Ήταν Μάρτης του 1946, ήμουν πολύ μικρή, μα θυμάμαι καλά, πως τότε τη χρονιά αυτή οι εκλογές ήταν φορτισμένες. Ήταν Άνοιξη Μάρτης, όπου να κυκλοφορούσες άκουγες παρά μόνο για τις εκλογές.
Μα στα παιδικά μου αυτιά και στα παιδικά μου μάτια αυτές οι εκλογές είχαν τη γεύση της οργής. Στους δρόμους και στα καφενεία άκουγες καυγάδες. Υπήρχαν πληγές ανοιχτές μιας και οι εκλογές γίνουνταν στη μέση του εμφυλίου πολέμου.
Στο σπίτι μας ο πατέρας μου έλεγε στη μάνα μου να προσέχουν να μη βγαίνουν έξω τα βράδια και να κλείνουν καλά την εξώθυρα με τις μπάρες. Να έχει το περίστροφο πάντα μαζί της.
Ήταν Μάρτης μα τούτος ο Μάρτης δεν είχε τη χάρη της Άνοιξης. Στις καρδιές και στα μάτια όλων υπήρχε κρυμμένος ο φόβος. Ένας φόβος που έφερνε στη μνήμη των μεγάλων ήταν ο τραγικός πόλεμος που είχε χιλιάδες θύματα και πολλά βάσανα πείνα, φόβο, κάψιμο χωριών, και τι δεν είχε.
Όμως ενώ όλα τα κράτη είχαν βρει το δρόμο της ειρήνης και της αναδημιουργίας της χώρας τους, στη δική μας χώρα ο πόλεμος συνέχιζε πιο βαρύς και πιο δύσκολος ήταν πόλεμος Ελλήνων εναντίον Ελλήνων.
Πριν και ενώ ήταν ο εμφύλιος είχαμε ένα σωρό κυβερνήσεις. Ένας έμπαινε ένας έβγαινε στην Κυβέρνηση. Και τούτη τη χρονιά θα έκαναν εκλογές. Η Κυβέρνηση κήρυξε εκλογές και πολλά μα πάρα πολλά κόμματα έβαλαν για την ωραία εξουσία.
Και είναι ωραία, δίνει δύναμη και λάμψη. Τότε υπήρχαν και άνθρωποι που ήθελαν να δουλέψουν για τον τόπο.
Ήταν συνολικά 16 κόμματα και ξέραμε πως τα αποτελέσματα τα γενικά θα έβγαιναν σε μια εβδομάδα.
Ο πατέρας μου έτρεχε με το Βαγγέλη το Ζώτο, ο Ζέρβας πηγαινοέρχονταν στα χωριά με το Βαγγέλη και τον πατέρα μου. Εκεί στα χωριά ρωτούσαν το Βαγγέλη τι θα κάνεις για τον τόπο μας.
Τι να σας πω ωρέ και γω, σάμπως ο πατέρας μου ήταν βουλευτής; Μηπως ο παππούς μου; Τσομπάνηδες και γεωργοί είναι.
Με γνωρίζετε και σας γνωρίζω, με νοιάζεστε και σας νοιάζομαι. Ότι θα είναι για τα χωριά θα το κυνηγήσω, αν με πιστεύετε ψηφίστε με, αν όχι τότε μη με ψηφάτε.
-Ρε Βαγγέλη, του λέει ο πατέρας μου, τάξε και συ κάτι ένα σχολείο ένα δρόμο για τα χωράφια.
-Γιατί ρε Δάσκαλε αν δεν βγω θα μου πάρουν τα παράσημα;
-Βαγγέλη είσαι ικανός, τίμιος, λεβέντης και συμπολεμιστής με τούτους τους άνδρες.
Το βράδυ των εκλογών κάτω από το σπίτι μας ήρθαν κάποιοι δεν χρειάζεται να πούμε τα ονόματα άναψαν φωτιές και φώναζαν θα σας κάψουμε σαν τα ποντίκια θα βγούμε και δεν θα μείνει κανείς.
