Ο Ανδρέας Κάλβος (1792-1869) γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, αλλά σε παιδική ηλικία, για οικογενειακούς λόγους, έφυγε με την οικογένειά του για την Ιταλία, όπου έζησε μεγάλο μέρος της νεότητας στο Λιβόρνο και στη Φλωρεντία. Αργότερα, μετακινήθηκε βορειότερα στην Αγγλία, αλλά και στην κεντρική Ευρώπη, αρχικά στην Ελβετία κι έπειτα στο Παρίσι, επέστρεψε αργότερα στα Επτάνησα, όπου ήτανε στην Κέρκυρα καθηγητής στην Ιόνιο Ακαδημία και, τέλος, πίσω στην Αγγλία όπου πέθανε. Ο Μαικήνας του για ένα σύντομο διάστημα Ugo Foscolo τον περιγράφει σε επιστολή ως εγκρατή, ως μετριόφρων και ως μία έξοχη διάνοια.
Ενδεχομένως, η Επανάσταση του Γένους μοιάζει να είχε ήδη βρει τον αοιδό της στην Ευρώπη. Πρόκειται για έναν πολυταξιδεμένο ποιητή, ο οποίος ως Έλληνας της Διασποράς, αριστοκρατικής προέλευσης και γλωσσομαθής (ιταλικά, ελληνικά, αγγλικά και γαλλικά), με αρχαιομάθεια δεδομένη και πολύπλευρο πρίσμα, αναδύεται σε ηγετική μορφή του Ελληνισμού για την Ποίηση όπως προκύπτει από τη σύγχρονη θεώρηση της ιστορικής συνθήκης. Ίσως ο μόνος άνθρωπος ο οποίος κατάλαβε το ρόλο των νησιών στην επανάσταση σε πραγματικό χρόνο μολονότι τότε ζούσε ήδη στο εξωτερικό.
Περισσότερο, ο Κάλβος είναι ο κοσμοπολίτης του πνεύματος τον οποίο η χώρα του τίμησε το 1960, έτος Ανδρέα Κάλβου, όταν ο Δήμαρχος Ζακύνθου κ. Νικόλαος Φιλιώτης είχε ήδη ανακινήσει τη διαδικασία μετακομιδής των οστών του, σήμερα στο Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων στα Επτάνησα. Την ανακομιδή σχεδίασε προπολεμικά το Α΄ Πανιόνιο Συνέδριο και σταμάτησε στις παραμονές του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Άλλωστε, ο ίδιος ο Ανδρέας Κάλβος μας το ζήτησε ευγενικά στην εναρκτήρια λυρική Ωδή όταν «Ο Φιλόπατρις» καταλήγει πως πράγματι είναι «γλυκύς ο θάνατος, μόνον όταν κοιμώμεθα εις την πατρίδα». Ο λυρικός Κάλβος των 20 Ωδών, δέκα Ωδές για τη Λύρα (Γενεύη, 1824) και οι δέκα Ωδές για τα Λυρικά (Παρίσι, 1826) αφορούνε όλον τον Ελληνισμό ως το λυρικό έπος της Επανάστασης του ’21.
Στη Λύρα ο ποιητής μας συστήνεται (1η Ωδή: Ο Φιλόπατρις), όπως επίσης καταγράφει την αρχαία ένδοξη ιστορία εναντίον της Ασίας από την κλασική εποχή των ελληνικών πολέμων απέναντι στους Πέρσες (2η Ωδή: Εις Δόξαν), αλλά και τη χριστιανική προσέγγιση στο σεβάσμιο θάνατο για την πατρίδα (3η Ωδή: Εις Θάνατον). Στη συνέχεια κάνει μια ιστορική αναδρομή στην Επανάσταση αρχίζοντας από το Ιάσιο (4η Ωδή: Εις τον Ιερόν Λόχον) και συνεχίζει με την ποιητική έμπνευση που παίρνει από την αρχαιότητα (5η Ωδή: Εις Μούσας). Φυσικά, ο Κάλβος αναφέρεται στην ηρωική σφαγή της Χίου, που συγκλόνισε τους πάντες παγκοσμίως στην εποχή της το 1822, ανήμερα Πάσχα (6η Ωδή: Εις Χίον), αλλά νωρίτερα και στην πολιορκία της Πάργας το 1819 που την ακολούθησε ο βίαιος ξεριζωμός (7η Ωδή: Εις Πάργαν). Θλιμμένος αποστρέφεται το φόβο των Ασιατών (8η Ωδή: Εις Αγαρηνούς), αλλά η δυστυχία του τελειώνει όταν βλέπει την Αρετή των Ελλήνων να απελευθερώνει τις αλύτρωτες περιοχές (9η Ωδή: Εις Ελευθερίαν), ενώ τέλος απευθύνεται στη μητέρα των ηρώων στη γλυκιά Ελλάδα, όταν η Επανάσταση στην ξηρά έχει γίνει εμφύλια διαμάχη και ζητάει από τη θάλασσα να δώσουνε η Ύδρα, οι Σπέτσες και τα Ψαρά τη λύση (10η Ωδή: Ο Ωκεανός).
Στα Λυρικά, δυο χρόνια μετά, υφίσταται διμερής δομή, καθώς οι πέντε πρώτες ωδές μιλούνε για μάχες και πολεμιστές, ενώ οι υπόλοιπες μιλούνε για έννοιες. Άλλωστε ο Ανδρέας Κάλβος στα Λυρικά, στον εναλλακτικό έπαινο της ελληνικής απελευθέρωσης, αν και μέσα στη δίνη της ένοπλης πάλης, ο ίδιος ζώντας μακριά εξυμνεί όλους όσους βοήθησαν πραγματικά στην Επανάσταση του Γένους και γι’ αυτό αρχίζει με το Φιλέλληνα Λόρδο Βύρωνα (1η Ωδή: Η Βρετανική Μούσα). Ακολούθως περνάει στις σημαντικές μάχες σε Ψαρά, Χίο και Σάμο με το Ολοκαύτωμα στα Ψαρά (2η Ωδή: Εις Ψαρά), την Τρίτη Λυρική Ωδή την αφιερώνει στα νησιά του Αιγαίου και στον εμβληματικό Εθνάρχη τον Κωνσταντίνο Κανάρη (3η Ωδή: Τα Ηφαίστεια), ενώ συνεχίζει με την υπενθύμιση ότι «Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερίαν» σε μία Λυρική Ωδή αφιερωμένη στο νησί της Ήρας (4η Ωδή: Εις Σάμον), όμως δεν ξεχνάει να ψάλλει τα κατορθώματα των Σουλιωτών και τον αγώνα από το Καρπενήσι (5η Ωδή: Εις Σούλι).
Ακούστε την Ωδή 5η – “Εις Σούλι” σε απαγγελία του Φώτη Αρμένη:
Join the Conversation