Γράφει για την paramythia-online.gr, ο Δρ. Παντελής Χαράλαμπος
Βασιζόμενοι κυρίως σε αρχειακές πηγές και βιβλιογραφική έρευνα θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η οικογένεια Ρίγγα, ασχολήθηκε με το εμπόριο συγκεκριμένων προϊόντων (κάπες, γαλακτοκομικά, αγριμικά δέρματα και χρυσόξυλο ή τσερμιτζέλα, δηλ. φλούδα από συγκεκριμένο θάμνο της περιοχής, η οποία ύστερα από κατάλληλη επεξεργασία, χρησίμευε στη βαφή υφασμάτων).
Η εμπορική δράση της οικογένειας αφορούσε τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό, με κυριότερο αποδέκτη των προϊόντων την Τεργέστη (δέρματα και τυριά). Επίσης εμπορικές συναλλαγές υπήρχαν με τη Μασσαλία και την Αμερική.
Γενάρχης της οικογένειας θεωρείται ο Κωνσταντίνος Ρίγγας, παιδιά του οποίου ήταν οι Ιωάννης, Νικόλαος, Δημήτριος και Αθανάσιος. Ο Νικόλαος Ρίγγας είχε γιους τους Παναγιώτη (παππούς της Μαρίας Δ. Ρίγγα) και Γεώργιο. Παιδιά του Παναγιώτη Ρίγγα, ήταν από τον πρώτο του γάμο η Βασιλική, και από τον δεύτερο, ο Πέτρος, ο Δημοσθένης, ο Νικόλαος, ο Λεωνίδας, ο Θεμιστοκλής και η Βικτωρία.
Ο Κωνσταντίνος Ρίγγας αφού εγκαταστάθηκε στην Παραμυθιά, ασχολήθηκε στην αρχή με την κατασκευή καπών. Στη συνέχεια οι δραστηριότητες της οικογένειας στράφηκαν στην παρασκευή γαλακτοκομικών προϊόντων με εξαγωγές κυρίως στην Ιταλία. Σε μικρότερη κλίμακα, η εταιρεία εξήγαγε «χρυσόξυλο» και δέρματα άγριων ζώων. Εισήγαγαν εμπορεύματα όπως αλεύρι από τη Μασσαλία μέσω του λιμανιού της Πάργας.
Η κύρια εμπορική δραστηριότητα της εταιρείας ήταν η Παρασκευή και πώληση γαλακτοκομικών προϊόντων. Η εξαγωγή γινόταν με ατμόπλοιο μέσω του λιμανιού της Πάργας. Με την πάροδο του χρόνου, η εταιρεία εξελίχθηκε σε μεγάλη εμπορική και οικονομική μονάδα στην Ήπειρο. Οι τελευταίοι που ανέλαβαν και εδραίωσαν τον οίκο Ρίγγα ήταν τα αδέλφια Δημοσθένης, Θεμιστοκλής και Λεωνίδας. Οι δύο πρώτοι είχαν έδρα την Παραμυθιά, ενώ ο Λεωνίδας την Πάργα και αργότερα τον Πειραιά για τη παραλαβή-φόρτωση των εμπορευμάτων. Υπάλληλοί τους υπήρξαν οι Θεόδωρος Καραγιάννης στην Πάργα και Νικόλαος Κόκορης στην Παραμυθιά. Αργότερα στην Παραμυθιά υπάλληλος ήταν ο Κωνσταντίνος Ντάγκας.
Αγορά-επεξεργασία γάλακτος : Ύστερα από συμφωνία με τους κατόχους κοπαδιών, αγόραζαν το γάλα το οποίο στη συνέχεια μεταφερόταν στις στάνες ή «μπατζαργιά», κατάλληλα εξοπλισμένες για την Παρασκευή γαλακτοκομικών προϊόντων. Τον εξοπλισμό των στανών, ημερομίσθια και διατροφή των τυροκόμων (μαστόρων και βοηθών), τα αναλάμβανε η εταιρεία. Η κάθε στάνη ήταν σε σημείο που εξυπηρετούσε τη συλλογή γάλακτος από τα γύρω κοπάδια.
Υπολογίζεται ότι είχαν στη διάθεσή τους γύρω στις σαράντα στάνες. Στη συνέχεια τα κεφαλοτύρια αποθηκεύονταν στην Παραμυθιά για τρεις περίπου μήνες, και αργότερα τα διέθεταν στη ντόπια και ξένη αγορά. Περίφημο και ξακουστό ήταν το τυρί «Moliterno». Τα κεφαλοτύρια της εταιρείας έφταναν μέχρι και την Αμερική, όπου ο εκεί αντιπρόσωπος τα παραλάμβανε και τα διέθετε στην αγορά.
Αγορά-πώληση (εξαγωγή) χρυσόξυλου : Οι ποσότητες του αυτοφυούς θάμνου αγοράζονταν από άτομα που εργάζονταν ειδικά για το σκοπό αυτό. Στη συνέχεια με υποζύγια μεταφέρονταν στο λιμάνι της Πάργας για εξαγωγή στη Ιταλία, που όπως προαναφέραμε, η φλούδα του θάμνου ύστερα από ειδική επεξεργασία χρησίμευε σε βαφές υφασμάτων. Χρυσόξυλο ίσως να ονομάστηκε, λόγω του υποκίτρινου χρώματος που είχε ο κορμός του θάμνου.
Αγορά-πώληση δερμάτων : Διάφορα άτομα προμήθευαν την εταιρεία με δέρματα άγριων και ήμερων ζώων, αφού προηγουμένως υπέγραφαν συμφωνητικό που αφορούσε στην όλη διαδικασία της προετοιμασίας και παράδοσης των δερμάτων. Πρόκειται για δέρματα αιγοπροβάτων, αλεπούδων, λαγών, τσακαλιών, σκίουρων. Γίνεται μάλιστα και διαχωρισμός ανάμεσα στα «καλά» και στα «σκάρτα» δέρματα».
Η δραστηριότητα που τους κατέστησε μεγάλη εμπορική δύναμη ήταν τα προϊόντα γάλακτος τα οποία είχαν μεγάλη ζήτηση τόσο στο εξωτερικό, όσο και στο εσωτερικό. Τα τυριά όπως το κασέρι, συσκευάζονταν σε δέματα, όπου το κάθε δέμα περιείχε έξι «κεφάλια» και ζύγιζε 27 περίπου οκάδες. Άλλα είδη τυριών ήταν το μανούρι, και το Moliterno.
Join the Conversation