Η μάχη του Καλαμά

Με αφορμή την Εθνική Επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, ακολουθεί το χρονικό των μαχών Καλαμά και Πίνδου, από τον υποστράτηγο ε.α και πρόεδρος της ένωσης αποστράτων αξιωματικών Ιωαννίνων-Θεσπρωτίας κ....

Με την αστείρευτη πνοή του ο ελληνικός πατριωτισμός , και μαζί του πάντα ο ηπειρωτικός πατριωτισμός, δυνατός στο ειρηνικό του ναι, δυνατότερος στο πολεμικό του όχι, ευτύχησε να αγωνίζεται όχι για τα στενά τοπικά μας σύνορα, αλλά για τα ευρύτερα ηθικά σύνορα της ανθρωπότητας. Για την ελευθερία, για τη δικαιοσύνη, για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.

Είναι και ο χώρος ο Ηπειρωτικός ,  που δημιουργεί τα αισθήματα λευτεριάς, στοχασμού και λεβεντιάς. Στο τόπο αυτό σμίγουν ανέκαθεν θρύλοι, ιστορία και δόξα, και δημιουργούν παράδοση. Οι Ηπειρώτες απέδειξαν στην ιστορική τους διαδρομή, ότι δικαίως έδωσαν στο τόπο τους τα εύσημα της « ευάνδρου Ηπείρου ». Στο πόλεμο του 40, πιστοί πάντα στη παράδοση, οι ήρωες ζήλευαν τους μάρτυρες και οι μάρτυρες ζήλευαν τους ήρωες. Η VIIIη Μεραρχία, στρατολογημένη ολόκληρη από την « εύανδρο » Ήπειρο, αγωνιζόταν τώρα για την πατρική της γη. Λαός και Στρατός, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, εμψυχωμένοι από ανεκλάλητο οίστρο, μετέβαλαν όλη την Ήπειρο σε ένα απέραντο βωμό θυσίας για την ελευθερία. Και από τα « κόκαλα των Ελλήνων τα ιερά », ύστερα από επτά μήνες αγώνων, βγήκε η αθάνατη Ελλάδα, ανανεωμένη και με καινούργια δόξα

Η πολιτικοστρατιωτική κατάσταση και οι ιταλικές προκλήσεις
Οι προθέσεις της Ιταλίας είχαν φανεί από μια σειρά χαρακτηριστικές ενέργειες στο εγγύς παρελθόν, όπως η κατάληψη της Δωδεκανήσου με πρόσχημα την απελευθέρωση, η διεκδίκηση της Σμύρνης χωρίς κανένα ηθικό έρεισμα, ο βομβαρδισμός της ανοχύρωτης Κέρκυρας, η βαθμιαία πολιτική διείσδυση στην Αλβανία σαν προγεφύρωμα για μελλοντική δράση. Στις 7 Απρ 1939 ιταλικές δυνάμεις, που περιελάμβαναν 3 Μεραρχίες και πολλά άρματα, αποβιβάζονται στην Αλβανία, την οποία και καταλαμβάνουν μέσα σε λίγες μέρες, χωρίς καμία αντίσταση από τους Αλβανούς. Το στρατιωτικό προγεφύρωμα για κίνηση κατά της χώρας μας ήταν γεγονός, ενώ ο Μουσολίνι για πολλοστή φορά δηλώνει υποκριτικά ότι θα σεβαστεί την ακεραιότητα και ανεξαρτησία της Ελλάδας.  