Οι ιστορίες της Βαβως | Παιδεία και κοινωνική παιδεία

Γράφει για την paramythia-online.gr η Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά*

Hμουν μαθήτρια στο Γυμνάσιο της πόλης μας. Πολλά τα παιδιά στο γυμνάσιό της Παραμυθιάς , από όλη τη Θεσπρωτία μα κι από τους νομούς Ιωαννίνων Άρτας και Πρεβέζης

Στην πόλη μας, ήταν το οικοτροφείο της Μητρόπολης που μεγάλωσε άνδρωσε και έδωσε πολλούς επιστήμονες, δασκάλους, καθηγητές, γιατρούς, δημοσίους υπαλλήλους που σπούδασαν εργαζόμενοι, και που στις σπουδές τους πολλά παιδιά μας είχαν την βοήθεια του Ιδρύματος Βαρόνου Μιχαήλ Τοσίτσα, νομικούς, μέχρι καθηγητές Πανεπιστημίων

Υπήρχαν στο Γυμνάσιο μας καθηγητές ντόπιοι όπως οι αείμνηστοι Μπέλλος και Φ Οικονόμου, από τις γύρω περιοχές όπως ο Ψαθάς από την Άρτα μα και τιμωρημένοι λόγω κοινωνικών φρονημάτων

Στην πόλη μας αυτό δεν έπαιζε και μεγάλο ρόλο. Οι κάτοικοί της ήταν όλων των κοινωνικών αποχρώσεων και ο εμφύλιος τους είχε διδάξει την αποδοχή, και τη συμβίωση, έπρεπε ο ένας να δέχεται τον άλλον,να ζουν στον ίδιο μικρό χώρο.

Στο σχολείο μας υπήρχαν καθηγηταί υψηλής μόρφωσης και με αγάπη για τα παιδιά. Να τα μάθουν, να τα βοηθήσουν, να καμαρώνουν αύριο για τα παιδιά τους τους μαθητές τους. Βέβαια ήταν και οι άλλοι. Πολλοί δε είχαν και περιορισμένες γνώσεις. Όμως όταν έχεις αγάπη για τη δουλειά σου ΄΄το λειτούργημά σου΄΄ τότε τα παιδιά μαθαίνουν εσύ ο καθηγητής θα τους ανοίξεις τον δρόμο και αυτά θα φύγουν μακριά γιατί διψάν και συ τους πηγες κοντά στη βρύση της γνώσης. Αλλά μερικοί δεν ήθελαν ούτε να εργασθούν. Λίγοι αλλά υπήρχαν.

Αυτό πάντα γίνονταν και πάντα θα γίνεται. Σε μικρές κοινωνίες απλά φαίνεται πιο πολύ. Στη δική μας μικρή πόλη και πάντα κατά την υποκειμενική μου άποψη μεγάλο μέρος στην παιδεία μας είχε και η εκκλησία. Η εκκλησία ήταν μέρος του σχολείου μας, μέσα από τον εκκλησιασμό και τα κατηχητικά σχολεία. Ο Δεσπότης μας Τίτος, είχε την υψηλή εποπτεία,, βοηθός του ο γραμματέας της Μητρόπολης Τίτος ο μικρός ή το Τιτάκη για να ξεχωρίζει και καθηγητές κατηχητές, μαθητές μεγαλύτερων τάξεων, που μας έκαναν το μάθημα. Εγώ ξεχώριζα κάποιον για την ευγένεια του. Τον Σωτήρη.

Το κατηχητικό δεν μου άρεσε. Ίσως γιατί στο σπίτι ακούγαμε τα ίδια από τον παππού μας που μας τα έλεγε πιο ωραία. Η εκκλησία μου άρεσε πολύ και πήγαινα, όχι μόνο στον εκκλησιασμό που ήταν υποχρεωτικός, αλλά και στους εσπερινούς. Αλλά πάντα πηγαίναμε με τους παππούδες μας. Χτύπαγε η καμπάνα και πρώτη εγώ στον Άγιο Νικόλα, πίσω ερχόνταν οι άλλοι.Όλοι ψαχνόμαστε σε ηλικίες μικρές. Έτσι και γω έψαχνα τι θέλω τι μου ταιριάζει. Έτσι διάβαζα, και ο πατέρας μου βλέποντας αυτό μου το κουσούρι μου έφερε το βιβλίο οι ΜΕΓΑΛΟΙ ΜΥΣΤΕΣ στη κουβέντα μας όταν διάβασα το βιβλίο με ρώτησε τι είδες τι θέλεις να κουβεντιάσουμε. Τίποτε πατέρα. Αναστήθηκε κανείς άλλος από τους μύστες; Και αυτό έγινε σε ιστορικούς χρόνους με γραφές από τους εχθρούς. Πατέρα δεν αμφιβάλω πως υπάρχει ο Θεός.

