Το ολοκαύτωμα των Εβραίων της Παραμυθιάς στην κατοχή

Γράφει για την paramythia-online.gr ο Γιάννης Παπαδόπουλος*

Ο Εζρά Μπακόλας ήταν ράφτης και ζούσε στην Παραμυθιά με μερικά από τα παιδιά του. Είχε μείνει χήρος ύστερα από τον θάνατο της συζύγου του Ντίνας ή Ντινούλας Κολσαμίρο, κόρης της πολυμελούς οικογενείας του Γιεσουλά Κολσαμίρο και της Ραχήλ Γαλανού, που αποτελείτο από έντεκα παιδιά, και της οποίας οι περισσότεροι απόγονοι ζουν σήμερα στη Νέα Υόρκη.

Κάποιοι από αυτούς, όπως ο Ματαθίας και ο Γιεουντά Κολσαμίρο, κουνιάδοι του Εζρά είχαν μεταναστεύσει ήδη πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Εζρά Μπακόλας είχε οχτώ παιδιά από τα οποία το μεγαλύτερο, ο Μαξ, είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ ήδη από το 1914. Ο γιος του Νισσήμ είχε νυμφευτεί την Έστερ, κόρη του Ελιγιά Κοέν και είχαν αποκτήσει τρία παιδιά. Ο άλλος γιος του, ο Χαΐμ, που έμενε επίσης στην Παραμυθιά, ήταν θείος του Ισαάκ Ντόστη.

Ο Ελιγιά Κοέν, ο πατέρας της Έστερ, είχε ένα μαγαζί με υφάσματα ενώ ήταν συγχρόνως και ο τοπικός αντιπρόσωπος του αθηναϊκού Τύπου.

Με την ιδιότητα αυτή, διένειμε τον Τύπο στην Παραμυθιά και τα γειτονικά χωριά. Ο Ελιγιά ήταν επίσης υπεύθυνος για την λειτουργία της Συναγωγής και την προστασία των ιερών βιβλίων. Σε αυτά τον βοηθούσε και ο γιος του, Ιωσήφ Κοέν.

Ο Θεόδωρος Κοσκινάς, ο παλιός παλιατζής του οποίου την ιστορία γνωρίζουν πολύ καλά όλοι σήμερα στην Παραμυθιά, εργαζόταν ως υπάλληλος και «παιδί για όλες τις δουλειές» στο μαγαζί του Ελιγιά.

Κρατά μέχρι σήμερα, σαν πολύτιμα φυλαχτά, το μεταλλικό μέτρο του ράφτη κι ένα μαγκάλι που είχε αφήσει ο φίλος και αφεντικό του· κι όταν τον αναπολεί, η έκφραση του προσώπου του μοιάζει με εκείνη του ορφανού παιδιού που δεν βαριέται ποτέ να διηγείται ξανά και ξανά πόσο καλός άνθρωπος ήταν ο πατέρας του.

Κρατά επίσης φυλαγμένο το μαγκάλι του Εζρά Μπακόλα, γιατί αγαπούσε και τιμούσε ιδιαιτέρως τον ρόλο που είχε κάθε Σαμπάτ να ανάβει τα κεριά στα εβραϊκά σπίτια, μία χειρονομία απλή την οποία διηγείται με ενθουσιασμό και φαντάζεται κανείς πόσο σημαντική στάθηκε για την εκπαίδευση αυτού του νεαρού Έλληνα, μέσω της γνώσης του άλλου και της ανεκτικότητας.

Ο Θεόδωρος είχε φυλάξει τα ιερά βιβλία της Συναγωγής της Παραμυθιάς και μιλάει περιφρονητικά για τον καταστροφικό ρόλο των συζύγων που, σαν εξαιρετικές νοικοκυρές που ήταν, μισούσαν πάντοτε τη σκόνη και τα παλιά χαρτιά, τα οποία και πετούσαν σωρηδόν.

Σε ένα από εκείνα τα νοικοκυρέματα, θα πρέπει να πετάχτηκαν και τα βιβλία της Συναγωγής (ίσως, όμως, και το να φυλάνε τις μνήμες μιας περιόδου, που τις σημάδεψε με την ωμότητά της, να ήταν πάνω από τις δυνάμεις πολλών νοικοκυρών· η δική μου η γιαγιά είχε εξαφανίσει μία χαρακτηριστική κάσκα Ναζί στρατιώτη, που είχα βρει εγώ σε ένα χαντάκι.

