Οι Χειμώνες μας, στα παιδικά μας χρόνια, ήταν πολύ όμορφοι. Τα βράδια του Χειμώνα, οι δρόμοι ήταν σκοτεινοί αν είχε συννεφιά. Αν δεν είχε συννεφιά τα άστρα ήταν σαν καντήλια κρεμασμένα, που έφεγγαν στα καλντερίμια και φώτιζαν τους άσπρους τοίχους των σπιτιών.
Σαν παιδιά, εκείνο που ζούσαμε το Χειμώνα, ήταν οι μεγάλες βραδιές κοντά στο τζάκι με όλη την οικογένεια γύρω στην τάβλα, με τον ζεστά τραχανά, ή τις τηγανίτες με μέλι κι ένα ζεστό τσάι του βουνού. Δεν έλειπαν οι κοκόσιες [ποπ κόρν] ούτε τα φουντούκια και τα καρύδια… Εκεί, στα μεγάλα στρώματα, με τα μάλλινα υφαντά μαξιλάρια, καθισμένη η οικογένεια με φίλους περνούσαν στην ζεστασιά γύρω από το αναμμένο τζάκι, οικογένεια και φίλοι. Ήταν ωραίος ο Χειμώνας, γιατί πολλούς κάτοικους των χωριών μας, από την Άνοιξη,το Καλοκαίρι, ως το Φθινόπωρο, δεν τους έβλεπε το σπίτι. Δούλευαν μερόνυχτα…Πολλές φορές κοιμούνταν σε ξένα χωριά, χτιστάδες, βαρελάδες,αγρότες,πραμματευτάδες….
Έτσι, το Χειμώνα που ή νύχτα ήταν ατελείωτη, δίπλα στην ζεστασιά και τις φλόγες του τζακιού να φωτίζει τα πρόσωπά μας η οικογένεια χαίρονταν την ξεκούραση την αγάπη. Όλοι μαζί. Πάντα κάποιος μεγάλος, άρχιζε να λέει ιστορίες, που όλοι τις άκουγαν με προσοχή, αγάπη και θαυμασμό. Δεν θα το πιστέψετε πως τα παραμύθια μας τα πιο πολλά, είχαν σχέση με τον τόπο μας,την μυθολογία μας και την ιστορία μας. Δεν ξεχνώ τον πατέρα μου να μας λέει. Αν είστε καλά παιδιά, θα σας πώ για τον τόπο μας, τον Αρχαίο καιρό, τον Βυζαντινό, τη σκλαβιά, τους αγώνες που έκαναν συνεχώς οι Ηπειρώτες, οι κάτοικοι των περήφανων βουνών μας.
Θα πούμε για τα απύθμενα ψηλά βουνά με τα τεράστια βάθη τους απότομους γκρεμνούς,που οδηγούν από το φως, στον σκοτεινό Βασίλειο του Άδη. Αυτά τα βουνά των αρχαίων μας Ελλήνων ήταν τα άγρια βουνά του Σουλίου. Εκεί στις σπηλιές των βράχων αναβλύζουν μαύρα ποτάμια,που με βόγγο, κυλούν τα ολόμαυρα νερά τους. -Πότε τα νερά είναι μαυρα; Ποιος θα το πει; -Εγώ μπαμπά εγώ, γιατί είναι πολύ βαθειά και γιατί από τη σκιά των δένδρων δεν τα βλέπει ο ήλιος. -Μπράβο σας. Εκεί κυλάει τα ιερά νερά του και το ποτάμι της ιεράς Στυγός.
Αυτό το ποτάμι είναι παγωμένο τόσο που γύρω του παγώνει ο αέρας. Βασιλειάς του σκοτεινού Άδη είναι ο αδελφός του Δία ο Πλούτων. Δίπλα του, η γυναίκα του, η θλιμμένη Περσεφόνη, που την έκλεψε ο Πλούτωνας από την μάνα της μια μέρα. Τον θυμάστε τον μύθο; Ναι. Θυμάστε τι δουλειά έκανε ο χάρος; Ναι Το βαρκάρη, έπαιρνε τις ψυχές για να τις πάει στον Άδη. Και ήθελε και χρήματα έναν οβολό. Τον θυμάστε τον μύθο του Μένιππου; Ναι… Έτσι οι οικογένειες περνούσαν τα πιο πολλά βράδυα, με παρέα κοντινούς συγγενείς και γείτονες.