Αυτή η κουβέντα δεν ξανάγινε, γιατί αυτά που διδάχθηκα έβγαιναν σιγά σιγά και με γέμιζαν. Πάντως και μεγάλη μάνα με παιδιά έψαχνα,, αυτό το χούι, μου έμεινε και μεγάλη. Αφού πέρασα για λίγο από τη ΖΩΗ, το ΣΩΤΗΡΑ, βρήκα αυτό που μου ταίριαζε στο ΣΤΑΥΡΟ και τη ΣΠΙΘΑ του αείμνηστου Αγίου, Καντιώτη. Τι να κάνουμε καθένας με τα χούγια του.

Στο κατηχητικό όλα τα παιδιά εκτός από το Ευαγγέλιο της Κυριακής μαθαίναμε και χριστιανική αγωγή. Θυμάμαι τα παιδιά που μας κατηχούσαν να προσπαθούν σοβαρά- σοβαρά να μας διδάξουν. Μέσα μας πολλές φορές χαμογελούσαμε κι δεν θέλαμε να τα φέρουμε σε δύσκολη θέση. Ξέρετε όλοι σας πόσο σκάνδαλα είναι τα παιδιά σε αυτές τις ηλικίες. Μεγάλοι ποιητές ήταν αυτοί που στην ουσία μας διαπαιδαγωγούσαν μέσα από λόγους ποιήματα και τραγούδια. Τα τραγούδια ίσως ταιριάζουν περισσότερο στον άνθρωπο, στον νέο άνθρωπο, ίσως για το λόγο αυτό τα τραγουδούσαμε και εκτός κατηχητικού σχολείου.

Αγαπημένος μου ποιητής ο Αλέξανδρος Γκιάλας, που εμείς τα παιδιά τον γνωρίζαμε σαν Βερίτη από τη Διάπλαση των Παίδων. Είχα την τύχη να γνωρίσω τον καρδιολόγο αδελφό του και να κάνουμε μακρές συζητήσεις για τον αγαπημένο μου ποιητή που έφυγε νωρίς από τη ζωή αφού έδωσε χαρά και νόημα στη δική μας ζωή. Και στη δική μου. Με κείνα μεγάλωσα και τα παιδιά μου.

Μέσα στο φως

Μέρα νύχτα διαλαλούνε
των αγγέλων οι χοροί
την αθάνατή Σου δόξα
που το σύμπαν δεν χωρεί.

Και μαζί τους κι΄ η ψυχή μας,
που το φως την πλημμυρίζει,
με χαρά κι΄ευγνωμοσύνη
μπρος Σου τώρα γονατίζει.

Δος μου δύναμη μεγάλη,
για να βγούμε νικηταί,
στον αγώνα της αλήθειας,
που δεν σταματά ποτέ.

Κράτησέ μας, ως το τέλος,
στην αγάπη και στο φως Σου,
και μια μέρα χάρισέ μας,
τον ολόφωτο ουρανό Σου.
Αλ Γκιάλας

Αίνεσης του Πλάστου

Προς Σε, ω Πλάστα, αίνεσιν η φύσης όλη ψάλλει,
Μεγάλη σου η δύναμις, η δόξα Σου μεγάλη,

Η άπειρος σοφία Σου, τον κόσμο διευθύνει,
Ευγνώμων προ του θρόνου Σου η γη το γόνυ κλίνει

Ο πλούτον χαριζόμενος, τελείων δωρημάτων,
τους Σε πιστώς λατρεύοντας προστάτευε φυλάττων.

