Στην Ηγουμενίτσα στις 28 Μαρτίου 2020, συνήλθε σε συνεδρίαση μέσω τηλεδιάσκεψης εκτάκτως το Διοικητικό Συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσπρωτίας, με μοναδικό θέμα συζήτησης την διαφαινόμενη υπαναχώρηση της κυβέρνησης από τις αρχικές εξαγγελίες της για ένταξη του κλάδου των Δικηγόρων στους δικαιούχους της παροχής οικονομικού βοηθήματος – επιδότησης ποσού 800,00 Ευρώ, στα πλαίσια της οικονομικής στήριξης των αυτοαπασχολούμενων/ελευθέρων επαγγελματιών για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού, καθώς και την παροχή επιδοτούμενων προγραμμάτων επιμόρφωσης (Voucher) ως αντιστάθμισμα.
Λαμβανομένων υπ’ όψιν αφενός της υπ’ αριθ. Δ1α/ΓΠ.οικ.18176/15-3-2020 (Β΄864) ΚΥΑ, που αντικατέστησε την προϊσχύουσα υπ’ αριθ. Δ1α/ΓΠ οικ. 17734/2020 (Β΄833) ΚΥΑ, αφετέρου της υπ΄ αριθ. Δ1α/ΓΠοικ. 19738/2020 (Β΄ 936) ΚΥΑ, δυνάμει των οποίων έπαυσε σχεδόν εξ’ ολοκλήρου η λειτουργία των δικαστηρίων της χώρας εν συνόλω, καθώς επίσης ανεστάλη η λειτουργία των Υποθηκοφυλακείων και των Κτηματολογικών Γραφείων όλης της χώρας, και συνεκτιμώντας την αναστολή εργασιών όλων των ανά την χώρα δικαστικών επιμελητών, καθίσταται σαφές πως ο κλάδος των δικηγόρων οδηγήθηκε ακουσίως σε ολοσχερή, ουσιαστική και διαρκή αναστολή άσκησης οιασδήποτε επαγγελματικής δραστηριότητας, και κατά συνέπεια σε εξοντωτική δυσχέρεια ανεύρεσης πηγών εισοδήματος. Η ζημία που υφίσταται αυτή την στιγμή ο δικηγορικός κλάδος δεν είναι έμμεση λόγω των εν γένει μέτρων πρόληψης και προστασίας που επεβλήθησαν επί του συνόλου του οικονομικού και κοινωνικού ιστού της χώρας, αλλά αντιθέτως είναι άμεση διότι η συντριπτική πλειοψηφία της δικηγορικής εργασίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την λειτουργία των δικαστηρίων της χώρας, εν ολίγοις δεν δύναται να νοηθεί δικηγορική εργασία με «κλειστά δικαστήρια». Εξάλλου, η Κυβέρνηση, μέσω πληθώρας δημόσιων τοποθετήσεων κυβερνητικών αξιωματούχων αλλά και εγγράφων ανακοινώσεων, αντιλαμβανόμενη ότι έχει ανασταλεί υποχρεωτικά με τις προαναφερόμενες υπουργικές αποφάσεις και την πράξη νομοθετικού περιεχομένου οποιαδήποτε δικαστική καθώς και εξώδικη εργασία, και αναγνωρίζοντας αρχικώς όλα τα προαναφερόμενα, είχε εντάξει τους δικηγόρους στους πληττόμενους κλάδους (ΚΑΔ) που εδικαιούντο και επρόκειτο να λάβουν την αποζημίωση ειδικού σκοπού, ποσού 800,00 ευρώ.
Εντούτοις, και σε πλήρη αντίθεση με όλες τις δημόσιες εξαγγελίες, η Κυβέρνηση εντελώς αναιτιολόγητα και ενδεχομένως βάσει κρυφών διαβουλεύσεων, ανέκρουσε πρύμναν και εξαίρεσε τον κλάδο των Δικηγόρων από τους επαγγελματίες – δικαιούχους της εν λόγω οικονομικής ενίσχυσης, αδιαφορώντας πλήρως για τον αγώνα επιβίωσης δεκάδων χιλιάδων Δικηγόρων και των οικογενειών τους.
