Στην Παραμυθιά ήταν πάντα μια από τις σταθερές, τέτοιες μέρες ήταν η άφιξη τους , ΠΑΝΤΑ!!! εκεί γύρω στην εαρινή ισημερία, ή για άλλους γύρω στην 25 Μαρτίου (ότι τα φερε η επανάσταση του ’21 ξεχνώντας ότι έρχονταν και επί τουρκοκρατίας χα χα χα) και αφού κάνουν τον κύκλο τους γεννώντας, μεγαλωνοντας τα μικρά τους και μαθαίνοντας τα να πετάνε, εκεί γύρω στον Δεκαπενταύγουστο παίρνουν τον δρόμο της επιστροφής….. καταλαβαίνετε πως για έναν τόπο σαν τον δικό μου, που η ξενιτιά και ο ξενιτεμένος ήταν έννοιες οικείες και δεμένες όπως το δέρμα με τη σάρκα, το να γίνεται ανεμπόδιστα και σταθερά το πηγαιν ελα των λελεκιων ήταν μεγάλης σημασίας και η χαρά κάθε φορά που έρχονταν στην ώρα τους απερίγραπτη!!!
Η αναχώρηση τους δε τον Αύγουστο άφηνε μια ολιγοήμερη θλίψη και μια κατήφεια..
Τέτοιες μέρες στην αγορά ακούγονταν, ειδικά παλιά που η μικρή μας πόλη έσφυζε από ζωή, συνεχώς η φράση σαν συνοδευτικό της καλημερας το “Ήρθαν τα λελέκια! Ήρθαν τα λελέκια!!! σαν καμπάνες χαρμόσυνες που προοικονομούσαν και την Ανάσταση (γιατί μην ξεχνάμε ότι είμαστε και στην σαρακοστή)
Θυμάμαι τον πατέρα μου που μου λεγε για μια χρονιά που δεν ήρθαν τα λελέκια στην ώρα τους και η πόλη ήταν αναστατωμένη και ανήσυχη ότι κάτι κακο μεγαλύτερο θα συμβει!!! Η πόλη τα φιλοξενούσε παντού, στις κολόνες της ΔΕΗ, στο Δημοτικό σχολείο, στο παλιό ρολόι, στον Άγιο Δονάτο αλλά και στην εκκλησιά της Παναγίας, στο αρχοντικό του Ρίγγα, στο σπίτι του μακαρίτη του Λάκη Μπάρμπα και σ ολα τα γύρω χωριά της κοιλάδας με τα πολλά νερά και τις λιμνούλες, στη Χότκοβα, στη Ζάϊτσα, στον Κωκυτο, στον Ξηρόλοφο, στο Προδρόμι και ως κάτω τη Χόϊκα και την Γλυκή…..
Παλιά λοιπόν, που η αγορά της Παραμυθιάς έσφυζε από ζωή, τέτοιες μέρες που πλησίαζε και το Πάσχα η προσέλευση επισκεπτών ήταν αδιαληπτη, άνθρωποι από κάθε γωνιά της Ηπείρου και όχι μόνο, αλλά και απ’ την Αθήνα, την Πάτρα, την Θεσσαλονίκη έρχονταν να περπατήσουν στο παζάρι, να ψωνίσουν, να γευτούν μυρωδιές και χρώμα ανεπανάληπτο, να τριγυρίσουν στα στενά σοκάκια με τα μικρά και γραφικά μαγαζιά όλων των ειδών και μέσα σ αυτούς τους επισκέπτες όπως καταλαβαίνετε ήταν και αρκετές γυναίκες πανέμορφες, εντυπωσιακές, με τον αέρα του ξένου, του ταξιδιώτη που απολαμβάνει το ταξίδι του και που κοντοστέκεται και δω και κει και ψωνίζει κι απ’ αυτό κι από εκείνο και που οι μαγαζάτορες κατασκοτώνονται να τις εξυπηρετήσουν, να τις ευχαριστήσουν…
Η ευφορία ήταν στα ύψη λοιπόν και όταν η ωραία ύπαρξη ολοκλήρωνε την αγορά και έβγαινε πάλι στο δρόμο, οι μαγαζάτορες έρχονταν στο κατώφλι του μαγαζιού τους και φώναζαν στο δρόμο με αληθινή χαρά και περιπαιχτική διάθεση: ” Ήρθαν τα λελέκια!!!! Ήρθαν τα λελέκια!!!!
κι από απέναντι ανταπαντούσε κάποιος άλλος στον ίδιο τόνο και με την ίδια διάθεση: ” Ήρθαν τα καημένα, τα ειδες;;”
Join the Conversation