Εμείς τα παιδιά, τρέμαμε όταν ακούγαμε τις αγριοφωνάρες τους και τους ντενεκέδες που χτύπαγαν και τους καπνούς από τις φωτιές. Ο πατέρας μας προσπαθούσε να μας κάνει να μη φοβόμαστε.
Ήρθε η ώρα των εκλογών εκτός από στρατιώτες στην πόρτα των εκλογικών τμημάτων υπήρχαν οι έφεδροι αξιωματικοί καθώς και η Αστυνομία.
Ο πατέρας μου προκειμένου να είμαστε εμείς σίγουροι είπε να μένει στο σπίτι μας όλη η οικογένεια. Έγιναν οι εκλογές, ο κόσμος μετά τη δευτέρα άρχιζαν να πηγαίνουν στα σπίτια τους. Τα αποτελέσματα βγήκαν ύστερα από πολλές ημέρες.
Αυτοί που φώναζαν έπαψαν να φωνάζουν και όταν έβλεπαν τον πατέρα μου κρύβονταν. Μια μέρα πήγε στο μαγαζί του ενός που ήταν σιδηρουργός.
– Τι θες δάσκαλε;
-Χωριανοί είμαστε, ήρθα να σου πω, πως εσύ και γω ότι και να μας χωρίζει θα είμαστε χωριανοί.
-Δάσκαλε μιλάς καβάλα αφού δεν βγήκαμε πες ότι θες.
– Άκου ας πούμε πως βγαίνατε εσείς, πές μου εσύ τι αξίωμα θα είχες;
-Άκου γιατί ήρθα έχουμε ο κάθε ένας τις πολιτικές του θέσεις αυτές τις θέσεις τις υποστηρίζουμε με τον λόγο και όχι με αγριότητες.
– Μωρέ παιδί μου πρέπει να ξέρεις ότι όποιος και να έρθει εμένα και αν δεν με έχει δάσκαλο και για τα προσόντα μου θα με έβαζαν κάπου, ακόμη και σε θέση πολύ ψηλά. Εσύ και γω όμως είμαστε χωριανοί και πρέπει να ζήσουμε ειρηνικά.
-Δάσκαλε τα λες αλήθεια;
-Γιατί να σου πω ψέματα.
-Και δεν θύμωσες για τις καζούρες που σου κάναμε;
Εσείς βάλατε τη φωτιά όμως άλλο σας έστειλαν, έ, εκείνοι μόνοι τους θα μετανοιώσουν.
Ο Βαγγέλης βγήκε βουλευτής και πολλοί κάτοικοι βρήκαν τότε εργασία βλέπει πάντα στην Ελλάδα μας το ρουσφέτι είχε τον πρώτο λόγο.
Ακόμη και όσοι μάθαιναν γράμματα και σήμερα με σπρώξιμο για να βρουν μια θέση στο Δημόσιο. Έτσι το Δημόσιο έχει τους μέτριους αυτούς που δεν μπορούσαν να μπουν στον ιδιωτικό τομέα.
Γιατί θυμήθηκα αυτές τις πικρές εκλογές είναι για να παρακαλέσω τον κάθε ΄ένα μας να μην ξεχάσει πως είμαστε αδέλφια.
Όλοι μαζί τη Δευτέρα θα ενώσουμε τα χέρια μας μπροστά στις προκλήσεις των καιρών.
Χωριανοί μου, Παραμυθιώτες, Ηπειρώτες, Έλληνες, όλοι μαζί να νικήσουμε το τέρας της χρεοκοπίας. Και μαζί να ξαναφκιάξουμε την πατρίδα μας. Ξέρω, ότι ούτε σεις ούτε γω τα φάγαμε, άλλοι τα φάγανε, όμως εμείς την πατρίδα μας δεν θα την αφήσουμε να χαθεί.
Εμείς όλοι μαζί κάτω από τη γαλανόλευκη σημαία μας κάτω από τη σκέψη της Παναγίας και του Χριστού μας. Ας μην ξεχνάμε να ανάψουμε ένα κερί στην Υπέρμαχο Στρατηγό τα νικητήρια.
*H Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά, είναι συγγραφέας, ποιήτρια, βραβευμένο μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και μέλος της Διεθνoύς Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών
Join the Conversation