Η κυρίαρχη πολιτιστική αντίδραση στον Covid-19 είναι ένα μείγμα οργής και ελπίδας. Από τη μια πλευρά υποθέτουμε ότι αυτή η πανδημία θα μπορούσε να είχε προληφθεί, άρα η εξάπλωσή της οφείλεται στο λάθος κάποιου. Και παρότι η κρίση δεν πλησιάζει ακόμη στο τέλος της το παιχνίδι της αναζήτησης ευθυνών έχει ήδη ξεκινήσει. Οι χώρες αλληλοκατηγορούνται. Αλλά παράλληλα με την οργή υπάρχει και η ελπίδα. Οι άνθρωποι σε όλον τον κόσμο λατρεύουν τους γιατρούς και τις νοσοκόμες, που αποτελούν την εμπροσθοφυλακή που κρατά τον αριθμό των θανάτων υπό έλεγχο. Οι ήρωές μας είναι το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό που σώζει ζωές. Και οι υπερήρωές μας οι επιστήμονες στα ερευνητικά εργαστήρια. Όπως οι σινεφίλ ξέρουν ότι ο Spider-Man και η Wonder Woman στο τέλος θα νικήσουν τους κακούς και θα σώσουν τον κόσμο, έτσι και εμείς είμαστε σίγουροι ότι μέσα σε λίγους μήνες ή το πολύ σε έναν χρόνο οι ερευνητές θα ανακαλύψουν μια αποτελεσματική θεραπεία για τον ιό Covid-19, ακόμη και το εμβόλιο.
Παράλληλα ζητάμε από το κράτος να επενδύσει ακόμη περισσότερα για να προστατεύσουμε τις ανθρώπινες ζωές. Περισσότερα νοσοκομεία, περισσότερους γιατρούς, περισσότερες νοσοκόμες. Χρειάζεται να αποθηκεύσουμε περισσότερους αναπνευστήρες, περισσότερο προστατευτικό εξοπλισμό και περισσότερα διαγνωστικά τεστ. Σε αυτή την πρώτη πραγματικά παγκόσμια κρίση οι πολίτες αναζήτησαν καταφύγιο στο κράτος, αλλά τα κράτη αντί να συνεργαστούν αντιμάχονται ακόμη και για την προμήθεια υγειονομικού υλικού. Με ότι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον της παγκοσμιοποίησής και της διεθνούς αλληλεγγύης.
Η κρίση του κοροναϊού αλλάζει τα πάντα, είναι ίσως μοναδική περίπτωση, έπειτα από αυτή των Πολέμων του παρελθόντος, που επισυμβαίνουν τόσο δραματικές αλλαγές μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Η επόμενη ημέρα θα βρει τον κόσμο, και φυσικά και τη χώρα μας, εντελώς διαφορετικό. Η ρήση του μεγάλου θεωρητικού του πολιτικού κυνισμού Νικολό Μακιαβέλι, «Μια αλλαγή αφήνει την πόρτα ανοιχτή για να μπουν κι άλλες», αποδεικνύεται πέρα για πέρα αληθινή. Η παγκοσμιοποίηση αλλάζει πρόσωπο, οι ατομικές ελευθερίες σε αναστολή, εργασιακές σχέσεις και κατακτήσεις δεκαετιών είναι υπό διαπραγμάτευση, το παραδοσιακό εμπόριο και οι καθημερινές συναλλαγές ανατρέπονται, το λεγόμενο Digitalism ή ψηφιακό σύστημα δείχνει να κυριαρχεί των πάντων. Είναι σίγουρο ότι θα γίνει μια πάλη μεταξύ των κοινωνικών κρατών, της αλληλεγγύης και της συνοχής από τη μια, και της εξατομίκευση, της έλλειψης εμπιστοσύνης και της ανθρωποφαγίας από την άλλη.
