Σε συνέχεια των αρθρογραφιών περι πολιτικού μάρκετινγκ στην Θεσπρωτία (δείτε εδώ) και περι ανώνυμων profiles και προπαγάνδας (δείτε εδώ):
Τη φράση «οι Έλληνες του εξωτερικού προοδεύουν» την έχουμε πει όλοι κάποια στιγμή. Αποτελεί ένα συνηθισμένο κλισέ, αλλά απηχεί σίγουρα μια πραγματικότητα.
Πρόσφατα, ένας ακόμα νέος Έλληνας, ο Γεράσιμος Ζαγορίτης, διακρίθηκε στο εξωτερικό, καθώς βραβεύτηκε από το αμερικανικό περιοδικό Campaigns & Elections, το οποίο εξειδικεύεται σε θέματα πολιτικής επικοινωνίας και εκλογών. Το βραβείο «Rising Star», που αφορά συμβούλους στρατηγικής κάτω των 36 ετών, το έχουν κρατήσει στα χέρια τους κορυφαίοι επαγγελματίες campaigners.
Χαρακτηρίζοντας απλώς «τιμή» τη βράβευσή του, ο Γεράσιμος Ζαγορίτης μιλάει στην εφημερίδα Καθημερινή και παραπέμπει σε μερικά ονόματα που έχουν διακριθεί στον ίδιο διαγωνισμό: ο David Axelrod, chief strategist στις προεκλογικές εκστρατείες του Μπαράκ Ομπάμα, ο Alex Castellanos, βασικός σύμβουλος Τύπου του Τζορτζ Μπους, ο Philip Maderthaner, που «έτρεξε» πέρυσι την προεκλογική εκστρατεία του Σεμπάστιαν Κουρτς και τον οδήγησε στην καγκελαρία, αλλά και ο Aron Shaviv, που είναι διαχρονικά ο σύμβουλος στρατηγικής του πρωθυπουργού του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου.
Το γεγονός ότι ελάχιστοι Ευρωπαίοι έχουν καταφέρει να διακριθούν στον διαγωνισμό αυξάνει το μέγεθος της επιτυχίας. Ο Γεράσιμος δεν το βλέπει ακριβώς έτσι. «Είναι μια επιδοκιμασία της έως σήμερα προσπάθειάς μου, αλλά το βασικό μου κίνητρο είναι η ανάγκη να θέτω στόχους και να εξελίσσομαι», αναφέρει. Μιλώντας με έναν 31χρονο campaigner, που έχει τρέξει παρεμπιπτόντως και καμπάνια για λογαριασμό του Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, η κουβέντα πάει κατευθείαν στις νέες μορφές επικοινωνίας και στη σημασία τους στην πολιτική επικοινωνία.
Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου τα πάντα οδηγούνται στα άκρα και οι πλατφόρμες, με πρώτες το Facebook και το Twitter, αναδεικνύονται άλλες φορές ως το απόλυτο κακό και άλλες ως «ευλογία», η γνώμη του παρουσιάζει αυξημένο ενδιαφέρον. «Tα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ένα σημαντικό εργαλείο για τον πολιτικό που θέλει να κινητοποιήσει τους υποστηρικτές του και να απευθυνθεί σε εν δυνάμει ψηφοφόρους, που ίσως δεν θα είχε αλλιώς τη δυνατότητα να προσεγγίσει.
Είναι επίσης ένα εξαιρετικό εργαλείο social listening, ανάλυσης δεδομένων και, αν θέλετε, στόχευσης εξειδικευμένων κοινών», σημειώνει προσθέτοντας όμως πως «οποιοσδήποτε σας πει ότι μπορεί κάποιος να εκλεγεί μόνο μέσα από το διαδίκτυο σας λέει ψέματα. Ο πολιτικός, όμως, που εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες της τεχνολογίας και τις συνδυάζει σωστά με άλλες παραδοσιακές μορφές εκστρατείας είναι σίγουρο ότι έχει σημαντικό πλεονέκτημα».
Η ελληνική πραγματικότητα
Και ποιος είναι ο «σωστός τρόπος»; Η απάντησή του αναδεικνύει μια βασική παθογένεια της ελληνικής κοινωνίας, που με τα social media έχει γίνει ακόμα μεγαλύτερη: «Οι περισσότεροι Έλληνες πολιτικοί –υπάρχουν φυσικά εξαιρέσεις– χρησιμοποιούν τα ψηφιακά εργαλεία περίπου σαν διαδικτυακά δελτία Τύπου. Η αλήθεια είναι ότι, στον βαθμό που οι περισσότεροι σήμερα εκτιθέμεθα ψηφιακά, δεν είναι πολύ δύσκολο για έναν πολιτικό να εντοπίσει εκείνους με τους οποίους έχει συγκλίνουσες απόψεις και να προωθήσει τις δράσεις του στους υποστηρικτές του. Δεν αρκεί όμως να μιλάμε μόνο σε όσους ήδη συμφωνούν μαζί μας.
Στο ελληνικό ίντερνετ δεν υπάρχει αρκετή αλληλεπίδραση και δυστυχώς δεν γίνεται επαρκής χρήση των τεράστιων δυνατοτήτων που παρέχει η τεχνολογία». Με δυο λόγια, μας μιλάει για τις διαδικτυακές γυάλες όπου κλεινόμαστε όλοι, αναπαράγοντας πολλές φορές τον εαυτό μας. «Ναι, είμαστε όλοι κλεισμένοι στα διαδικτυακά μας δωμάτια, με κλειστούς τοίχους και παράθυρα», υπογραμμίζει και προσθέτει πως «η δική μας δουλειά βρίσκεται στο σταυροδρόμι πολιτικής επικοινωνίας και συμπεριφορικής επιστήμης, και η επιτυχία κρύβεται στον συνδυασμό».
Και ο κίνδυνος των fake news; Πόσο σημαντικός είναι; «Τα fake news δεν είναι νέο φαινόμενο, αλλά με τη χρήση των social media έχει αλλάξει ο ρυθμός διάδοσής τους». Υπάρχουν πάντως μικρά «αντίδοτα» για τα fake news, «αλλά δεν θα αποκαλύψω μυστικά της δουλειάς μου», προσθέτει χαμογελώντας.
Έχοντας έδρα τις Βρυξέλλες, τι είναι αυτό που τη διαφοροποιεί με την Ελλάδα; «Το campaignLAB έχει έδρα τις Βρυξέλλες και, πιστέψτε με, ούτε η γραφειοκρατία είναι ανύπαρκτη ούτε η φορολογία είναι χαμηλή – μάλλον το αντίθετο. Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι η σταθερότητα του επενδυτικού περιβάλλοντος. Ότι μπορείς ως νέος επιχειρηματίας να προγραμματίσεις τις επόμενες κινήσεις σου, γνωρίζοντας ότι δεν θα αλλάξουν ξαφνικά οι κανόνες»
Join the Conversation