Παραμυθιά 1950. Σε μία μέρα ο μήνας θα έχει ο μήνας έξη. Το σπίτι έπρεπε να είναι στην τρίχα. Γιόρταζε ο Φάνης μας. Πέντε νονοί τον βάφτισαν με αρχηγό το Φαρμάκη. Όλη η οικογένεια θα ήταν στο σπίτι αφού πρώτα έρχονταν ο παπάς μας για την ευλογία και τον Αγιασμό. Μετά ακολουθούσαν ο κόσμος.
Μπροστά σε ένα μεγάλο τραπέζι είχαμε σε μεγάλες λεκάνες,κουραμπιέδες, μελομακάρονα και ταψιά μπακλαβάδες και κανταΐφια. Είχαμε σε μια σοκολατιέρα σοκολατάκια μαργαρίτες. Για αυτούς που ήθελαν να τους δώσουν γλυκά για το σπίτι έκανε αμυγδαλωτά. Σε ένα τραπέζι είχαμε τα ποτήρια για κρασί ούζο, μα τα πιο όμορφα ήταν του λικέρ, μικρά με ωραία σκαλιστά λουλουδάκια. Ίδια ήταν και τα πιατελάκια του γλυκού, που κει κείνο γυάλινα, όμορφα σαν λουλουδάκια. Τα λικέρ ήταν σε ωραία μπουκάλια με σπιτικά λικέρ με πανέμορφα χρώματα και αρώματα. Οι γυναίκες πίνανε λικέρ οι άνδρες ούζο ή τσίπουρο ή κρασί. Πάντα έμπαιναν μεζέδες και κανάτες με νερό.
Εμείς Θεοφάνη δεν είχαμε στο σόι μας. Όταν λοιπόν έγινε η βάφτιση του αδελφούλη μου ρώτησαν οι νονοί. Τι όνομα να του βγάλουμε του παιδιού; Ότι θέλετε είπε ο πατέρας μας. Έτσι τον είπαν Θεοφάνη.
Έπρεπε όπως σε κάθε γιορτή να είναι το σπίτι καθαρό και έτοιμο να δεχθεί πολύ κόσμο, μα και όλα τα σπίτια ήταν καθαρά, να είναι έτοιμα να δεχθούν τον πρωταγιασμό ή τη φώτιση, όπως έλεγε η γιαγιά μου η Ελένη. Η μάνα μου την έλεγε του Σταυρού.
Την παραμονή των Θεοφανείων, ο παπάς μας με ένα μεγάλο, σταυρό ασημένιο μεγάλο με ωραίες πέτρες και στολισμένο με βάγια περνούσε σε όλα τα σπίτια μαζί με ένα παιδί που κρατούσε ένα κατσαρολακι καλαϊσμένο, με αγιασμό και ο παπάς μας άγιαζε το σπίτι τα λουλούδια μας, τα δένδρα, τον κήπο, και τις κοτούλες μας. Σε άλλα σπίτια πήγαινε κι αγίαζε την κατσικούλα ή τα κοπάδια που είχαν..Πήγαιναν και στα χωράφια τα αμπέλια και τα αχούρια, με τους στάλους των ζώων. Η νοικοκυρά έδινε ένα νόμισμα στον παπά, ένα πιο μικρό στο παιδί και έριχνε στο κατσαρολάκι νομίσματα περισσότερα για την εκκλησία.
Την παραμονή τα παιδιά έλεγαν και τα κάλαντα που ήταν δυο ειδών.
Κάλαντα Φώτων
Σήμερα τα Φώτα και ο Φωτισμός,
Σήμερα χαρά μεγάλη κι ο ό αγιασμός.
Αυριο ειν τ΄Αγιάννη ο Πρόδρομος
Η Κυρά μας η Παναγιά
Σπάργανα βαστάει κερί κρατεί,
Πρόδρομε Αηγιάννη παρακαλεί,
βάφτισε το γυιο μου Θεού Παιδί.
Δέχομαι και θέλω και προσκυνώ,
να πετάξω απάνου στον Ουρανό.
Ο μικρός όμως έλεγε τα κάλαντα που λέγανε τα πιο πολλά παιδιά:
Σήμερα τα Φώτα
καρκαλιέται η κότα,
πίσω πο την πόρτα,
αυτή δεν πολογιέται,
της ρίχνει ένα λιθάρι,
την παίρνει στο ποδάρι.
Όι όι πόδι μου
και κουτσιποδάρι μου
Που να πάω να γιατρευτώ,
στην Κυρά την Παναγιά,
πόχει ανώγια και κατώγια
και κλειδιά και παρακείδια.
Άνοιξα και μπήκα μέσα,
βρίσκω λύκο που χορεύει,
αλεπού που τσαγκατρεύει.
Έχει κι άλλο μα που να τα θυμάμαι. Την ημέρα της φώτισης η πρωτάγιασης είναι μεγάλη νηστεία ούτε λάδι οι γριές ούτε νερό ούτε ψωμί.
