Η Αγία Θεοδώρα γεννήθηκε το 815 μ.Χ., στην Παφλαγονία της Μικράς Ασιάς. Ήταν κόρη του Μαρίνου, ο οποίος είχε πάρει το αξίωμα του Δουγγαρίου (διοικητής του θεματικού στόλου) και της Θεοκτίστης. Διακρινόταν από νωρίς για την εξυπνάδα και τη μεγάλη της ευσέβεια.
Σε ηλικία 15 χρόνων το 830 μ.Χ., εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου θα έπαιρνε μέρος σε μια γιορτή που δινόταν από την αυτοκράτειρα, για να διαλέξει σύζυγο ο αυτοκράτορας Θεόφιλος. Στην γιορτή παρευρισκόταν όλες οι νέες των ανωτέρων κοινωνικών τάξεων, μεταξύ των οποίων και η Κασσιανή. Ο αυτοκράτορας είπε στην Κασσιανή ‘’εκ γυναικός ερρύει τα φαύλα’’, που σημαίνει από την γυναίκα προέκυψαν όλες οι συμφορές, υπονοώντας την Εύα, θέλοντας να τη δοκιμάσει. Αλλά αυτή του απάντησε με παρρησία, ’’Και εκ γυναικός πηγάζει τα κρείττω.’’, εννοώντας τη Θεοτόκο. Εξαιτίας της τολμηρής της απάντησης ο αυτοκράτορας επέλεξε τη σεμνότατη Θεοδώρα. Η Κασσιανή ενδύθηκε το μοναχικό σχήμα και η Θεοδώρα την αυτοκρατορική πορφύρα, στο πλευρό του εικονομάχου συζύγου της. Απέκτησε έναν υιό το Μιχαήλ και πέντε θυγατέρες τη Θέκλα, την Άννα, την Αναστασία, την Πουλχερία και τη Μαρία.
Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην πολιτική και θρησκευτική πάλη γύρω από το ζήτημα της λατρείας ή όχι των εικόνων, που είχε ξεκινήσει ήδη από το 730 μ.Χ., από τον ιδρυτή της δυναστείας των Ισαύρων Λέοντα τον Γ. Η διαμάχη αυτή χώρισε το Βυζάντιό σε δύο μέρη στους εικονολάτρες και στους εικονομάχους. Ο αυτοκράτορας Θεόφιλος ακολούθησε εικονομαχική πολιτική. Με βασανιστήρια, διώξεις και καταστροφή ιερών κειμηλίων και εικόνων (π.χ. ασβέστωναν τις ιερές Εικόνες). Σε δύο αδελφούς από την Συρία το Θεοφάνη και το Θεόδωρο, χάραξε στα μέτωπα τους με πυρωμένο σίδερο για να τους εξευτελίσει, μερικούς στίχους, γι’ αυτό ονομάσθηκαν ‘’Γραπτοί’’. Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα έμεινε πιστή στις θρησκευτικές αρχές που είχε διδαχθεί από τους γονείς της και μαζί με τα παιδία της κρυφά στα διαμερίσματα της αλλά και σ’ επισκέψεις στην μητέρα της, απέδιδαν τις πρέπουσες τιμές στους Αγίους. Αποκαλούσαν μητέρα και παιδία τις ιερές Εικόνες ‘’καλά νινιά’’, για να μην καταλάβει κάτι ο αυτοκράτορας.
