Στην έλλειψη μόνιμης χρηματοδότησης, στην υποστελέχωση και στην αδυναμία του να ανταποκριθεί στις ανάγκες των ασθενών εστίασε την κριτική του για το σύστημα Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας ο Βασίλης Γιόγιακας, κατά τη συζήτηση του σχετικού νομοσχεδίου στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής.
Ακολουθεί η ολόκληρη η τοποθέτηση του βουλευτή Θεσπρωτίας:
“Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν νομίζω πως διαφωνεί κανείς, ότι η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας πρέπει να είναι η βάση κάθε εθνικού συστήματος υγείας, αλλά και ότι η χώρα μας απέχει από ένα ολοκληρωμένο σύστημα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Δεν είναι τυχαίο ότι, στη χώρα μας, η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας αντιπροσωπεύει το 22% της δαπάνης υγείας, έναντι του 30% που είναι ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ. Αντίθετα, όμως, έχουμε υψηλότερες δαπάνες νοσοκομειακής περίθαλψης, οι οποίες αντιστοιχούν στο 41% των δαπανών υγείας, όταν το ποσοστό στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 30%. Επομένως, οι συνθήκες που πρέπει να λάβουμε υπόψη είναι συγκεκριμένες.
Έχουμε αυξημένες ανάγκες υγείας, λόγω οικονομικής ύφεσης, αλλά και γήρανσης, μειωμένες δυνατότητες χρηματοδότησης σε σχέση με τις ανάγκες και υποστελέχωση των δημοσίων δομών σε όλες τις βαθμίδες του συστήματος υγείας. Επίσης, έχουμε πλεόνασμα ιδιωτικών δομών και επαγγελμάτων υγείας. Με αυτά τα δεδομένα, ποια είναι η πρόταση του Υπουργείου Υγείας για το σύστημα της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, ώστε να επεκτείνουμε το κρατικό σύστημα υγείας; Δηλαδή, να δημιουργήσει νέες δημόσιες δομές, τουλάχιστον, στελεχωμένες κατά ένα μέρος με αδιευκρίνιστο αριθμό προσλήψεων. Ενώ στα περισσότερα από τα 200 κέντρα υγείας της χώρας το ποσοστό πλήρωσης των οργανικών θέσεων γιατρών είναι μόλις κατά 42%, το ποσοστό κάλυψης σε ειδικευμένους ιατρούς είναι 20% και το αντίστοιχο ποσοστό του υπόλοιπου προσωπικού (νοσηλευτές) κατά 35%. Δηλαδή, ένας βασικός πυλώνας της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, τα κέντρα υγείας, δεν έχουν προσωπικό και εξοπλισμό και το Υπουργείο θέλει να φτιάξει και να στελεχώσει ένα άλλο πρώτο επίπεδο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, τις τοπικές μονάδες υγείας.
Αυτό θα γίνει σε μια χώρα που έχει ένα από τα πιο πυκνά δίκτυα γιατρών στον κόσμο με τους περισσότερους από αυτούς να είναι ιδιώτες, χωρίς να έχει διασφαλιστεί μόνιμη χρηματοδότηση, άρα, και η βιωσιμότητα του συστήματος. Επίσης, χωρίς να έχουν προϋπολογιστεί οι αναγκαίες δαπάνες για την πλήρη ανάπτυξή του, σύμφωνα με τα όσα ευαγγελίζεται το νομοσχέδιο.
Θα σας δώσω ένα παράδειγμα σχετικά με αυτό. Κύριοι Υπουργοί, προβλέπεται παροχή οδοντιατρικής φροντίδας από ομάδα επαγγελματικών στα κέντρα υγείας. Γνωρίζετε τι οδοντιατρικός εξοπλισμός χρειάζεται επιπλέον για να παρασχεθούν οι υπηρεσίες που περιγράφονται. Πώς ακριβώς είναι ένας τέτοιος εξοπλισμός; Με τέτοια ζητήματα χρηματοδότησης και στελέχωσης, φοβάμαι ότι δημιουργείτε ένα σύστημα, το οποίο στηρίζεται σε πήλινα πόδια, αντί να ξοδεύονται και να αναζητούνται δεκάδες εκατομμύρια ευρώ το χρόνο για να λειτουργήσουν νέες κρατικές δομές. Γιατί δεν δίνετε προτεραιότητα στη χρηματοδότηση των υφιστάμενων πρωτοβαθμίων και νοσοκομειακών υποδομών που σήμερα κινδυνεύουν με κατάρρευση.