Ήμουν πολύ υπερήφανος για το εύρημά μου, αλλά γρήγορα αντιλήφθηκα ότι εκείνη η ανακάλυψή μου, μόλις εκατό μέτρα από το σπίτι μας, την στενοχωρούσε κατά τρόπο παράλογο). Κι έτσι, μέσα από μερικά διφορούμενα λόγια και χειρονομίες φαινομενικά ασήμαντες όπως ήταν εκείνη, αντιλήφθηκα για πρώτη φορά ότι κάτι τρομερό κι ανείπωτο βάραινε την περιοχή

Ο Ματαθίας Ελιέζερ Χατ όπουλος ήταν σιδεράς και ζούσε στην Παραμυθιά με τους γιους του Χαΐμ και Μαχίκο. Η θεία μου η Σταμάτω διατηρεί ζωντανές μνήμες και τις πιο χαρούμενες αναμνήσεις από τον Μαχίκο.

Μίλησα με μερικές δεκάδες κατοίκους της Παραμυθιάς και δεν βρέθηκε ούτε ένας να μιλήσει άσχημα για όλες εκείνες τις εβραϊκές οικογένειες, για όλους εκείνους τους ήσυχους μικροαστούς, που ήταν έξυπνοι και πιστοί, ειρηνικοί και γεμάτοι σεβασμό για τον γείτονά τους. Κάποιος μάλιστα με επέκρινε και με διόρθωσε όταν χρησιμοποίησα τον όρο «συνύπαρξη», «εμείς δεν συνυπήρχαμε μαζί, εμείς υπήρχαμε μαζί, κάθε μέρα, έτσι απλά…».

Στην Παραμυθιά, οι Εβραίοι είχαν έναν χώρο λατρείας, ένα μικρό διαμέρισμα στον πρώτο όροφο ενός σπιτιού, που είχε μετατραπεί σε Συναγωγή και βρισκόταν στον κεντρικό δρόμο, και ένα νεκροταφείο λίγο έξω από την πόλη στην περιοχή Γαλατά, απ’ το οποίο δεν έχει απομείνει τίποτα. Κι όμως, κατά περίεργο τρόπο, υπάρχουν λίγο πιο μακριά από την τοποθεσία του νεκροταφείου που δεν υπάρχει πια και μέσα στα ερείπια της αρχαίας πόλης της Φωτίκης, τα ίχνη μίας άλλης Συναγωγής που χρονολογείται από το 200 π.Χ.!

Οι Μπακόλα, οι Κοέν και οι Χατζόπουλοι, όπως και πριν από αυτούς οι Κολσαμίρο και όλοι οι Εβραίοι που έμειναν στην Παραμυθιά, ήταν ρωμανιώτες, ένας ευρωπαϊκός Ιουδαϊσμός από τους πιο αρχαίους, που είχε εγκατασταθεί στις ακτές της Ελλάδας και της Μαύρης Θάλασσας, κυρίως γύρω στα 400 π.Χ., εποχή του Ναβουχοδονόσορα, καθώς και το 70 μ.Χ., ύστερα από την καταστροφή του δευτέρου Ναού από τους Ρωμαίους. Μιλούσαν την ελληνική και τη γεβανίτικη (Ρωμανιώτικη), μία διάλεκτο όπου αναμειγνύονταν η ελληνική με την εβραϊκή γλώσσα, και διαφοροποιούνταν από τους σεφαραδίτες τόσο ως προς το γεγονός ότι δεν γνώριζαν τη λαδίνο όσο και ως προς το λειτουργικό τυπικό που ακολουθούσαν.

