Κεντρική αφήγηση του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα είναι ότι μετά την τυπική έξοδο από το Μνημόνιο, η κατάσταση στη χώρα θα μεταβληθεί ριζικά και θα επιστρέψουμε στην προ του 2010 «κανονικότητα».
Από πού δικαιολογείται όμως αυτή η άποψη; Μόνο από την απόσταση που έχει η κυβέρνηση από την πραγματικότητα, στην περίπτωση της οποίας ισχύει το πως αν τα γεγονότα δεν συμφωνούν με αυτήν, τόσο το χειρότερο για εκείνα.
Αυτό φαίνεται και από την εξέλιξη του ΑΕΠ το οποίο μειώνεταισυνεχώς από το 2008, ισορρόπησε το 2013, παραμένοντας σχεδόν στάσιμο έκτοτε.
Με τα μνημόνια άλλες χώρες βελτίωσαν τα θεμελιώδη μεγέθη τους, η Ελλάδα όχι. Η Πορτογαλία μεταξύ 2011 και 2016 αύξησε το μερίδιό της στις παγκόσμιες εξαγωγές προϊόντων, ενώ σημείωσε και ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων την ίδια στιγμή που η Ελλάδα έχει τη μεγαλύτερη μείωση μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε.
Ουσιαστικά έχοντας φτάσει στον πάτο στην κυβέρνηση χαίρονται και αυτοεπαινούνται γι’ αυτό. Σε αυτό το περιβάλλον αντί οι κ. Τσίπρας και Μητσοτάκης να παρουσιάσουν τη δίκη τους πρόταση για την Ελλάδα μετά τα μνημόνια, περιορίζονται σε άγονες αντιπαραθέσεις που αποκρύπτουν τα πραγματικά προβλήματα. Επιβεβαιώνουν έτσι ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας παραμένει ο μεγάλος ασθενής – τροχοπέδη για την έξοδο από την κρίση.
Ακόμη και στην πρόταση του κ. Τσίπρα για τις σχέσεις κράτους- εκκλησίας, προσπάθησε να παρουσιάσει μια καθαρά οικονομική συμφωνία που έκανε με την εκκλησία ως ένα δήθεν
σημαντικό βήμα για το διαχωρισμό κράτους-εκκλησίας. Παράλληλα αυξάνει τις δόσεις λαϊκισμού που συνεχώς πουλάει εξαγγέλλοντας 10.000 θέσεις δημοσίων υπαλλήλων για ψηφοθηρικούς λόγους.
Από την άλλη, ο κ. Μητσοτάκης φέρεται εγκλωβισμένος στις πιέσεις ακραίων συντηρητικών κύκλων. Η ρητορεία των στελεχών της ΝΔ σε ζητήματα όπως το ζήτημα του ονόματος της ΠΓΔΜ αλλά και των σχέσεων κράτους-εκκλησίας «προδίδουν» τη φύση της συντηρητικής παράταξης αλλά και αποδεικνύουν ότι δεν έμαθαν τίποτα από τα λάθη του παρελθόντος που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία. Αυτή η εικόνα απογοητεύει τους πολίτες. Δεν αξίζει αυτός ο τόπος τέτοια μοίρα.
Στο Κίνημα Αλλαγής, η μεγάλη προσπάθεια επανένωσης του χώρου της Κεντροαριστεράς, της σοσιαλδημοκρατίας και η μαζική συμμετοχή 212.000 πολιτών στον εκλογή αρχηγού τον περασμένο Νοέμβριο, έδωσε μεγάλη δυναμική και προοπτική. Αυτοί που ψήφισαν σ’ αυτές στις εκλογές δεν ήρθαν μόνο για να εκλέξουν επικεφαλής. Ήρθαν γιατί η διαδικασία εκλογής έδωσε όραμα και ελπίδα για την παράταξη και την χώρα. Έναν χρόνο μετα δεν παρατηρείται η ίδια δυναμική. Ο κόσμος περίμενε ρήξεις με τις νοοτροπίες που οδήγησαν το ΠΑΣΟΚ στη συρρίκνωση. Αντί για την πραγματοποίηση ενός ανοιχτού και δημοκρατικού Ιδρυτικού Συνεδρίου και τη δημιουργία ενόςνέου ενιαίου φορέα με καθαρή πολιτική έκφραση και πρόγραμμα επιλέχθηκε ο συμβιβασμός με πρόσωπα και καταστάσεις που κρατούν την παράταξη καθηλωμένη σε απόσταση από την κοινωνία.
Η αδυναμία του μικρού διπολισμού ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ να παρουσιάσει ένα σχέδιο για την Ελλάδα της επόμενης 20ετιας είναι η μεγάλη ευκαιρία της προοδευτικής παράταξης και του Κινήματος Αλλαγής να αντιστρέψει τους πολιτικούς συσχετισμούς με στοχευμένο πρόγραμμα, σύγχρονες λύσεις στα προβλήματα του πολίτη και πρόταση διακυβέρνησης. Με επενδύσεις στη βιώσιμη ανάπτυξη ώστε να επιστρέψουν οι νέοι επιστήμονες από το εξωτερικό, με ένα δίκαιο ασφαλιστικό σύστημα που θα δίνει προοπτική στις επόμενες γενιές και φυσικά με ίσες ευκαιρίες εργασίας χωρίς κληρονομικά δικαιώματα, σε μια κοινωνία αλληλεγγύης ώστε να περιορίζονται οι ανισότητες. Είναι στο χέρι μας, αρκεί πρώτα να
αλλάξουμε και οι ίδιοι.
Σπυρόπουλος Ανδρέας
Μέλος Εκτελεστικής Γραμματείας Κινήματος Αλλαγής
Join the Conversation