Ο καταπέμπων άνωθεν, το φως της χάριτός Σου
Θεέ ημίν παράτεινον, το μένα ελεός Σου
Ιωάννης Πολέμης

Ανοίγω το τετράδιο της ζωής μου και το ξεφυλλίζω με αγάπη. Δεν ξέρω γιατί, μα τα χρόνια που έζησα στα χωριά μας και στην πόλη μας κρατούν το μεγαλύτερο κομμάτι της μνήμης μου κι ας είναι το ελάχιστο και όχι το πιο δημιουργικό. Αφού ο Άγιος Θεός, μου χάρισε πολλά και πρώτα από όλα οικογένεια και αδέλφια που είμαστε όλοι μια αγκαλιά. Τους ευχαριστώ όλους γιατί εγώ η κακομαθημένη δεν ξέρω τι θα μπορούσα να κάνω χωρίς τη γιαγιά μου την Ελένη τους παππούδες μου τους γονείς μου τα αδέλφια μου.

Ακόμη το να κάνω ότι έχω, την οικογένεια μου, τα παιδιά που έχω, και τα υπέροχα εγγόνια μου, αυτό, το χρωστάω στις αρχές και τα διδάγματα εκείνων των χρόνων κι ας ήμουνα, του ότι θυμάμαι χαίρομαι.
Σήμερα καλά θυμάμαι,, και καλά χαίρομαι.
Θα ήθελα να σας γράψω πολλά. Μα δεν θέλω να ακούω,  την παλαιολιθική, την αρχαιολογία μα δίπλα μου, σε μια ηλικία που οι άνθρωποι δεν έχουν κανέναν  και που ακούν τη φράση όταν μπορώ θα σε βλέπω,,, εγώ έχω δίπλα μου ανθρώπους, όχι μόνο τα παιδιά μου αλλά και φίλους, ακόμα και το τηλέφωνο κάθε μέρα μου φέρνει καλημέρες και ευχές με τη φωνή από τους αγαπημένους ξενιτεμένους μου.

Πόσες φορές δεν κλείνω τα μάτια μου να δω γύρω μου, πάνω και κάτω από τα κεραμίδια του σπιτιού μας, να χορεύουν ένα γρήγορο και χαριτωμένο χορό τα σια’ι’νια, τα όμορφα καφετιά με φτερά πιτσιλιδωτά σε όλες τις αποχρώσεις του καφέ, τα σπιτικά γεράκια.

Πόσες φορές δεν θυμάμαι τη μεγάλη πέτρα, που απο κει όλος ο κάμπος, μου τραγουδούσε με τον αγέρα και το λίκνισμα του χορού από τα χρυσά στάχυα της βρώμης τη βρίζας ή του σταριού.
Ακόμα και οι ΄κατάμαυρες γκα’ι’λες με τις ασπρόμαυρες κουρούνες είχαν ομορφιά καθώς έσχιζαν τον αέρα κρώζοντας.
Όσο για τα χελιδόνια και τα λελέκια τι να πω.

Τους τραγουδούσαμε όλα τα παιδιά
Χελιδόνι μου σπαθάτο,
χελιδόνι του Μαρτιού,
έλα λίγο παρακάτω,
απ τη στέγη του σπιτιού.
Να μου πεις και να σου πω,
πόσο, αχ πόσο σε αγαπώ.

Λέλεκα χατζή χατζή
πουν΄τα χίλια πρόβατα;
Κάτω στα λακκώματα.
Τρώει ο λύκος χαίρεται,
και η αλεπού μαραίνεται

Τώρα μην πείτε και σεις, ότι θυμάται χαίρεται. Γιατί θα σας απαντήσω. Ναι. Γιατί χαίρομαι όταν θυμάμαι τη ζωή που έζησα. Χαίρομαι τις αναμνήσεις μου, ευλογώ τον Θεό για τα δώρα Του. Με τη βοήθειά Του κατάφερα ακόμα και τις πιο δύσκολες αφού τις πέρασα και δεν ήταν λίγες, να τις κλείσω στο συρτάρι τους. Κατόπιν πέταξα το κλειδί, έτσι δεν μπορούν να έρθουν να ταράξουν ούτε το ξύπνιο μου, ούτε τον ύπνο μου. Αυτό γίνεται μόνο με τη βοήθεια του Θεού μας. Με την πίστη μας και την αγάπη Του.

Διαβάστε όλες τις ιστορίες της Βάβως, από εδώ.

*H Αλεξάνδρα Παυλίδου Θωμά, είναι συγγραφέας, ποιήτρια, βραβευμένο μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και μέλος της Διεθνoύς Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών




In this article

Join the Conversation