Με την ίδια χαρά αναφέρεται και σε κάποιες καμπάνες που «κουβαλούν» την ιστορία της οικογένειάς του. «Ο αδελφός μου ανακάλυψε μια βγαλμένη από τα βάθη του χρόνου. Πρόκειται για μια καμπάνα που βρίσκεται σε μια παλιά εκκλησία, χρονολογείται από το 1803 και την είχε κατασκευάσει πρόγονός μας». Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΑΜΠΑΝΑΣ Οι καμπάνες πήραν την ονομασία τους από την περιοχή της Καμπανίας, της Ιταλίας, καθώς εκεί βρίσκονταν τα κατάλληλα μέταλλα για την παρασκευή καμπανών. Εμφανίσθηκαν στη Δύση τον 6ο αιώνα και στην Ορθόδοξη Εκκλησία εισήχθησαν κατά τον 9ο αιώνα. Η κατασκευή τους ήταν τέχνη που αναπτύχθηκε στα μοναστήρια.
Στη Δύση έκαναν ειδικές τελετές για να τις εγκαινιάσουν, να τις βαπτίσουν με αγιασμένο ύδωρ και έλαιο και να τις στολίσουν με επιγραφές και άλλες διακοσμήσεις. Στην Ελλάδα, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας απαγορεύθηκε η χρήση της για να μην ταράσσεται ο ύπνος των νεκρών μουσουλμάνων, σύμφωνα με τη δική τους θρησκευτική αντίληψη. Εξαίρεση αποτελούσαν το Αγιον Ορος, τα Ιωάννινα και μερικά νησιά, όπου επιτρεπόταν η χρήση της καμπάνας ως ειδικό προνόμιο. Οι σπουδαιότεροι κατασκευαστές καμπανών υπήρξαν τεχνίτες από το Βέλγιο και την Ολλανδία. Μάλιστα, η μεγαλύτερη καμπάνα του κόσμου βρίσκεται στη Μόσχα. Κατασκευάστηκε κατά τα έτη 1733 – 1735 και ζυγίζει 180.000 περίπου κιλά. Το 1737, στη διάρκεια μιας πυρκαγιάς, έσπασε και έτσι δεν ήχησε ποτέ.
Επίσης, στη Ρωσία υπάρχει σχολή κωδωνοκρουσίας. Ο κωδωνοκρούστης, ο οποίος πρέπει να είναι Ορθόδοξος, έχει εξελιχθεί σε πραγματική τέχνη. Οι μαθητευόμενοι πρέπει να έχουν σχετικές μουσικές γνώσεις καθώς και αίσθηση του ρυθμού. Στην αίθουσα των μαθημάτων υπάρχει ένα σετ από τις 7 βασικές καμπάνες, τον χειρισμό των οποίων πρέπει να γνωρίζει ο κωδωνοκρούστης. Μάλιστα, η συγκεκριμένη πρακτική ξέφυγε από τα όρια της Ρωσίας, με αποτέλεσμα ακόμα και λάτρεις του ήχου της καμπάνας από χώρες της Βαλτικής να απευθυνθούν σε αυτή τη σχολή.
Εφημερίδα Ελέυθερος τύπος
Join the Conversation