Και όλοι, νέοι γέροι και παιδιά, άκουγαν πολλές φορές τις ίδιες ιστορίες και λάβαιναν μέρος στα διά μας παραμύθια. Όμως ο Χειμώνας θέλει και φα’ι’. Έτσι βάζανε στο τραπέζι του χειμωνιάτικου ή στην τάβλα, ψωμί ψανισμένο, έλιες ξυδάτες με μπόλικο λάδι, γκερεμέζι, ρίγανη, αλάτι, κρεμμύδια στουμπηχτά. Στα ρακοπότηρα, που ήταν μικρά, πολύ μικρά, έμπαινε ούζο παραμυθιάς. Το καλύτερο ούζο της Ελλάδας μας, το Ουζο ΜΑΡΑ. Το ΄ούζο ΜΑΡΑ ήταν μοναδικό και δυστυχώς το μυστικό του δεν το γνώριζει κανείς για να συνεχίσει την παράδοση…
Οι πρώτες απλές κουβέντες, ήταν για τις δουλειές και τον καιρό. Μετά τα κουτσομπολιά αν άκουσες αν είδες, και όλο κάποιος είχε ακούσει ή είχε μάθει. Εκεί κάποια γυναίκα άρχιζε να λέει έ,, ε,, ε,, αφήστε τα αυτά και ελάτε σιαδώ να παίξουμε. Τι λέτε να παίξουμε,, και κει μπαίνανε όλοι στην μέση…. Ιστορία, παραμύθια, λέξεις,αγαπώ-αγαπώ, κολοκυθιά, κότσι… -Ιστορία η μυθολογία; -Μυθολογία, τον Ηρακλή, τον Θησσέα, τον Άγιο Δονάτο. -Παραμύθι είναι η ζωή του Αγίου Δονάτου; !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Και μικροί- μεγάλοι, τρώγοντας και γελώντας, προσπαθούσαν να κάνουν την βραδυά, ωραία και κει κάπου στις εννιά,που τις μετράγαμε καθώς νταν, νταν νταν, χτύπαγε το μεγάλο πέτρινο υπέροχο ρολόι μας…Τότε, τα παιδιά πηγαίναμε για ύπνο…. Στις αργίες μας επέτρεπαν να μείνουμε ως τις δάκα και μισή που πάλι μας τις θύμιζε το ρολόι μας που μετά τις δέκα χτύπαγε μόνο μια.Νταννννν Και κει λίγο γκρινιάζαμε αλλά,,, γιατί,,, μα,,, σα,,, μας κοίταγε ο παππούς μας, χαμηλώναμε τα μάτια, τους φιλούσαμε και με τα αδέλφια μου πηγαίναμε στα δωμάτιά μας, τα αγόρια στο δικό τους, εγώ στο δικό μου δωματιάκι. Κάναμε το Σταυρό μας και μπαίναμε στα σκεπάσματά μας. Γρήγορα, μας έπαιρνε ο ύπνος.
Εκεί, τα βράδυα πολλές φορές οι μεγάλοι έστηναν κουβέντες πολιτικές και οι γυναίκες μέσα από τα κουτσομπολιά προσπαθούσαν να στήσουν και προξενιά. Οι γυναίκες όταν ήταν μόνες τους, κοίταγαν και κουβέντιαζαν για μάγια. Αυτά, έλεγαν οι άνδρες, είναι χαζομάρες.Είναι μύθοι από την αρχαία Ελλάδα πανέμορφοι. Αυτοί οι μύθοι από στόμα σε στόμα έφτασαν στον καιρό μας. Καμια φορά άκουγα και δεν καταλάβαινα τίποτε.