Το 842 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Θεόφιλος αρρώστησε βαριά από δυσεντερία τόσο που παραμορφώθηκε το στόμα του και ο λάρυγγάς του είχε βγει έξω. Σε όραμά της η αυτοκράτειρα Θεοδώρα είδε, την άχραντο Θεοτόκο με το θείο βρέφος αγκαλιά, περιστοιχισμένη με λαμπροφορεμένους αγγέλους, οι οποίοι έδερναν το Θεόφιλο ανελέητα. Καθώς ξύπνησε άκουσε το σύζυγο της να λέει αναστενάζοντας, ‘’Αλίμονό σε μένα τον άθλιο και δυστυχή. Για τις αγίες Εικόνες με κτυπάνε.’’, η Θεοδώρα παρακαλούσε θερμά την εικόνα του Χριστού που είχε βγάλει από τα σεντούκια, να τον λυπηθεί. Ξαφνικά ο Θεόφιλος άρπαξε και καταφιλούσε μια εικόνα, που σαν εγκόλπιο είχε κρεμασμένη ένας από τους παρευρισκομένους. Το θαύμα έγινε και το στόμα και ο λάρυγγάς του επανήλθαν στη φυσιολογική τους κατάσταση.
Με το θάνατο του συζύγου της το 842 ανέβηκε στο θρόνο ο ανήλικος υιός της Μιχαήλ σε ηλικία τριών ετών. Η Αυγούστα, ως επίτροπος του υιού της συγκρότησε και επικύρωσε τα πρακτικά της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας (787), κατέβασε από τον πατριαρχικό θρόνο τον εικονομάχο Ιωάννη, τον έβδομο και ανέβασε το Μεθόδιο. Επίσης αποφασίστηκε η οριστική αναστήλωση των ιερών Εικόνων. Έδωσε εντολή ν’ αφεθούν ελεύθεροι από τις φύλακες και να επιστρέψουν από τις εξορίες όσοι εξαιτίας των εικόνων είχαν βασανισθεί και διωχθεί. Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου στις 11 Φεβρουαρίου του 842, ημέρα Κυριακή των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, συγκεντρώθηκαν στην Αγία Σοφία όσοι Πατέρες , μοναχοί , κληρικοί είχαν διασωθεί από την αυτοκρατορική οργή, μεταξύ των οποίων και οι «Γραπτοί», και μ’ επικεφαλής την Αυτοκράτειρα Θεοδώρα και τον υιό της Μιχαήλ, τέλεσαν λιτανεία των Ιερών Εικόνων με θυμιατά, λαμπάδες και επανέφεραν στους ναούς τις ιερές Εικόνες. Η εκκλησία μας τιμά και εορτάζει αυτό το γεγονός κάθε χρόνο την πρώτη Κυριακή των Νηστειών, η οποία ονομάσθηκε Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Όμως κηδεμόνας του Μιχαήλ ήταν ο αδερφός της Βάρδας, άνθρωπος ποταπός και ασεβής, που παρέσυρε σε ανόσιες πράξεις τον ανιψιό του. Αφού συκοφάντησε για κατάχρηση του αυτοκρατορικού ταμείου τη Θεοδώρα και πως επιβουλευόταν τον υιό της, κατάφερε να ξεσηκώσει το Μιχαήλ εναντίον της και την έκλεισε στο μοναστήρι των Γαστρίων μαζί με τις κόρες της. Εκεί εξανάγκασε τον Πάτρωνα, αδερφό της Θεοδώρας να τις κάρει μοναχές, χωρίς τη θελήσή του, ενάντια στην ελευθερία του ατόμου και στους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας. Έζησε έως την κοίμηση της εκεί, διαπρέποντας στο μοναχικό βίο όπως και στον αυτοκρατορικό με τις αρετές και την πιστή της, στηρίζοντας τις κόρες τις. H αληθινή της ευσέβεια και η ορθόδοξη πίστη της, δεν άφησαν τη Θεοδώρα να παρασυρθεί από αλαζονεία, ματαιοδοξία για την βασιλική δόξα που είχε ζήσει, αλλά με πραγματική ταπείνωση έζησε εν Χριστώ.
Χαίροις, Θεοδώρα πανευκλεής, χαίροις ευσεβείας ανακήρυξις αλήθης. Χαίροις παρρησίαν προς Θεόν κεκτημένη, Αυγούστα και οσία αειμακάριστε.
Join the Conversation