Η Κοινότητα κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Η πιο σημαντική ρωμανιώτικη κοινότητα ήταν εκείνη των Ιωαννίνων, με δορυφόρους της τις άλλες πόλεις της Ηπείρου, την κοινότητα της Άρτας, της Πρέβεζας, ή ακόμα και της Αυλώνας και του Αργυροκάστρου (σημερινή Αλβανία). Στις πόλεις του Βόλου και της Χαλκίδας υπήρχαν, επίσης, σημαντικές ρωμανιώτικες κοινότητες, ένα από τα πιο ξακουστά μέλη των οποίων ήταν ο Μορδοχαίος Φριζής, συνταγματάρχης του ελληνικού στρατού και μεταξύ των πρώτων αξιωματικών που σκοτώθηκε το 1940 πολεμώντας ενάντια στις φασιστικές δυνάμεις του Μουσολίνι στο νικηφόρο μέτωπο της Αλβανίας.

Η κοινότητα του νησιού της Κέρκυρας μετρούσε ανάμεσα στα μέλη της έναν άλλο εξαιρετικά λαμπρό ρωμανιώτη, τον συγγραφέα και διπλωμάτη Αλμπέρ Κοέν.

Έτσι οι Εβραίοι της Παραμυθιάς συνδέθηκαν στενά με εκείνους των Ιωαννίνων, που εγκατέστησαν το εμπόριό τους σε αυτή τη γειτονική της μητέρας-πόλης κωμόπολη, για να διευκολύνουν τις εμπορικές συνδιαλλαγές τους.

Το 1941, οι Δυνάμεις του Άξονα κατέλαβαν την Ελλάδα. Η Ήπειρος περιήλθε υπό ιταλική κηδεμονία. Ο τρόμος, οι ταπεινώσεις και οι κίνδυνοι που διέτρεξαν οι σεφαραδίτες της Θεσσαλονίκης από τους Ες Ες του Αλόις Μπρούνερ και του Ντίτερ Βισλιτσένυ, καθώς επίσης και η λεηλασία που οργάνωσε ο στρατιωτικός διοικητής Μαξ Μέρτεν, δεν έλαβαν χώρα στην ιταλική ζώνη κατοχής.

Ωστόσο, οι Έλληνες ορθόδοξοι της Παραμυθιάς και όλης της γύρω περιοχής, που ονομάζεται επίσης Θεσπρωτία, έμελλε να πέσουν θύματα μίας σειράς δολοφονιών, απαγωγών, αρπαγών, πυρκαγιών και απαλλοτριώσεων με τη βία.

Οι υπεύθυνοι για εκείνα τα ταπεινωτικά μέτρα που στόχευαν στον διωγμό του χριστιανικού πληθυσμού της περιοχής ήταν μέλη μίας πολιτοφυλακής απαρτιζόμενης από συνεργάτες των κατακτητών, που προέρχονταν από τη μουσουλμανική μειονότητα της περιοχής και αποκαλούνταν Τσάμηδες. Ήταν ελληνικής, αλβανικής ή τουρκικής καταγωγής και διεκδικούσαν την απελευθέρωση της περιοχής που εκείνοι αποκαλούσαν Τσαμουριά.

Κι έτσι, η Παραμυθιά μετατράπηκε σε ένα σταυροδρόμι άτακτων μαχών, σχεδόν καθημερινών δολοφονιών μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων, ενώ οι Ιταλοί έτριβαν τα χέρια τους από τη χαρά τους που μπορούσαν έτσι να περιορίσουν τις δικές τους απώλειες.

Το 1943, τα γεγονότα πήραν μία καταστροφική τροπή. Το ιταλικό φασιστικό καθεστώς πλησίαζε προς το τέλος του και πριν από το καλοκαίρι οι εβραϊκές οικογένειες της Παραμυθιάς είχαν εγκατασταθεί στα Ιωάννινα, προτιμώντας τη συγκέντρωση της κοινότητας για να είναι λιγότερο εκτεθειμένοι και να νιώθουν έτσι καλύτερα προστατευμένοι απέναντι στην επικείμενη άφιξη των Ναζί, της 1ης ορεινής μεραρχίας, της περίφημης μεραρχίας Edelweiss που το γενικό επιτελείο (Oberkommando der Wehrmacht ή OKW) είχε αποσύρει από το ρωσικό μέτωπο, για να εξολοθρεύσει τους υποστηρικτές του Τίτο στη Γιουγκοσλαβία, του Χότζα στην Αλβανία και τους Έλληνες αντάρτες, αλλά επίσης, και κυρίως, για να καλύψει την ανατολική όχθη της Αδριατικής και των ιόνιων ακτών, αφού ο Χίτλερ ήταν πεπεισμένος ότι οι Σύμμαχοι ετοιμάζονταν για απόβαση.