Ιστορικοί της Ιατρικής έχουν παρατηρήσει ότι ανά τους αιώνες η συμπεριφορά των ηγετών σε περιόδους πανδημίας ακολουθεί ένα μοντέλο. Αρχικά αρνούνται το πρόβλημα, στη συνέχεια αναζητούν εσωτερικό εχθρό και στο τέλος επιλέγουν αυταρχικές λύσεις. Και το ερώτημα παραμένει αν οι πανδημίες διαμορφώνουν την ιστορία ή ην ηγεσία. Στην Ουγγαρία ο νόμος έκτακτης ανάγκης που επέβαλε ο Όρμπαν με αφορμή την πανδημία χαρακτηρίστηκε ως «πρόβα δικτατορίας» εντός της ΕΕ. Και στις Φιλιππίνες η εντολή να πυροβολούνται όσοι παραβιάζουν την καραντίνα συγκροτεί ένα εφιαλτικό αύριο. Στην Κίνα με πρόσχημα τη μαζική επιτήρηση δόθηκε πράσινο φως για την «ηλεκτρονική παρακολούθηση». Οι μετακινήσεις γίνονται με τη «σάρωση» ενός κωδικού, κι έτσι το κράτος ξέρει τις κινήσεις των πολιτών κάθε στιγμή. Στις ΗΠΑ σχεδιάζουν τη χρήση αναγνώρισης προσώπου, ενώ στην Ινδία πολίτες υποχρεούνται να στέλνουν μήνυμα με μια εφαρμογή που θα έχει και τις συντεταγμένες τους, ώστε οι κρατικοί υπάλληλοι να ξέρουν πού βρίσκονται.
Παρότι αυτό το μοντέλο συμπεριφοράς είναι αρκετά συχνό, δεν είναι ούτε παγκόσμιο ούτε αναπόφευκτο. Η Νέα Ζηλανδία, παραδείγματος χάριν, αντιμετώπισε αξιοθαύμαστα την παρούσα κρίση χωρίς να αρνηθεί το πρόβλημα, χωρίς να ρίξει ευθύνες σε μειονότητες ή να καταφύγει σε αυταρχικές λύσεις. Το ίδιο ισχύει για τη Γερμανία, την Ταϊβάν και πολλές άλλες δημοκρατίες. Παράλληλα, είδαμε ότι ηγέτες που αρνήθηκαν το πρόβλημα ή κατηγόρησαν υποτιθέμενους «προδότες» και «εχθρούς» – όπως έκαναν ο Τραμπ και ο Μπολσονάρου – δέχθηκαν σφοδρή κριτική εξαιτίας αυτής της στάσης τους.
Σε σχέση με την παρακολούθηση των πολιτών και τον περιορισμό των δικαιωμάτων, φαίνεται να διαφοροποιούνται οι δημοκρατίες από τα αυταρχικά καθεστώτα. Η Ελλάδα αντέδρασε στην κρίση πολύ αποτελεσματικά, καλύτερα από πολλούς ευρωπαίους γείτονές της. Οι χώρες σε όλον τον κόσμο μπορούν να μάθουν και να ωφεληθούν από την ελληνική εμπειρία. Η Νέα Ζηλανδία επίσης έκανε πολύ καλή δουλειά, αλλά είναι ένα απομονωμένο νησιωτικό κράτος, και άρα μια χώρα που βρίσκεται σε πιο κεντρικό σημείο γεωγραφικά, όπως η Ελβετία, ίσως να μην μπορεί να την αντιγράψει εύκολα. Και η Γερμανία τα κατάφερε καλά, αλλά είναι μια πλούσια χώρα, που σημαίνει ότι μια φτωχή χώρα σαν το Εκουαδόρ δεν θα μπορέσει να την ακολουθήσει. Η Νότια Κορέα αποτελεί ένα ακόμα καλό παράδειγμα, αλλά ίσως η επιτυχία της να σχετίζεται με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κουλτούρας της και οι πολιτικές που εφάρμοσε να μη λειτουργήσουν σε χώρες με διαφορετική κουλτούρα, όπως η Νότια Αφρική. Το δίδαγμα είναι ότι οι πανδημίες μπορούν τοπικά να διαμορφώσουν νέες μορφές θετικής ηγεσίας, που ξεκινούν από τα κάτω.