Για παράδειγμα, στο κέντρο υγείας της Ηγουμενίτσας υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις υλικού. Ήδη, με μεγάλη προσπάθεια, και η διοίκηση αλλά και το προσωπικό και με πολλούς δωρητές, προσπαθούν να καλύψουν τις ανάγκες και ιδιαίτερα τώρα τους καλοκαιρινούς μήνες που η κίνηση στην περιοχή μας είναι ιδιαίτερα αυξημένη. Γιατί, λοιπόν, δεν ενθαρρύνουμε τη σύμπραξη με τον ιδιωτικό τομέα και τις υπάρχουσες μονάδες υγείας που λειτουργούν σε αυτόν; Είστε βέβαιοι ότι η δημιουργία κεντρικών διαγνωστικών εργαστηρίων και κέντρων ειδικής φροντίδας θα στοιχήσει φθηνότερα από την ανάθεση των σχετικών υπηρεσιών σε ιδιώτες; Και αν θέλετε να ελέγχετε την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών εισάγετε αυστηρό πλαίσιο διαπίστευσης και πιστοποίησης ποιότητας υπηρεσιών.
Δυστυχώς, τέτοια αντίληψη συνδρομής του ιδιωτικού τομέα είναι αντίθετη με την γενικότερη φιλοσοφία, η οποία πιστεύει ότι ο δημόσιος χαρακτήρας ενός συστήματος υγείας σημαίνει απαραιτήτως και κρατική ιδιοκτησία των δομών υγείας και όχι απλώς την χρηματοδότηση, τον έλεγχο και την εποπτεία τους από το κράτος στο όνομα του δημόσιου συμφέροντος. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το προτεινόμενο σύστημα έχει και άλλες αδυναμίες. Πρώτα απ’ όλα, λείπει ένα σαφές πλαίσιο ανάπτυξης και οργάνωσης του δικτύου πρωτοβάθμιας φροντίδας.
Οι περισσότερες κρίσιμες λεπτομέρειες παραπέμπονται για άλλη μια φορά σε πλήθος υπουργικών αποφάσεων, για τις οποίες ειλικρινά από ένα σημείο και μετά είναι ατελείωτο το μέτρημα. Ένα άλλο στοιχείο που διαπιστώνουμε στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι η έλλειψη λειτουργίας τα σαββατοκύριακα. Δηλαδή, περιμένουμε πως και πότε θα πρέπει να αρρωστήσει ένας ασθενής για να διαχειριστεί ο γιατρός τον ασθενή του; Ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες σε περιοχές με αυξημένες ανάγκες ιατρικής στήριξης.
Εκτός, λοιπόν, από τον ιδιωτικό τομέα αφήνετε εκτός του δικτύου της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας το ιατρικό προσωπικό και οι πρωτοβάθμιες μονάδες που διαθέτει η τοπική αυτοδιοίκηση, όπως τα δημοτικά ιατρεία.
Σε κάθε περίπτωση νομίζω ότι οι αρμόδιοι Υπουργοί θα πρέπει να τοποθετηθούν σε όλα εκείνα τα σημεία, στα οποία φαίνεται ότι το σχεδιαζόμενο σύστημα θα είναι περιορισμένων δυνατοτήτων και με πολλές τρύπες. Κλείνοντας, κύριε Υπουργέ, θα ήθελα να σας υπενθυμίσω ότι στο προηγούμενο νομοσχέδιο για την ψυχική υγεία είχε μείνει μια εκκρεμότητα με εφτά γιατρούς, οι οποίοι είχαν ολοκληρώσει την ιατρική τους θητεία και είναι διορισμένοι σε κέντρα υγείας και το ΠΕΔΥ και δεν έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν, να έχουν θέση προϊσταμένου και διευθυντή.
Είχατε δεσμευθεί. Θα ήθελα να το δείτε.
Join the Conversation