Οι ιστορίες της Βάβως | Στον αργαλειό…

Γράφει για την paramythia-online.gr η  Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά

Ήρθε η Βάσω στο σπίτι μας, μια όμορφη δροσερή κοπέλα σαν την Άνοιξη. Ήταν από το χωριό της μάνας μου.

-Έχεις βιλάρι στον αργαλειό σου θειά; είπε στη μάνα μου.
-Μια κουρελού έχω τρεις τέσσερεις οργιές και αδειάζει.
-Θεία να έρθω να δουλέψω στον αργαλειό σας, έχω μια παραγγελία που όμως έχει πολλή δουλειά.
-Να τελειώσω και έλα, δεν έχω να ρίξω άλλο βιλάρι, όταν έχω θα είναι το χειμώνα που δεν θα έχω εξωτερικές δουλειές.
-Να το τελειώσω εγώ αυτό που έχεις στον αργαλειό;
-Ότι θες κάνε μόνε μη πει η μάνα σου πως σε κρατάω για δουλειές.

Την άλλη μέρα η κουρελού είχε τελειώσει και άρχισε η μαγεία του αργαλειού. Έχετε δει τη διαδικασία; Βάζουν κάτι μεγάλες τεράστιες πρόκες στην αυλή αφού μετράνε μερικές οργιές. Τότε δεν είχαμε μέτρα είχαμε πήχεις και οργιές.. Ο πήχης ήταν νομίζω 74 πόντους και η οργιά το άνοιγμα της αγκαλιάς. Βέβαια η οργιά ήταν διαφορετική για κάθε άνθρωπο.

Άλλη οργιά είχα εγώ (που είμαι κατά τους αδελφούς μου ένα και δέκα με τα χέρια στην ανάταση) και άλλη η οργιά της μάνας μου που ήταν μια πολύ ψηλή γυναίκα. Μετά από τις πρόκες που τις έβαζαν στο χώμα έκαναν οκτώ κουβάρια από μια κλωστή που την έλεγαν στημόνι και με αυτήν θα έριχναν το βιλάρι.

Έβαζαν τα κουβάρια σε κατσαρόλες και πήγαιναν και τοποθετούσαν τις κλωστές γύρω από τις πρόκες, ποτέ δεν κατάλαβα τι ακριβώς έκαναν. Μετά το πέρναγαν σε ένα αντί, αντί ήταν τρία ξύλα στον αργαλειό. Ένα μου μάζευαν το βιλάρι, ένα που κράταγε τις κλωστές να μην μπερδεύονται, ένα που μάζευε το υφαντό.

Όταν μπήκαμε στο σπίτι στην κουζίνα που είχαμε τον αργαλειό μου είπε η μάνα μου να δίνω κλωστές στη Βάσω να μάθω όπως μου έλεγε. Έτσι τις έδωσα τις κλωστές που τις πέρασε στα μυτάρια, μετά τις πέρασε στο χτένι και τις έδεσε στο μπροστινό αντί.

Την άλλη μέρα ήρθε η Βάσω με πολλά όμορφα και ζωηρόχρωμα κουβάρια. Κάθησα δίπλα της να βλέπω να ξεστραβωθώ κατά τη μάνα μου να μάθω κατά τον πατέρα μου. Σας ορκίζομαι πως ούτε ξεστραβώθηκα ούτε έμαθα.

Μου άρεσε όταν η βάσω έβαλε το βασικό χρώμα ένα καφέ ανοιχτό και έκανε ανθρώπους και λουλούδια και πρόβατα με τα πολυχρωμα κουβάρια της. Τι κάνεις Βάσω τη ρώτησα; Τον Τάσσο με τη Γκόλφω…. απάντησε

Εγώ νόμιζα πως η Γκόλφω ήταν όμορφη όμως δεν ήταν όμορφη στο υφασμένο και απόρησα γιατί δεν ήταν. Ο αργαλειός δεν είναι φωτογραφία, οι κλωστές δεν μπορούν να κάνουν την ίδια δουλειά με τα χρώματα. Όταν μεγάλωσα είδα τι είναι η λα’ι’κή τέχνη και θυμήθηκα πως ήταν πολύ ωραία η εικόνα που έκανε στον αργαλειό η Βάσω.

Όταν τελείωσε αυτή τη δουλειά είπε στη μάνα μου αν έχεις να σου κάνω κάτι να στο κάνω αν δεν έχεις να βάλω άλλα μυτάρια και να κάνω δυο καραμελωτές που έχω παραγγελία; Κάνε παιδάκι μου ότι θες, δείξε και στη δικιά μου μην ξεστραβωθεί που δεν κάνει τίποτε.

Και θύμωσα και πήγα στον παππού μου να του παραπονεθώ.
-Παππούλη μου δεν πάω σχολείο; Δεν είμαι καλή μαθήτρια; Δεν πλέκω,; Δεν κεντάω τι άλλο πρέπει να κάνω; Νομίζω πως είμαι χαζή.
– Καλά μη μετράς όλα τα λόγια της μάνας σου για το καλό σου τα λέει να είσαι η πιο καλή σε όλα. Aπαντάει αυτός
– Δεν θέλω να είμαι σε όλα, ο μπαμπάς λέει πως όποιος τα κάνει όλα ποτέ δεν τα κάνει πολύ καλά.
– Θα τα πούμε όταν θα έχεις τα ματάκια σου στεγνά και δεν θα έχουν δάκρυα.

Μου έκανε μια αγκαλίτσα και γω πήγα σπίτι τραγουδώντας. Ενώ η μάνα μου μουρμούριζε: δες πως την κακομαθαίνουν και την κάνουν άχρηστη…

Δεν τελειώσαμε με τον αργαλειό. Τότε όλα τα σπίτια είχαν αργαλειό τα έκαναν οι ξυλουργοί στο χωριό μας και ραπτομηχανές είχαν πολλά σπίτια όπως πολλά είχαν και πλεκτομηχανές εμείς είχαμε και κουμπομηχανή που έντυνε κουμπιά από το ύφασμα. Δεν ήταν πλούτος απλώς ήταν οικονομία γιατί πολλές δουλειές που θα τις έδιναν έξω τις έκαναν μόνες τους. Έχω φίλη που ράβει τα δικά της ρούχα στο χέρι με βελονιά αλυσίδα και σήμερα.

*H Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά, είναι συγγραφέας, ποιήτρια, βραβευμένο μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και μέλος της Διεθνoύς Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών




In this article

Join the Conversation