Στις 3 Ιουλίου 1940 ο Ιταλός Υπουργός εξωτερικών Τσιάνο κατηγορεί την Ελλάδα ότι αγγλικά πολεμικά χρησιμοποιούν τους ελληνικούς λιμένες και τα ελληνικά χωρικά ύδατα. Στις 12 Ιουλίου ιταλικά αεροπλάνα προσέβαλαν με βόμβες το ελληνικό βοηθητικό πλοίο Ωρίων, στις 30 Ιουλίου ιταλικό αεροπλάνο έριξε βόμβες κατά των αντιτορπιλικών βασιλεύς Γεώργιος και Βασίλισσα Όλγα, στις 2 Αυγούστου ιταλικό αεροπλάνο έριξε έξι βόμβες κατά του καταδιωκτικού λαθρεμπορίου της αστυνομίας Α6 μεταξύ των Νήσων Αίγινας και Σαλαμίνας, και στις 0830 της 15 Αυγούστου το εύδρομο Έλλη βυθίζεται μετά από προσβολή με τορπίλες στον όρμο της Τήνου, όπου συμμετείχε στους εορτασμούς. Οι απώλειες, οκτώ νεκροί και 26 τραυματίες από το πλήρωμα του. Ο κόμης Τσιάνο γράφει στο ημερολόγιο του με ημερομηνία 15 Αυγούστου 1940 : « Ελληνικό πολεμικό εβυθίσθη υπό υποβρυχίου αγνώστου εθνικότητας. Πιστεύω ότι την επιχείρηση αυτή την οργάνωσε ο ανισόρροπος Ντε Βέκκι » ( Ιταλός διοικητής της Δωδεκανήσου ). Στις 19 Αυγούστου 1945 ο ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα Γκράτσι δημοσιεύει στην εφημερίδα Ρώμης « Τζιορνάλε ντι Ματτίνο » άρθρο, στο οποίο δέχεται ότι ο τορπιλισμός της Έλλης εγένετο κατόπιν διαταγών εκ Ρώμης.
Όλες οι ενδείξεις έδειχναν ότι η Ιταλία επιζητούσε αφορμή πολέμου πλέον, με δεδομένη την αύξηση των ιταλικών δυνάμεων στην Αλβανία, που προωθούνταν στα ελληνικά σύνορα και το θόρυβο που δημιουργούσε ο ιταλικός τύπος περί Τσαμουριάς και περί της δολοφονίας του λήσταρχου Νταούτ Χότζα. Η Ελλάδα, για να μη δώσει αφορμή στο Μουσολίνι, δεν προέβη σε επιστράτευση της χώρας, όμως από την 23 Αυγούστου ελήφθησαν προεπιστρατευτικά μέτρα και οι μονάδες, που εκτιμάτο ότι θα εδέχοντο πρώτες την ιταλική εισβολή, βρέθηκαν σε κατάσταση ετοιμότητας. Οι μονάδες αυτές ήταν :  Η VΙΙΙ Μεραρχία, το Απόσπασμα Πίνδου και η ΙΧ Μεραρχία με την 4η Ταξιαρχία.

Τα Σχέδια Πολέμου των Αντιπάλων –  Σύγκριση Δυνάμεων
Ιταλών : To ιταλικό σχέδιο πολέμου κατά της Ελλάδας προέβλεπε, σε πρώτο στάδιο, την αιφνιδιαστική κατάληψη της Ηπείρου και ταυτόχρονα της Κέρκυρας και των άλλων Ιονίων Νήσων. Σε δεύτερο στάδιο θα καταλαμβανόταν η Δυτική Μακεδονία. Μετά την εξασφάλιση των ανωτέρω περιοχών θα επακολουθούσε ταχεία προέλαση προς τη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα με νέες δυνάμεις, που θα αποβιβάζονταν στα Ηπειρωτικά παράλια καθώς και στα νησιά.  