Ο κορωνοϊός «τσακίζει» την παγκόσμια οικονομία και διαλύει τις εργασιακές σχέσεις. Η τηλεργασία προκαλεί συστημικές αλλαγές στην αγορά εργασίας, την ίδια στιγμή που άλλες ομάδες εργαζομένων βρίσκονται σε αναστολή συμβάσεων, εκ περιτροπής απασχόληση, και ζουν μόνο με επιδόματα. Στην πρώτη γραμμή είναι οι απασχολούμενοι στην εφοδιαστική αλυσίδα, όσοι ασχολούνται με το ηλεκτρονικό εμπόριο και τις μεταφορές, τα logistics, αλλά και οι επαγγελματίες της υγείας και οι εργαζόμενοι στα σώματα ασφαλείας είναι οι πλέον «απαραίτητοι». Η επόμενη ημέρα φέρνει έκρηξη στις ηλεκτρονικές συναλλαγές, τόσο τις εμπορικές όσο και αυτές μεταξύ κράτους και πολιτών, με αποτέλεσμα να αλλάξει δραματικά το τοπίο της εργασίας. Βεβαίως, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα του ψηφιακού κράτους, το αντίθετο μάλιστα. Αυτό που πίστευαν πολλοί στην Ελλάδα ότι δεν θα γίνει, δηλαδή το e-gov, στήθηκε σε λίγες ημέρες και λειτουργεί ικανοποιητικά.
Όμως δεν θα πρέπει να πέσουμε θύματα του τεχνολογικού ντετερμινισμού. Διαφορετικές χώρες μπορούν να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία με διαφορετικούς τρόπους. Η Βόρεια και η Νότια Κορέα στηρίζονται ακριβώς στα ίδια τεχνολογικά εργαλεία – ηλεκτρισμό, αυτοκίνητα, τρένα, ηλεκτρονικούς υπολογιστές – και όμως τα χρησιμοποίησαν για να φτιάξουν εντελώς διαφορετικές κοινωνίες. Το ίδιο ισχύει με τη νέα τεχνολογία παρακολούθησης. Μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε για να σταματήσουμε την εξάπλωση της πανδημίας, χωρίς να υπονομεύσουμε τη δημοκρατία και το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα. Όταν τίθεται στους πολίτες το δίλημμα να επιλέξουν ανάμεσα στην ιδιωτικότητα και στην υγεία, το πιθανότερο είναι ότι θα επιλέξουν την υγεία. Αλλά το δίλημμα είναι λάθος, η διάκριση ανάμεσα στην υγεία και στην ιδιωτικότητα δεν είναι σωστή. Θα πρέπει να μπορούμε να απολαμβάνουμε εξίσου και τα δύο δικαιώματα. Μπορούμε να επιλέξουμε την προστασία της υγείας μας και την αναχαίτιση της εξάπλωσης του κοροναϊού όχι εγκαθιστώντας ένα αυταρχικό καθεστώς παρακολούθησης, αλλά εκπαιδεύοντας και ενδυναμώνοντας τους πολίτες. Ένας πληθυσμός με κίνητρο, καλά ενημερωμένος, αντιδρά συνήθως πολύ πιο δυναμικά και αποτελεσματικά από έναν αστυνομοκρατούμενο πληθυσμό, σε άγνοια.
Κάθε τραγωδία φέρνει φόβο, όταν όμως έχουμε να κάνουμε με παγκόσμια πανδημία είναι αναμενόμενες οι ανατροπές. Η παγκοσμιοποίηση, τα ανοικτά σύνορα και οι ανεκτικές κοινωνίες έχουν καταρρεύσει αυτές τις εβδομάδες της κρίσης. Και είναι σίγουρο ότι και την επόμενη ημέρα θα υπάρξουν περιορισμοί στην κίνηση ανθρώπων και προϊόντων, αυξημένοι έλεγχοι, αποκλεισμοί και στιγματισμός κρατών και πολιτών.
Στις περισσότερες χώρες, και φυσικά στην Ελλάδα, το δημόσιο σύστημα υγείας άπλωσε ομπρέλα προστασίας στους πολίτες. Το ΕΣΥ αντέχει, οι πολίτες προσφεύγουν σ’ αυτό, ενώ το κράτος μπορεί να ελέγχει τον ιδιωτικό τομέα. Μπορεί να επιτάσσει ιδιωτικά νοσοκομεία, να κλείνει επιχειρήσεις, να ρυθμίζει τη λειτουργία τους. Σε αντίθεση όλων όσων γνωρίζαμε μέχρι σήμερα περί αυτορρύθμισης των αγορών, κυριαρχίας της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και ελεύθερου ανταγωνισμού. Ο φιλελευθερισμός δείχνει να υποχωρεί «στριμωγμένος» μεταξύ του κράτους και της ψηφιακής επανάστασης, που έχει ήδη ξεκινήσει. Και αυτό συμβαίνει χάρις στην κανονικοποίηση του περιορισμού των δικαιωμάτων των πολιτών με τη σύμφωνη γνώμη των πολιτών. Διότι το έργο της σωτηρίας της δημοκρατίας μπορεί να το αναλάβει μόνο η κοινωνία των πολιτών σε κάθε χώρα.