Ρώταγα τον πατέρα μου, που μου έλεγε, τι θες να μάθεις; -Αυτο κι αυτό..άκουσα χτες και συ μπαμπά μου λες πως είναι αρχαία. -Αρχαία έθιμα είναι Αλεξάνδρα. -Τότε, γιατί δεν μας τα μαθαίνεις στο σχολείο να τα ξέρουμε και μεις -Είναι πολλά, να μου το θυμίσετε να σας τα πω…. Και όλο του ζητούσαμε να μας τα πεί, κι όλο ξεχνάγε να μας το πει. Μια βραδυά όμως ρωτήσαμε τον παππού. Ο παππούς μας, μας είπε λίγα λόγια. Τα άλλα τα μάθαμε όταν μεγαλώσαμε.
Εκεί στον Αχέροντα, κάτω στα βάθη του Άδη, υπάρχουν πολλές θεότητες μικρές και μεγάλες καλές και κακές. Εκεί στα λιβάδια του Άδη, στα σύθαμπα και στα σκοτάδια υπάρχουν λουλούδια χλωμά ανθισμένα, τα γκαρμπούσια που τα έλεγαν ασφόδελους,,,,
Καλός θεός,ευγενικός και ωραίος, που μένει στο σκοτεινό Άδη είναι ο θεός Ύπνος.Αυτός ανεβαίνει τα βράδυα και χαρίζει γλυκό ύπνο και ωραία όνειρα στους ανθρώππους. Εκεί κάτω όμως, στα σκοτεινά μέρη του Άδη, ζει και η θεά Εκάτη. Τρία κεφάλια και τρία σώματα, έχει η τρομερή θεά Εκάτη. Τη συνοδεύουν σκυλιά, φαντάσματα και άγριοι δράκοι.Τη συνοδεύουν στις πορίες της στα νεκροαταφεία καθώς και στα τρίστρατα που έκαναν θυσίες, και τελετές με μάγια, τελετές σκοτεινές… Στην Εκάτη τρέχουν οι γυναικούλες, να την παρακαλέσουν, να τους πει τα μυστικά της, για να κάνουν τα μάγια τους. Εμείς γνωρίζουμε παππού, ότι οι θεοί του Ολύμπου, είναι ψεύτικοι και υπάρχουν μύθοι που κάποτε τους πίστευαν οι Έλληνες Θεσπρωτοί μα και .όλοι οι Έλληνες….
Τώρα πιστεύουν στον Χριστό μας… -Καλά θυμάστε παιδάκια μου. -Τι τα θέλουν τα μάγια παππού. -Θα τα πούμε άλλη φορά.
Να ξέρετε πως μάγια δεν υπάρχουν. Πράξεις απελπισίας είναι απελπισμένων ΄λη μοχθηρών ανθρώπων. Και όταν μεγαλώσετε, να προσέχετε τους μύθους. Κρύβουν πίσω από τις γραμές τους, την ιστορία χιλιάδων χρόνων. Και δω, σε τούτα τα χώματα, υπάρχουν το αρχαιότερο Μαντείο των Αρχαίων Ελλήνων, αφιερωμένο στον ΔΙΑ.Το Μαντείο της Δωδώνης.
Εδώ, σε τούτα τα μέρη, υπάρχει ο Κωκκυτός, που ξεκινάει από την Σέλλιανη και φτάνει στον Αχέροντα. ο Αχέρων, ο ποταμός της Λήθης ο Πυριφλεγέθοντας, ο Κωκκυτός μας η Αχερουσία με το Μαντείο της είναι τα αρχαία μας ιερά.. Στον ένα εξαγνίζονται οι ψυχές, στον άλλο ξεχνούν τα εγκόσμια, μα υπάρχει και η πηγή της Στυγός για την οποία είπαμε πιο πάνω πως στα νερά της Στυγός, ορκίζεται ο Δίας και οι άλλοι θεοί. Και ποτέ δεν παραβαίνουν αυτόν τον ιερό όρκο… Και όταν οι θεοί ορκίζονταν στα νερά της Στυγός ο όρκο τους ήταν πάντα δεσμευτικός. ΙΕΡΟΣ ακόμη και για τον Δία.