Με βάση το παραπάνω σχέδιο πολέμου προβλεπόταν σε πρώτη περίοδο τήρηση αμυντικής στάσεως στην περιοχή ανατολικά της Κορυτσάς, και επίθεση επί της γενικής κατευθύνσεως Καλπάκι – Ιωάννινα – Πρέβεζα, με ταυτόχρονη κάλυψη και υποβοήθηση της κύριας αυτής ενέργειας ,τόσο επί της κατευθύνσεως Λεσκοβίκι – Σαμαρίνα – Μέτσοβο, όσο και κατά μήκος της παραλιακής ηπειρωτικής ζώνης. Ταυτόχρονα θα καταλαμβανόταν και η νήσος Κέρκυρα. Σε δεύτερη περίοδο προβλεπόταν επίθεση επί της κατευθύνσεως Κορυτσά-Κοιλάδα Αλιάκμονα ποταμού-Θεσσαλονίκη, και συνέχεια της προσπάθειας από την Άρτα προς την Αθήνα, με παράλληλη δευτερεύουσα ενέργεια από το Μέτσοβο προς τη Θεσσαλική πεδιάδα. Το σχέδιο επιχειρήσεων προέβλεπε κατά τις τέσσερις πρώτες μέρες την κατάληψη του κόμβου Ελαίας ( Καλπάκι ) με μετωπική επίθεση από τις Μεραρχίες «Φεράρα » και « Κενταύρων » ( τεθωρακισμένη ), οι οποίες θα υποβοηθούνταν από τη Μεραρχία « Σιένα ». Δεξιά και αριστερά της κυρίας προσπάθειας θα ενεργούσαν η Μεραρχία Ιππικού κατά μήκος της παραλιακής ζώνης, και η 3η Μεραρχία Αλπινιστών Τζούλια, που θα κινούνταν στην ορεινή περιοχή της Πίνδου. Το πλευρό της όλης επιθετικής προσπάθειας θα καλυπτόταν βόρεια με τις δυνάμεις που ήταν στην περιοχή της Κορυτσάς. Ελλήνων : Το ελληνικό Σχέδιο Πολέμου απέβλεπε αρχικά στην άμυνα του εθνικού εδάφους επί των παραμεθορίων οχυρωμένων τοποθεσιών με τις επί τόπου υπάρχουσες δυνάμεις. Σε δεύτερο στάδιο θα αναλαμβάνονταν επιθετικές επιχειρήσεις.  Στην Ήπειρο ήταν αναπτυγμένη η VIII Μεραρχία υπό τον υποστράτηγο Κατσιμήτρο Χαράλαμπο, και το απόσπασμα Πίνδου υπό τον έφεδρο εκ μονίμων Συνταγματάρχη Πεζικού Δαβάκη Κωνσταντίνο είχε έδρα το Επταχώρι. Τα σχέδια επιχειρήσεων έφεραν την ονομασία ΙΒ και ΙΒα, και ήταν κατά βάση αμυντικά. Από τη σύγκριση των αντιπάλων δυνάμεων προκύπτει ότι, ιδίως στην περιοχή της Ηπείρου, η υπεροχή των Ιταλικών δυνάμεων σε πεζικό ήταν μικρή, σε πυροβολικό όμως ήταν συντριπτική. Η παρουσία της 131ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας με 90 άρματα επαύξανε σοβαρά τις επιθετικές δυνατότητες των ιταλών. Η υπεροχή αυτή αντισταθμιζόταν κάπως από τα αμυντικά έργα της τοποθεσίας Ελαίας-Καλαμά. Στη περιοχή Πίνδου οι ιταλοί υπερτερούσαν σε αναλογία ένα προς δύο περίπου σε πεζικό και ένα προς τέσσερα σε πυροβολικό. Αξίζει επίσης να σημειωθεί η παντελής έλλειψη αρμάτων του Ελληνικού Στρατού και η συντριπτική υπεροχή της ιταλικής αεροπορίας που διατέθηκε για την υποστήριξη των κατά ξηρά επιχειρήσεων. Γενικά, η υπεροχή των ιταλών κατά θάλασσα και αέρα ήταν χαρακτηριστική. Το συνολικό εκτόπισμα του ιταλικού στόλου ανήρχετο σε 658.398 τόνους, έναντι 14.602 μόνο του ελληνικού, η δε ιταλική αεροπορία διέθετε συνολικά 1592 αεροσκάφη, έναντι 65 μόνο ελληνικών.