Από την άλλη οι παγκόσμιες βάσεις της οικονομίας φαίνεται ότι καταρρέουν. Πριν από μερικά χρόνια ούτε που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς ότι θα βρίσκονταν τρισεκατομμύρια για να σωθεί η παγκόσμια οικονομία. Η φράση «εκτύπωση χρήματος», ειδικά στην Ευρώπη, ήταν ταμπού, τώρα όμως κι αυτή η σταθερά έχει καταρρεύσει μπροστά στην αναγκαιότητα. Οι ΗΠΑ ανακοινώνουν τρισεκατομμύρια, η Κίνα το ίδιο, οι Ευρωπαίοι δυσκολεύονται αλλά αντιλαμβάνονται ότι αν δεν δώσουν πακτωλό δισεκατομμυρίων το ευρώ θα καταρρεύσει. Το «τρισκατάρατο» ευρωομόλογο δεν αποκλείεται πλέον, το συζητούν κι επίσημα. Η οικονομική ανασυγκρότηση διαλύει όλα τα υφιστάμενα μοντέλα. Ήδη, σήμερα στηριζόμαστε στον αλγόριθμο του Facebook για να μας πει τι είναι νέο, στον αλγόριθμο της Google για να μας πει τι είναι αληθινό, στην Amazon για να μας πει τι να αγοράσουμε και στο Netflix για να μας πει τι να δούμε. Όσο οι αλγόριθμοι μας γνωρίζουν καλύτερα από όσο γνωρίζουμε εμείς τους εαυτούς μας, θα καταλήξουμε να μας λένε τα πάντα, ακόμα και τι να ψηφίσουμε. Αν δεν ρυθμίσουμε την δύναμη των αλγορίθμων, σύντομα οι άνθρωποι ίσως να χάσουν τον έλεγχο της οικονομίας, του πολιτικού συστήματος, ακόμη και της ίδιας της ζωής τους.
Αλλά και πριν από τον Covid-19 η δημόσια υγεία εξακολουθούσε να αποτελεί προτεραιότητα . Οι περισσότερες χώρες ξόδευαν περισσότερα χρήματα για την περίθαλψη παρά για εξοπλισμούς. Οι ΗΠΑ ξοδεύουν το 3% του ΑΕΠ τους σε στρατιωτικές δαπάνες και περίπου το 17% του ΑΕΠ στην περίθαλψη. Η Γερμανία λίγο πάνω από το 1% του ΑΕΠ της σε εξοπλιστικά και πάνω από το 10% για τη δημόσια υγεία. Η ανθρωπότητα μπορεί σήμερα να αντιμετωπίσει καλύτερα τις μεταδοτικές ασθένειες από κάθε προηγούμενη περίοδο στην Ιστορία. Το ποσοστό των ανθρώπων που πεθαίνουν από μεταδοτικές ασθένειες είναι μικρότερο σε σύγκριση με κάθε άλλη ιστορική περίοδο. Τα τελευταία 200 χρόνια, το προσδόκιμο επιβίωσης εκτινάχθηκε από τα 40 στα 72 έτη σε ολόκληρο τον κόσμο, και είναι πάνω από τα 80 έτη στην Ελλάδα και σε πολλές προηγμένες χώρες. Η αντίληψή μας για τις επιδημίες, επίσης έχει αλλάξει. Για τα περισσότερα χρόνια στην Ιστορία οι επιδημίες θεωρούνταν είτε τιμωρία από τον Θεό, είτε φυσικές καταστροφές πέρα από τον έλεγχο του ανθρώπου. Τώρα τις βλέπουμε σαν διαχειρίσιμες προκλήσεις. Είναι απίθανο ο Covid-19 να αλλάξει αυτή την αντίληψη.
*Ο Γιώργος Γκορέζης είναι υποστράτηγος ε.α., ιστορικός ερευνητής, αρθρογράφος, συγγραφέας.
Join the Conversation