Τότε ξέσπασε η βία. Οι Ναζί του 99ου συντάγματος της μεραρχίας Edelweiss, πάντοτε με την υποστήριξη των μουσουλμάνων πολιτοφυλάκων, έκαψαν και καταλήστεψαν όλη την κοιλάδα της Παραμυθιάς, επιδιδόμενοι συγχρόνως σε συχνές αρπαγές αιχμαλώτων που εγκλείονταν μέσα σε ένα στρατόπεδο στα Ιωάννινα, έδρα της μεραρχίας των Ναζί. Το αποκορύφωμα του τρόμου ήταν η φωτιά που έβαλαν χωρίς προειδοποίηση στις 16 Αυγούστου του 1943 στο Κομμένο Άρτας, κατά την οποία κάηκε όλο το χωριό, ενώ οι 317 κάτοικοί του, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, εκτελέστηκαν βιαστικά μέσα σε λιγότερες από τρεις ώρες.

Το Ολοκαύτωμα των Εβραίων της Παραμυθιάς

Τα βουνά της Παραμυθιάς αποτελούσαν την έδρα ισχυρών ομάδων ανταρτών, που τον Σεπτέμβριο του 1943 εξολόθρευσαν μία περίπολο έξι Γερμανών στρατιωτών. Λίγο αργότερα, οι πρώτοι έντεκα περαστικοί, διαλεγμένοι στην τύχη, εκτελέστηκαν βιαστικά.

Στη συνέχεια, οι υπηρεσίες των Ναζί κατάρτισαν μία καλά μελετημένη λίστα και μία περίπολος αποτελούμενη από Γερμανούς στρατιώτες και Τσάμηδες πολιτοφύλακες πήγαν και τράβηξαν από τα κρεβάτια τους 49 προκρίτους της πόλης (εμπόρους, έναν ιερέα, τεχνίτες, δασκάλους…) για να συμπληρωθεί έτσι η αναλογία των δέκα ντόπιων για κάθε έναν Γερμανό που σκοτωνόταν.

Εκτελέστηκαν την αυγή της 29ης Σεπτεμβρίου 1943 από ένα απόσπασμα Γερμανών, ενώ οι γείτονές τους της μουσουλμανικής πολιτοφυλακής σχημάτισαν μία ζώνη προστασίας γύρω από τον χώρο της εκτέλεσης, εμποδίζοντας έτσι κάθε απόπειρα απόδρασης…

Οι Εβραίοι της Παραμυθιάς που κατέφυγαν στα Ιωάννινα γλύτωσαν έτσι, τουλάχιστον για πρώτη φορά, από την τύχη των συμπατριωτών τους. Οι στρατιώτες, όμως, της μεραρχίας Edelweiss που είχαν συμμετάσχει στις δράσεις του Einsatzgruppe D, έχοντας ως πρωταρχικό τους ρόλο τη συστηματική εξολόθρευση των Εβραίων για πρόληψη αντιστασιακής δράσης, βρήκαν σε αυτό μία εξαιρετική ευκαιρία για να πετύχουν μ’ ένα σμπάρο δύο τρυγόνια και να ξεφορτωθούν τους Εβραίους της πόλης.

Δυστυχώς, μερικούς μήνες αργότερα, η ίδια μεραρχία Edelweiss συγκέντρωσε όλη τη ρωμανιώτικη κοινότητα των Ιωαννίνων στις όχθες της λίμνης. Χίλιοι εννιακόσιοι εξήντα άνδρες, γυναίκες και παιδιά φορτώθηκαν επάνω σε ογδόντα φορτηγά και στη συνέχεια τους ξεφόρτωσαν στη Λάρισα για να τους βάλουν σε βαγόνια με προορισμό τη Σιλεσία.