Η Εξέλιξη των Επιχειρήσεων
Στις 0530 ω άρχισε η ιταλική επίθεση. Συγχρόνως εκδηλώθηκε σφοδρή δράση της ιταλικής αεροπορίας, τόσο κατά στρατιωτικών στόχων στο μέτωπο, όσο και κατά των κέντρων επιστρατεύσεως, των κόμβων συγκοινωνιών, τεχνικών έργων και αεροπορικών   βάσεων στο εσωτερικό της χώρας. Στο μέτωπο της Ηπείρου η VIII Μεραρχία πέτυχε να συγκρατήσει τον αντίπαλο στην οχυρωμένη τοποθεσία Ελαίας-Καλαμά και να συντρίψει τις επανειλημμένες επιθετικές του ενέργειες. Εξαίρεση αποτέλεσε ο τομέας Θεσπρωτίας, όπου οι εκεί ολιγάριθμες ελληνικές δυνάμεις αναγκάστηκαν να συμπτυχθούν μέχρι τον Αχέροντα ποταμό.Στον τομέα Πίνδου επίσης οι ελληνικές δυνάμεις αναγκάστηκαν, κάτω από τη συντριπτική υπεροχή του αντιπάλου, να συμπτυχθούν σε μεγάλο βάθος, με αποτέλεσμα οι ιταλοί να διεισδύσουν μέχρι τη Βωβούσα, απειλώντας να υπερκεράσουν από τα ανατολικά τις δυνάμεις στην Ήπειρο. Με την εσπευσμένη όμως συγκέντρωση των διαθέσιμων δυνάμεων, που βρίσκονταν κοντά στη Πίνδο, φράχθηκε το ρήγμα, ασφαλίστηκε από τα βορειοανατολικά η τοποθεσία Ελαίας-Καλαμά και κατέστη δυνατό, ύστερα από τον επιτυχή αμυντικό αγώνα στην Ήπειρο, οι ελληνικές δυνάμεις να αναλάβουν επιθετική ενέργεια για την εξάλειψη του ιταλικού θύλακα. Κατά τη δεύτερη περίοδο του ελληνοιταλικού πολέμου, από τις 14 Νοεμβρίου 1940 μέχρι τις 6 Ιανουαρίου 1941, ο Ελληνικός Στρατός ανέλαβε γενική αντεπίθεση για την πλήρη αποκατάσταση της ακεραιότητας του ελληνικού εδάφους. Κατά τις επιχειρήσεις της δεύτερης αυτής περιόδου η ιταλική διοίκηση ενέπλεξε οκτώ νέες Μεραρχίες Πεζικού, τις 2α Αλπινιστών « Τριντεντίνα », 4η Αλπινιστών « Κουνεένσε », 11η « Μπρένερο », 33η « Άκουϊ », 37η « Μόντενα », 48η « Τάρο », 50η Αλπινιστών « Πουστερία », 53η « Αρέτζο », καθώς και μεγάλο αριθμό άλλων δυνάμεων, δυνάμεως Τάγματος ή Συντάγματος. Η Ελληνική Διοίκηση στην ίδια περίοδο ενέπλεξε επτά νέες Μεραρχίες Πεζικού, τις II, III, IV, X, XI, XIII, και XVII, και οι επιχειρήσεις διεξήχθησαν, όπως και στην πρώτη περίοδο,  με την συντριπτική υπεροχή της ιταλικής αεροπορίας και την παντελή έλλειψη αρμάτων του Ελληνικού Στρατού. Παρά ταύτα τα ελληνικά στρατεύματα, με υψηλό φρόνημα και εμπνεόμενα από πνεύμα αυτοθυσίας, κατόρθωσαν μέσα σε ενάμιση μήνα όχι μόνο να διώξουν τον εισβολέα, αλλά και να τον απωθήσουν μέσα στο βορειοηπειρωτικό έδαφος. Η ιταλική ηγεσία επεδίωξε κάποιο σοβαρό πλήγμα κατά των ελλήνων με την μεγάλη  « εαρινή » επίθεση του ιταλικού στρατού. Διατέθηκαν για το σκοπό αυτό πέντε μεραρχίες και μία λεγεώνα μελανοχιτώνων σε πρώτο κλιμάκιο, και πέντε μεραρχίες σε εφεδρεία. Ο Μουσολίνι, ως άλλος Ξέρξης , εγκαταστάθηκε από την 9η Μαρτίου, ημέρα έναρξης της επίθεσης, στο ύψωμα Γκλάβα, απ΄ όπου παρακολουθούσε την εξέλιξη των επιχειρήσεων. Η επίθεση συνεχίστηκε με σφοδρότητα μέχρι τις 14 Μαρτίου, χωρίς όμως να σημειώσει καμία επιτυχία, χάρη στο ακατάβλητο θάρρος και την αυτοθυσία των ελλήνων στρατιωτών. Στις 21 Μαρτίου ο Μουσολίνι αποχώρησε ντροπιασμένος για την Ιταλία.