Το βράδυ εκεί στα μεσάνυχτα έβγαινε στον ουρανό ο Ιορδάνης ποταμός, και Άγγελοι ανεβοκατεβαίνουν στη γη τραγουδώντας ύμνους στο Χριστό μας. Κάθε χρόνο περίμενα ξύπνια να δω το θαύμα όμως εγώ ποτέ δεν το είδα. Όλο κοιμόμουν.
Την ημέρα των Φώτων πηγαίναμε στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου με ένα κανάτι, γκιούμι μπουκάλι. Ο παππούς κράταγε μπουκάλι εμείς κανάτι γυάλινο. Μετά τη θεία λειτουργία και τον αγιασμό των υδάτων, ο οποίος αγιασμός γινόταν από τον παπά μας στην κολυμπήθρα.. Η κολυμπήθρα ήταν γεμάτη νερό, ο παπάς μας, άγιαζε το νερό που είχε η κολυμπήθρα. Από κει γεμίζαμε τα δοχεία μας, να τα πάμε στο σπίτι. Πίναμε όλοι νηστικοί, αγιάζαμε και μόνοι μας το σπίτι και τον υπόλοιπο αγιασμό τον κρατάγαμε στο σπίτι για φάρμακο.
Αυτόν το αγιασμό όταν τον κρατάμε είναι πολύ θαυματουργός έλεγε η γιαγιά μου, και όταν τον πίνουμε άρρωστοι δεν πρέπει να έχουμε φάει είναι σα μεταλαβιά. Έτσι θα γίνουμε καλά. Απο δω και πέρα τέρμα οι καλικάτζαροι γυρίζανε στα σκοτάδια στο κέντρο της γης. Αρκετά τραβάμε δέκα πέντε μέρες με αυτούς που μαγαρίζουν τα φαγιά μας κι ανακατώνουν τα σπίτια μας…
Εκεί, όπως λέει ο μύθος προσπαθούν να κόψουν το δένδρο που κρατάει τη γη όρθια. Των Φώτων τα φαγητά μας ήταν πίτες που εύκολα τις σερβίρεις όταν είναι πολλά άτομα. Εμείς Γιάννη τότε δεν είχαμε. Είχαμε όμως Χρήστο, Βασίλη και Φάνη. Του Αηγιαννιού όμως πολλοί έβαζαν φωτιά να σκιαχθούν οι καλικάτζαροι.
Στο σπίτι μας το τραπέζι των Φώτων ήταν πλούσιο σε πίτες που σερβίρονται εύκολα όταν είναι πολλά άτομα. Το τραπέζι λοιπόν ήταν πλούσιο σε κρεατόπιτες με ρύζι ή κεραστές, κοφτόπιτες, λαχανόπιτες, κοτόπιτες τυρόπιτες,λαχανόπιτες, και κρέας στο νταβά με μακαρόνια γκιουβέτσι. Μου αρέσουν πολύ οι γιορτές. Η μάνα μου έλεγε πως δεν είμαι μόνο κοντή, αλλά δεν μεγαλώνω και στο μυαλό.[ χαζή με έλεγε] Εγώ όμως πάντα ήμουν γελαστή, ακόμη κι όταν ήμουν για κάτι πικραμένη. Δεν ήθελα να με βλέπουν λυπημένη.
Δεξιά κι αριστερά του σπιτιού μας έμενε η οικογένεια Χ. Κούρτη που είχε χάσει το γιο της το Γιάννη και αριστερά έμενε η Ντίνα που είχε χάσει το γιο της το Χρήστο. Δεν έπρεπε να τραγουδάμε όταν οι άλλοι έχουν λύπη.
Έτσι χαρούμενα αλλά χωρίς τραγούδια περνούσε η γιορτή του Φάνη μας.
Μετά εγώ θα πήγαινα στο σχολείο τάξη δευτέρα. Τα άλλα δεν πήγαιναν στο σχολείο.
Στο σπίτι μας ρίχναμε και λίγο αγιασμό στο πηγάδι μας να αγιασθεί κι αυτό. Βέβαια ο παππούς μας έλεγε πως τω Φώτων όλα τα νερά είναι αγιασμένα. Τα αγιάζει ο Θεός.
Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε,η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις, του γαρ γεννήτορος η φωνή προσεμαρτύρει Σοι, αγαπητόν Σε Υιόν ονομάζουσα, και το πνεύμα εν είδει περιστεράς εβεβαίου του λόγου το ασφαλές. Ο επιφανεις Χριστέ ο Θεός και τον κόσμο φωτίσας δόξα Σοι.
Χρόνια πολλά με υγεία.
*H Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά, είναι συγγραφέας, ποιήτρια, βραβευμένο μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και μέλος της Διεθνoύς Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών
Join the Conversation