Αυτή η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε μαζί με μία σειρά από παρόμοιες μαζικές συλλήψεις που έγιναν στην Αθήνα, τον Βόλο, τα Τρίκαλα, τη Λάρισα και την Πρέβεζα για να οργανώσουν, με την ίδια αποστολή, αναχωρήσεις με προορισμό την Πολωνία. Έλαβε χώρα στις 25 Μαρτίου 1944, ημέρα εθνικής εορτής στην Ελλάδα!

Ο εγκέφαλος αυτής της επιχείρησης ήταν ο αξιωματικός των SS Τόνι Μπούργκερ, διορισμένος από τον Άντολφ Άιχμαν, ο οποίος είχε θελήσει να αντικαταστήσει τον υπερβολικά κερδοσκόπο Ντίτερ Βισλιτσένυ με έναν πιο αυθεντικό εθνικο-σοσιαλιστή.

Ενώ η κατάσταση των Γερμανών ήταν στρατιωτικά δύσκολη, τόσο στα Βαλκάνια όσο και στο μέτωπο της Ιταλίας και της Ρωσίας, ο στρατηγός Ούμπερτ Λανζ, διοικητής του 22ου σώματος στρατού, κατόρθωσε να συγκεντρώσει τα απαραίτητα μέσα για να μεταφέρει τους Εβραίους των Ιωαννίνων και της Κέρκυρας.

Ο στρατηγός Ούμπερτ Λανζ, αξιωματικός της Βέρμαχτ, που φέρει ακέραια την ευθύνη αυτής της πράξης, (δεδομένου ότι οι δυνάμεις της αστυνομίας των Ναζί, όπως του SS, της SD ή της Γκεστάπο ήταν σχεδόν ανύπαρκτες στα εδάφη που βρίσκονταν υπό τη διοίκησή του), πέθανε στο Μόναχο το 1982 χωρίς να ανακριθεί ποτέ για αυτό το έγκλημα.

Εκείνη η τελευταία έξοδος των ρωμανιωτών ολοκληρώθηκε μέσα στους καπνούς, μέσα στις φλόγες του απερίγραπτου, στις φωτιές που ο τιποτένιος άνθρωπος άναψε στο Άουσβιτς. Από τους 1.960 Εβραίους των Ιωαννίνων που εκτοπίστηκαν εκείνη την ημέρα, μόνο 80 επέζησαν του Ολοκαυτώματος και σήμερα η κοινότητα αριθμεί 30 μέλη.

Με την απελευθέρωση της Παραμυθιάς από τους Έλληνες αντάρτες την 27η Ιουνίου 1944, οι Τσάμηδες πλήρωσαν κι εκείνοι με τη σειρά τους τον δικό τους φόρο αίματος.

Όλοι οι χριστιανοί που συνεργάστηκαν με τους Ναζί και όλοι οι μουσουλμάνοι που είχαν συμμετάσχει από κοντά ή από μακριά στην πολιτοφυλακή που ήταν υπέρ των Ναζί, δικάστηκαν, καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν πριν να πέσει η νύχτα. Η μεγάλη πλειοψηφία των μουσουλμάνων γυναικών και παιδιών συγκεντρώθηκαν σε ένα κτήριο και στη συνέχεια εκτοπίστηκαν στην Αλβανία όπου ένας από τους αρχηγούς τους, ο Μαζάρ Ντίνο, πιστεύοντας ότι εκεί είχε πλέον βρει καταφύγιο, εκτελέστηκε από τους οπαδούς του Ενβέρ Χότζα.

Οι χριστιανοί, οι εβραίοι και οι μουσουλμάνοι της Παραμυθιάς έζησαν σχεδόν σε απόλυτη αρμονία μεταξύ τους στη διάρκεια των αιώνων και της ιστορίας. Πλήθος είναι οι νοσταλγικές μαρτυρίες των παλαιότερων. Γηραιές κυρίες μου μίλησαν για εκείνα τα αγόρια που τα έλεγαν Μάλικ, Σιών, Μαχίκο, Τεφίκ ή Χαΐμ, παιδιά της Παραμυθιάς που έπαιζαν με τον Γιάννη, τον Κώστα ή τον Χρήστο.