Η αιτιολόγηση της κυβερνητικής απόφασης αυτής μέσω προσπάθειας εξίσωσης των Δικηγόρων με άλλους επιστημονικούς κλάδους όπως λογιστές, γιατροί και μηχανικοί, είναι απολύτως αβάσιμη, άστοχη και υστερόβουλη, δεδομένου πως όλοι οι εν λόγω επαγγελματίες πλήττονται εμμέσως καθώς δύνανται κάλλιστα να συνεχίσουν να εργάζονται από το γραφείο τους όπως άλλωστε πράττουν, εν αντιθέσει με τον κλάδο μας του οποίου η εργασία είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την λειτουργία των δικαστηρίων. Η προσβλητική συμπεριφορά έναντι ημών και η απαράδεκτη εξίσωσή μας με κλάδους που εξακολουθούν να εργάζονται συνεχίζεται δυστυχώς με την παροχή δυνατότητας συμμετοχής σε προγράμματα με voucher για την δήθεν κατάρτισή μας σε ζητήματα τηλεργασίας. Αυτή η υποτιθέμενη παροχή προσβάλλει βάναυσα τον κλάδο μας, και δεν μπορεί ούτε κατ’ ελάχιστον να εκπληρώσει τον βασικό σκοπό της παροχής ενός οικονομικού βοηθήματος, ο οποίος είναι η επιβίωση των δικηγόρων και των οικογενειών τους, καθώς και η εξασφάλιση των αναγκαίων προς το ζην. Το ζήτημα της ένταξης των νέων τεχνολογιών στον χώρο της Δικαιοσύνης είναι πρωτίστως θέμα δημιουργίας κατάλληλων υποδομών και ηλεκτρονικών συστημάτων, και όχι μιας δήθεν «ανάγκης επιμόρφωσης» των Δικηγόρων.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω, ο Δικηγορικός Σύλλογος Θεσπρωτίας δια του παρόντος ψηφίσματος καταδικάζει την εν λόγω κυβερνητική παλινωδία και τον πρωτοφανή και σκληρό εμπαιγμό που υφίσταται το δικηγορικό σώμα. Η κυβερνητική υπαναχώρηση σε ήδη εξαγγελθείσες παροχές, δια στόματος μάλιστα του ιδίου του Πρωθυπουργού, δεν συνάδει με μια δημοκρατικά ευνομούμενη πολιτεία, στην οποία εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι κατοικούμε.
Επιπλέον, αιτούμαστε :
Α) Την άμεση ένταξη του κλάδου των Δικηγόρων στους δικαιούχους του οικονομικού βοηθήματος ποσού 800,00 Ευρώ για τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο, με την δυνατότητα ισόποσης αύξησης του για όσους μήνες διαρκέσει η υποχρεωτική διακοπή της επαγγελματικής μας δραστηριότητας.
Β) Την απόδοση στους συναδέλφους Δικηγόρους των κεφαλαίων του λογαριασμού ανεργίας επιστημόνων του ΟΑΕΔ που συγκεντρώθηκαν επί χρόνια από δικές μας εισφορές (120,00 Ευρώ ετησίως ανά δικηγόρο επί 9 συναπτά έτη).
Γ) Την πλήρη απαλλαγή των Δικηγόρων από τις ασφαλιστικές εισφορές για όσο χρονικό διάστημα διαρκέσει η αναστολή λειτουργίας των δικαστηρίων, καθώς και την πλήρη αναστολή όλων των φορολογικών υποχρεώσεών τους για διάστημα τουλάχιστον έξι μηνών.
Δ) Την άμεση καταβολή σε όλους τους δικαιούχους συναδέλφους των οφειλών του ΤΑΧΔΙΚ, από το πρόγραμμα της Νομικής Βοήθειας.
Ε) Την πλήρη κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για το τρέχον έτος, ειδάλλως την αναλογική μείωση του για όσους μήνες διαρκέσει η υποχρεωτική διακοπή της επαγγελματικής μας δραστηριότητας.
Το παρόν ψήφισμα να κοινοποιηθεί στο γραφείο του κ. Πρωθυπουργού.
Στον κ. Υπουργό Οικονομικών.
Στον κ. Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Στον κ. Υπουργό Ανάπτυξης.
Στον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης.
Στους κ.κ. Βουλευτές της Π.Ε. Θεσπρωτίας.
Στον Τοπικό Τύπο
Ο Πρόεδρος και το Διοικητικό Συμβούλιο
Του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσπρωτίας
Join the Conversation