Το Επίμετρο
Όλοι οι παράγοντες του πολέμου ήταν τότε συντριπτικά δυσμενείς για την πατρίδα μας : αριθμοί, οπλισμός, έδαφος, πρωτοβουλία, χρόνος. Ένας μόνο ήταν ευνοϊκός, ο ψυχικός, και αυτός ήταν που νίκησε. Το κοσμοϊστορικό εκείνο μεγαλούργημα οφείλεται στην αδάμαστη ελληνική ψυχή. Με άλλα λόγια, στο αίμα το ελληνικό που δεν μολύνεται, στο πνεύμα το ελληνικό που δεν αμαυρώνεται, στο φρόνημα το ελληνικό που δεν ταπεινώνεται. Το κοσμοϊστορικό «όχι» βρόντησε από τις κορυφές του Σμόλικα και του Γράμμου, όταν τα κράτη της Ευρώπης έπιπταν το ένα μετά το άλλο υπό τον ζυγό της μηχανοκινήτου βίας. Ενεψύχωσε τους λαούς στον αγώνα, και έσωσε, όπως άλλωστε πάντοτε, τον ανθρώπινο πολιτισμό.
Στις βουνοκορφές της Πίνδου και του Καλπακίου το πνεύμα αντιπαρατάχθηκε στην ύλη, και τη νίκησε. Η πάνοπλος βία το ομολόγησε δια του στόματος των εκπροσώπων της, του Μουσολίνι και του Χίτλερ. Ο πρώτος, στο λόγο του της 10ης Ιουνίου 1941, επέτειο εισόδου της Ιταλίας στο πόλεμο, παρεδέχθη : « Η ελληνική περίπτωση αποδεικνύει ότι η κρίσις περί των στρατευμάτων δεν είναι ακλόνητος και οι εκπλήξεις, αν δεν είναι συχναί, είναι εν τούτοις δυναταί ». Ο Χίτλερ, την 4η Μαΐου 1941, με τη λήξη της Βαλκανικής εκστρατείας, έγραφε : « Χάριν της ιστορικής όμως δικαιοσύνης είμαι υποχρεωμένος να διαπιστώσω ότι εκ των αντιπάλων οι οποίοι μας αντιμετώπισαν, ο Έλληνας στρατιώτης πολέμησε εξ’ ίσου με παράτολμο θάρρος και υψίστη περιφρόνηση προς τον θάνατο ». 
Τον σκληρό αυτό αγώνα στις βουνοκορφές της Ηπείρου και Δυτ. Μακεδονίας στήριξαν πολύμορφα και αγέρωχα οι γυναίκες της Πίνδου. Γράφει σχετικά ο Άγγελος Τερζάκης : « Η Ηπειρώτισσα μάνα, γυναίκα, αδελφή θυγατέρα, παραστάθηκε σε όλο το μάκρος του αγώνα του άνδρα του πολεμιστή, αφοσιωμένη, αλύγιστη, αποφασισμένη, ολόρθη εικόνα χρέους και τιμής ».