Όλοι οι γείτονες προσκαλούνταν στους γάμους, τις βαπτίσεις και τις θρησκευτικές εορτές κάθε θρησκείας, και ήταν όλοι ενθουσιασμένοι που οι τόσες πολλές γιορτές έδιναν ζωή στη σκληρή καθημερινότητά τους.

Και ύστερα, μια μέρα, μέσα σε μερικά λεπτά, όλα είχαν ειπωθεί, όλα είχαν τελειώσει. Διέλυσαν τα τζαμιά και κανείς δεν μιλούσε πλέον για συναγωγές. Κι ύστερα, αλληλοσπαράσσονταν οι Έλληνες, μεταξύεθνικιστών και κομμουνιστών. Ο Διάβολος είχε ολοκληρώσει το έργο του στις πόρτες της Κόλασης.

Από όλα τούτα, και κυρίως από τους Εβραίους της Παραμυθιάς, δεν μένει παρά η μνήμη μας, αιώνια πηγή της σωτηρίας μας. Κι ετούτη τη μνήμη την ξαναβρήκα σε μερικούς απογόνους με τους οποίους κατάφερα να έρθω σε επαφή, όπως η Άννα Μπακόλα που ζει στο Ισραήλ, κόρη του Σιών Μπακόλα, ένα από τα τρία παιδιά του Εζρά που γλίτωσαν από το Ολοκαύτωμα ή ακόμη ο Καλβίνος Αττάς που ζει στη Φλόριντα και του οποίου η μητέρα Άννα Αττάς γεννήθηκε στην Παραμυθιά, κόρη του Ελιγιά Κοένα και αδερφή του Ζοζέφ. Και κυρίως ο Ισαάκ Ντόστης, ανηψιός του Χαΐμ Μπακόλα, γεννημένος στη Νέα Υόρκη και εγκαταστημένος σήμερα στην εστία της οδού Γιοσέφ Ελιγιά στα Ιωάννινα.

Ο Ισαάκ είναι η ψυχή της εστίας. Από διάφορες αφηγήσεις, γνωρίζω ότι σήμερα υπάρχουν πολλοί Εβραίοι από την Παραμυθιά που ζουν σε διάφορα μέρη του κόσμου και πιστεύω ότι η πόλη μας οφείλει να τιμά τη μνήμη των προγόνων τους στον ίδιο βωμό αθώων όπου τιμώνται και οι 49 συμπατριώτες τους. Επίσης, η Ελλάδα οφείλει να αναγνωρίσει χωρίς καθυστέρηση το δισχιλιετές δικαίωμά τους στην ελληνική ιθαγένεια.

Καθένας από εμάς οφείλει να θυμάται ότι την 7η Οκτωβρίου 1944 στο Άουσβιτς, 300 Έλληνες Εβραίοι, σεφαραδίτες και ρωμανιώτες, οργάνωσαν μία από τις πιο ηχηρές εξεγέρσεις στην ιστορία των στρατοπέδων θανάτου. Αιώνιοι φύλακες των Θερμοπυλών της ανθρωπότητας.

Κλείνοντας και προς επίρρωση αυτής της ανάλυσης, θα αρκεστώ στο να παραθέσω ένα γράμμα που βρέθηκε το 1980 μέσα στα κρεματόρια του Μπίρκε ναου και το οποίο λέει μέσα σε τρεις γραμμές για τις εβραϊκές κοινότητες της Ελλάδας, ρωμανιώτικες και σεφαραδίτικες, περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη μελέτη ή επίσημο έγγραφο:

«Στους αγαπητούς μου φίλους, Δημήτρη Στεφανίδη, υιό του Αθανασίου, Ελιγιά Κοέν, Γιώργο Γούναρη και σε όλη την παρέα μου, στη Σμαρώ Εφραιμίδου από την Αθήνα, και σε όλους τους άλλους φίλους μου που θα θυμάμαι πάντοτε, και τέλος στην αγαπημένη μου πατρίδα, την ΕΛΛΑΔΑ, της οποίας ήμουν ένας πιστός πολίτης».

* O Γιάννης Παπαδόπουλος, είναι  Ιατρος, Διευθυντής της Μ.Ε.Θ. της Παιδιατρικής του Γ.Ν Jolimont στις Βρυξέλλες και Ιστορικός ερευνητής




In this article

Join the Conversation