Μέσα σε αυτές τις συζητήσεις ακούγαμε πολλές φορές για τους τόπους μας, που φέρνουν πάνω και μέσα στο χώμα τους τον βόγγο της δυστυχίας, των πολέμων μα και της περηφάνιας της δόξας των αρχαίων μας προγόνων. Τα χρόνια πέρασαν. Και γω θυμάμαι την αγάπη να μας σκεπάζει σε καιρούς δύσκολους,και να μας μαθαίνουν χωρίς ποτέ και τίποτε να μας κουράζει. Έτσι,μέσα στις αγκαλιές μαθαίναμε. Κι ας μην είχαμε ούτε ηλεκτρικό [ είχαμε αλλά ήταν ακριβό και του κάναμε ελάχιστη χρήση]. Έτσι μας φώτιζαν λάμπες πετρελαίου και λαδοκάντηλα.Δεν είχαμε τηλέφωνα, κι όταν Θέλαμε να τηλεφωνήσουμε πηγαίναμε στο καβουρτιστήρι της τηλεφωνίας της Ελλάδος μας. Τα γράμματα έκαναν μέρες πολλές να φτάσουν, και οι μάνες οι αγράμματες, τα είχαν φυλαγμένα στο γκιόξι, απάνω στην καρδιά τους, για να τους τα διαβάσει κάποιος και να τους τα ξαναδιαβάσει μέχρι να έρθει το καινούριο..Πολλά δεν είχαμε μα δεν μας έλειπαν.
Είμασταν ευτυχισμένοι και κάναμε όνειρα κι ας μας έλειπαν,,,,αυτά τα πολλά. Αλλά οι αρχαίοι μας πρόγονοι και για αυτό είχαν απάντηση. Δεν μας λείπει κάτι που δεν το γνωρίζουμε. Πολλά έφερε ο πολιτισμός, που τα μάθαμε που πολλά τα κάναμε τρόπο ζωής. Κάποια μας έλυσαν τα χέρια, μας έδωσαν χρόνο και ξεκούραση. Κάποια μας σκλάβωσαν μας έκαναν φυτά θερμοκηπείου… Μείναμε μόνοι μας. Εμείς και ο εγωισμός μας. Με μια οθόνη ακριβή, μικρή η μεγάλη, να παθαίνουμε μπλακ άουτ στο κεφάλι μας μα πάνω από όλα μπλακ άυοτ, στις καρδιές μας.
Το γέλιο και το δάκρυ, των συναισθημάτων μας, οι αποδείξεις, κρύβονται πίσω από την παγερή μάσκα της αδιαφορίας όπως μας είπαν κάποιοι ανέραστοι… Και είναι έρωτας χαρά, αγάπη. Αγάπη στο σπίτι μας,στα παιδιά μας,σε μια γλάστρα με βασιλικό, στα πολύχρωμα λουλούδια, στη γατούλα που μαλώνει με το σκυλάκι στην αυλή μας ψάχνοντας τρφερότητα και αγάπη… Στην φύση, στις τέχνες,στα παραμύθια που έχει η ζωή και έχει, αρκεί να αφήσουμε τα μάτια μας τα αυτιά μας τις αισθήσεις μας να τα δουν να τα χαρούν…..
Βάλτε όριο,στις οθόνες. Βάλτε τα χάδια την τρυφερότητα την στοργή στη ζωή σας. Αυτές οι αγκαλιές μας κάνουν παρέα ως τα βαθειά μας γεράματα…Μην ντρέπεστε να πείτε, σας αγαπώ πολύ, σας χρειάζομαι, χαμογελάστε και δείξτε τα συναισθήματά σας.Δεν είναι αδυναμία, δύναμη είναι. Αυτά τα ασήμαντα πράγματα, που ούτε αγοράζονται ούτε πουλιούνται είναι τα στολίδια του δρόμου της ΕΥΤΥΧΙΑΣ.
* H Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά, είναι συγγραφέας, ποιήτρια, βραβευμένο μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και μέλος της Διεθνoύς Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Join the Conversation