Ο κόσμος του πνεύματος και της τέχνης βρέθηκε από τη πρώτη στιγμή στη πρώτη γραμμή του αγώνα για τη πατρίδα, και κράτησε ψηλά το φρόνημα και το ηθικό του λαού και των αγωνιζομένων. Προηγήθηκε η ποίηση. Ο Κωστής Παλαμάς, μολονότι πολύ γέρος πια, βρήκε τη δύναμη και σάλπισε τους αθάνατους στίχους : « Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα, μεθύστε με τ’ αθάνατο, κρασί του 21 ». Ο Παλαμάς, ο Μελάς, ο Σικελιανός, ο Δροσίνης, ο Σκίπης, ο Μητρόπουλος, ο Βέης, ο Κ. Δημητριάδης, ο Παρθένης, ο Γρυπάρης, ο Βλαχογιάννης, ο Μυριβήλης, ο Ουράνης, ο Μαλακάσης, ο Ξενόπουλος, ο Φιλαδελφεύς, ο Καμπάνης, έστειλαν μήνυμα στους ξένους λογοτέχνες και ζητούσαν, όχι την υλική, αλλά την ηθική βοήθεια τους στην αντιμετώπιση της ιταμής φασιστικής βίας. Η άλλη εκδήλωση των νεωτέρων, του Βενέζη, του Βρεττάκου, του Ελύτη, του Θεοτοκά, του Θρύλου, του Καραγάτση, του Σεφέρη, του Τερζάκη, του Παράσχου και πάρα πολλών άλλων, ήταν το « μανιφέστο », με το οποίο διακήρυτταν ότι « η μάχη της Ελλάδος είναι μάχη παγκόσμια ». Και οι νεώτεροι από τους λογοτέχνες και τους λογίους μας, που βρέθηκαν αμέσως στο μέτωπο, ο Ελύτης, ο Τερζάκης, ο Άγγελος Βλάχος, ο Ζαλοκώστας, ο Μπεράτης  κ.ά., έδωσαν αξιολογότατα βιβλία της ζωής τους μέσα στον κίνδυνο, με εχθρό τον ιταλό στρατιώτη, αλλά και τον αδυσώπητο χειμώνα στα βουνά της Ηπείρου.  Η 28η Οκτωβρίου 1940 ανανέωσε τον σεβασμό της ανθρωπότητας προς την Ελλάδα, πράγμα που το διετύπωσε και ο Στάλιν με την φράση : Εις την Ρουμανία και τη Βουλγαρία, είπε, εννοών τους συμμάχους, θα έλθομε σαν εκδικητές, εις την Ελλάδα θα μεταβούμε σαν προσκυνητές. Ο δε Τσώρτσιλ διελάλησε : « Μέχρι τώρα ενομίζομεν ότι οι έλληνες πολεμούν σαν ήρωες. Από τώρα πρέπει να λέγουμε ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες ».
Η ελληνική εποποϊα του 40 μετέτρεψε εναντίον του άξονος τον ρου των γεγονότων. Η 28 Οκτωβρίου με τις νίκες της προετοίμασε την εξόρμηση της Γιουγκοσλαβίας. Έδωκε τον καιρό στην Αγγλική στρατιά της Μέσης Ανατολής να συντρίψει τον στρατό της Λιβύης και να συμπληρώσει την κατάληψη της Αιθιοπίας. Έδωκε την ευκαιρία στις ΗΠΑ να σπεύσουν σε βοήθεια της Ευρώπης. Η 28η Οκτωβρίου, και το ολοκαύτωμα της Κρήτης αργότερα, έδωκε καιρό στους Ρώσους να ετοιμάσουν στο Στάλιγκραντ τον τάφο των χιτλερικών στιφών.
Με την λόγχη εξεδίωξαν τους Ιταλούς οι Έλληνες, και την λόγχη απεκάλεσαν οι Ιταλοί όπλο βάρβαρο, πλην όμως είναι όπλο ανέκαθεν ελληνικό, και η  λογχομαχία όχι δειλία, αλλά ανδρεία δηλώνει. Και σαν όπλο ελληνικό εμφανίζεται   και στην αθάνατη τραγωδία, που σ’ αυτήν απαθανατίζεται η ναυμαχία της Σαλαμίνος, και ξαναζεί το Αισχύλειο ερώτημα για τη νίκη : « πότερον τόξου ρύμα το νικών ή δορυκράνου λόγχης ισχύς κεκράτηκεν ; », ήτοι το τόξο νικά, οι Πέρσαι ή η εν τη κορυφή του δόρατος λόγχη, οι έλληνες ;
Ευτυχισμένοι οι λαοί που τα κόκαλα των προγόνων τους φωσφορίζουν ελευθερία. Ευτυχισμένο το ελληνικό έθνος που δεν έπαψε να σπέρνει τη γη του με κόκαλα μαρτύρων και ηρώων της ελευθερίας. Όσο και αν κοσμούν το σύγχρονο εθνικό στίβο μεγιστάνες του πνεύματος της τέχνης και του πλούτου, το μεγαλύτερο κόσμημα της πατρίδας μας είναι οι άσημοι τάφοι των ανωνύμων νεκρών του πολέμου του 40.

In this article

Join the Conversation